Σάββατο 15 Νοεμβρίου 2008

Ο Θανάσης Γκαϊφύλλιας γράφει για το Πολυτεχνείο (και δεν εξηγεί)




"Παρασκευή το Βράδυ"

του Θανάση Γκαϊφύλλια

Αργά το απόγευμα της Παρασκευής άρχισαν να δημιουργούν μία «νεκρή ζώνη» αδειάζοντας τους γύρω δρόμους. Κανείς δεν μπορούσε πια να βγει ή να μπει. Κατάσταση πολιορκίας. Η αυλή γεμάτη από μεγάλες παρέες που σχολίαζαν τα γεγονότα ή σκαρφάλωναν στα κάγκελα και φώναζαν συνθήματα στους αστυνομικούς που έπιαναν τις γωνίες και περίμεναν το δικό τους σύνθημα. Οι φωτιές που άναβαν για τα δακρυγόνα έδιναν μια άγρια ομορφιά στο τοπίο κι όσο δυνάμωναν οι φωνές και τα τραγούδια, έλεγες, να η φλόγα που θα βάλει πυρκαγιά στον κόσμο. Σε μια άκρη της αυλής, καθώς μπαίνουμε αριστερά, κάτω από τις νεραντζιές ήταν μια μεγάλη ομάδα από αγόρια και κορίτσια του γυμνασίου που είχαν έρθει οργανωμένα από το σχολείο και χωρίς να το καταλάβουν, βρέθηκαν εγκλωβισμένα σε μια κατάσταση που με τίποτα δεν μπορούσαν να προβλέψουν. «Στα μεγάλα σαν έκπληκτα μάτια τους» μπορούσες να διαβάσεις την αγωνία που ένοιωθαν για τους τρελαμένους γονείς και πιασμένα χέρι-χέρι, έδιναν κουράγιο το ένα στο άλλο. Αυτά τα παιδιά ποτέ δε βρέθηκαν τόσο κοντά, όσο εκείνο το βράδυ. Εκείνο το βράδυ έπαψαν πια να είναι παιδιά. Περασμένα μεσάνυχτα και 4,345,027 Αθηναίων ξαγρυπνούν κι από το σταθμό του Πολυτεχνείου μαθαίνουν πως γράφεται η ιστορία.

-Κοίτα, κοίτα μου λέει η Λία, ένα τεράστιο ντόμινο.

Σταματώ και κοιτάζω. Μια ιπτάμενη Ολλανδέζα κατεβαίνει από τον ουρανό και σπρώχνει απαλά το πρώτο κομμάτι. Το έργο αποκτά ζωή. Υπέροχες εικόνες προβάλουν μέσα απ’την αέναη κίνηση με τέτοια ταχύτητα που δεν προλαβαίνεις να τις θαυμάσεις. Κάστρα γκρεμίζονται και γίνονται καταράκτες, ποτάμια διασχίζουν κήπους μαγικούς, τραίνα ταξιδεύουν μέσα σε δάση, μια γιαγιά πλέκει πολύχρωμες κάλτσες, διαστημόπλοια ξεκινούν για αστρικά ταξίδια, αθλητές τρέχουν, η σαμπάνια ρέει στα ποτήρια και τα καρναβάλια χορεύουν σάμπα.

Σε μια άκρη της αίθουσας, πάνω σε μια μικρή κερκίδα, κάθονται τα αγόρια και τα κορίτσια που δούλεψαν γι’αυτό το έργο. «Στα μεγάλα σαν έκπληκτα μάτια τους» διαβάζω την αγωνία που νοιώθουν μη πάει κάτι στραβά και διακοπεί η ροή των 4,345,027 κομματιών, που με τέχνη και υπομονή τοποθέτησαν σε διάστημα δύο μηνών. Με το που πέφτει και το τελευταίο κομμάτι, κάνουν νέο παγκόσμιο ρεκόρ. Αγκαλιάζονται, φιλιούνται, δακρύζουν και χοροπηδούν σαν μικρά παιδιά. Σαν μικρά παιδιά που έμαθαν να γράφουν ιστορία.

Στο απέναντι πεζοδρόμιο, ακριβώς μπροστά στην πύλη του Πολυτεχνείου και πίσω από τα τανκς, παρέταξαν μια μεγάλη ομάδα λοκατζήδων, με πλήρη εξάρτηση και εφ’ όπλου λόγχη. Απ’ τα μεγάφωνα, αυτά τα εικοσάχρονα παληκάρια, άκουγαν τη σπαραχτική φωνή του Δημήτρη να λέει …αδέρφια μας στρατιώτες, δεν μπορεί να σηκώσετε τα όπλα σας εναντίον μας. «Στα μεγάλα σαν έκπληκτα μάτια τους» μπορούσες να διαβάσεις την αγωνία, την επιθυμία να βρεθούν σαν άνθρωποι ελεύθεροι ανάμεσά μας και την αηδία για το γαμώτο της ιστορίας.

Παρασκευή 14-11-2008
Θανάσης Γκαϊφύλλιας.




4 σχόλια:

το Άρωμα του Τραγουδιού είπε...

Μεγάλη η συγκίνησή μου διαβάζοντας αυτό το κείμενο του Θανάση Γκαϊφύλλια.

Σας ευχαριστώ.

Γεφυριστές είπε...

Σας ευχαριστώ και γω για το κείμενο αυτό, του ανθρώπου αυτού...

Μουσικά Προάστια είπε...

Μάκη, Αλέκα, ευχαριστούμε για τα καλά σας λόγια. Οι ευχαριστίες σας πάνε κατευθείαν στον Γκαϊφύλλια, ο οποίος μέσα σε μια νύχτα έκατσε και έγραψε αυτό το κείμενο, μετά από παράκληση δική μας της τελευταίας στιγμής. Και μαζί με τα σπάνια κείμενα και τα πασίγνωστα τραγούδια του, η σεμνή και βαθιά πολιτική σιωπή του Γκαϊφύλλια νομίζω ότι μιλάει εξίσου ηχηρά.

saltatempo είπε...

η αναμνήσεις κορυφαίων γεγονότων με την πένα του Θανάση
ας γίνει το μπόλι για τα γεγονότα του μέλλοντος

Δημήτρης Θεολόγου