Τετάρτη 29 Ιουλίου 2009

Συνέντευξη με τον Γιώργο Σταθόπουλο






"ΤΟ ΤΡΕΝΟ ΤΗΣ ΠΑΡΑΚΜΗΣ ΠΑΕΙ ΠΑΝΤΟΥ"

Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΚΑΙ ΤΗ ΣΧΕΣΗ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΚΑΙ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗΣ



τη συνέντευξη έλαβε ο Ηρακλής Οικονόμου
(Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΔΙΦΩΝΟ, τ. 159, Μάρτιος 2009)


Το όνομα του Γιώργου Σταθόπουλου έχει συνδεθεί ιστορικά με την ακμή του εικαστικού εξώφυλλου στην Ελλάδα. Μόνιμος συνεργάτης του Μάνου Χατζιδάκι, ο Σταθόπουλος φιλοτέχνησε και εξώφυλλα δίσκων άλλων μεγάλων δημιουργών: Θεοδωράκης, Μαμαγκάκης, Κουγιουμτζής, Γρηγορίου, Ξαρχάκος, Μαρκόπουλος, Χάλαρης και άλλοι! Ευτυχώς, συνεχίζει και σήμερα απτόητος να κοσμεί νέες κυκλοφορίες. Στα πλαίσια ενός αφιερώματος για τη σχέση ζωγραφικής και μουσικής στα εξώφυλλα των δίσκων για το περιοδικό «Δίφωνο», μιλήσαμε με τον διακεκριμένο Έλληνα ζωγράφο για τη δική του σχέση με τη μουσική, και για το φαινόμενο των εικαστικών εξωφύλλων στους δίσκους.

Οι ανέκδοτες φωτογραφίες με τον Μάνο Χατζιδάκι προέρχονται από το αρχείο του Γιώργου Σταθόπουλου, τον οποίον και ευχαριστούμε θερμά για την ευγενική παραχώρηση.


 
Πώς και από ποιόν άρχισε η συνύπαρξη των ζωγράφων με την ελληνική μουσική;

Ο πρώτος μουσικός εν Ελλάδι που καθιέρωσε ζωγραφικά εξώφυλλα με το "έτσι θέλω", γιατί είχε τη δύναμη να το κάνει, ήταν ο Μάνος Χατζιδάκις. Οι προηγούμενοι έβαζαν συνήθως μια φωτογραφία, γιατί ήθελαν να διαφημίσουν τη φυσιογνωμία τους. Ο Χατζιδάκις άλλαξε όλη την πρακτική με τον Μόραλη, τον Τσαρούχη, τον Νικολάου, και μετά με τους νεώτερους.
Η γνωριμία σας με τον Χατζιδάκι πώς έγινε;

Εγώ ήμουν φίλος με τον σκηνοθέτη Δημήτρη Βερνίκο, και μέσω αυτού γνώρισα τον Μάνο. Όταν όμως έγινε η γνωριμία μας, εκείνος έφυγε για την Αμερική, και όταν επέστρεψε άρχισε η συνεργασία μας.











Έχετε κάνει εξώφυλλα για πολλούς δίσκους. Κρατάτε αρχείο του έργου σας;

Όχι, δεν έχω αρχείο και δεν πιστεύω στα αρχεία. Είμαι άλλης σχολής. Ό,τι τελειώνει, τελειώνει, και πάμε στο επόμενο. Δεν ζω με αναμνήσεις. Επειδή μ' αρέσει κάθε μέρα να φτιάνω καινούργια πράγματα, τα προηγούμενα τα έχω ήδη ξεχάσει. Μπορεί να επαναλαμβάνω πράγματα, γιατί κάπου τα ίδια πράγματα κάνουμε σε όλη μας τη ζωή, δεν κάνουμε κάτι καινούργιο. Βέβαια, κάθε φορά έχουμε την εντύπωση ότι κάνουμε κάτι καινούργιο, ενώ δεν υπάρχει καινούργιο. Ειδικά στη ζωγραφική έχουν γίνει όλα. Η τέχνη δεν είναι σαν την επιστήμη που εξελίσσεται. Για να βγει ένας άλλος Χατζιδάκις, μπορεί να περάσουν άλλα διακόσια χρόνια.

Τι ήθελε ο Χατζιδάκις να πετύχει μέσα από αυτή την καινοτομία;


Ο Μάνος ήταν ένας σπουδαίος άνθρωπος, ένα μυαλό μοναδικό. Έβλεπε πολύ μακριά. Εγώ δύο ανθρώπους έχω θαυμάσει στη ζωή μου: τον Γκάτσο και τον Χατζιδάκι. Ο Μάνος ήθελε να δώσει μια εικόνα στο μουσικό έργο, δεν περιοριζόταν μόνο στον στίχο και τη μουσική αλλά ήθελε και το αμπαλάζ να είναι σημαντικό. Δεν λέω ότι ό,τι έκανα ήταν σημαντικό, τις αγωνίες του Χατζιδάκι περιγράφω. Δεν ήθελε να βάλει τη φάτσα του. Σου έδινε μια εικαστική εικόνα, την οποία θεωρούσε πιο σημαντική από μια φωτογραφία.

Εσείς πώς το κρίνετε αυτό ως δημιουργός;


Μου αρέσει πιο πολύ να παίρνω ένα δίσκο του Χατζιδάκι και βλέπω το έργο του Τσαρούχη στο εξώφυλλο, παρά έναν άλλο δίσκο με τη φυσιογνωμία ενός τραγουδιστή. Σήμερα βλέπουμε τα σώματα ωραίων γυναικών χωρίς περιεχόμενο. Εσείς τι θα προτιμούσατε σήμερα;

Συμφωνώ. Το κοινό της εποχής πώς υποδέχθηκε αυτό το ρεύμα;


Εδώ είναι το περίεργο και το σπουδαίο. Όταν εμείς είμαστε νέοι, είχαμε μεγάλη αγωνία να πάρουμε το καινούργιο έργο που έβγαινε στις βιτρίνες, ανεξάρτητα από το εξώφυλλο. Ο δίσκος του Χατζιδάκι, του Θεοδωράκη, του Ξαρχάκου, του Σαββόπουλου ήταν γεγονός πριν καν βγει. Είχαμε λαχτάρα να δούμε το εξώφυλλο και να ακούσουμε το δίσκο, τα περιμέναμε με αγωνία. Σήμερα δεν μας ενδιαφέρει, δεν ακούμε, και γι' αυτό δεν πουλάνε οι δίσκοι, δεν φταίει μόνο το ίντερνετ γι' αυτό. Τότε τα δύο μεγάφωνα και το πικάπ ήταν ιερά πράγματα μέσα στο σπίτι.


Εκτός από τον Χατζιδάκι, ποιοι άλλοι λόγοι συνέβαλλαν στην άνοδο του κινήματος;

Ο Χατζιδάκις είχε το κύρος να επιβάλλει κάποια πράγματα. Εκτός απ' αυτόν όμως, ήταν και η εποχή έτοιμη να δεχτεί αυτά τα πράγματα. Σήμερα οι εταιρείες έχουν ένα γραφίστα και τυπώνει τα γράμματα. Πολύ σπάνια ζητάει ένας μουσικός εξώφυλλο από έναν ζωγράφο.

Πότε φτάσαμε στην παρακμή του φαινομένου;


Το τρένο της παρακμής δεν περνάει μόνο από τα εξώφυλλα, πάει παντού. Όταν σημερα ένα cd δεν ξεπερνάει τα 5.000 αντίτυπα, πώς θα καλύψει το κόστος του τυπογραφείου; Πάντα θα υπάρχουν προικισμένοι άνθρωποι, αλλά είναι ανάγκη ο πολίτης, ο λαός, να ζητάει τις δημιουργίες του. Ο λαός αποφασίζει τι θέλει κάθε φορά, και οι ανάγκες του καθορίζουν την αξία του καλλιτέχνη. Ποιος διαβάζει σήμερα ποίηση; Όλα τα βιβλία μπεστ-σέλλερ είναι πλέον παραμύθια που τα διαβάζεις για να περνάς την ώρα σου.

Χρονικά, που τοποθετείται το φαινόμενο που συζητάμε;


Μετά τον πόλεμο, έχουμε πνευματική ακμή στην Ελλάδα η οποία κρατάει περίπου μέχρι το '80, σε όλους τους τομείς: στην ποίηση, στη μουσική, στον κινηματογράφο. Μετά ήρθε ο απότομος πλουτισμός. Οι Έλληνες αγόρασαν αυτοκίνητα, έκαναν μοντέρνα σπίτια, και άρχισαν να διεκδικούν έναν άλλο τρόπο ζωής. Έφυγαν αυτοί, και έφυγαν και οι καλλιτέχνες. Πάντα ο εύκολος πλουτισμός φέρνει παρακμή. Ακόμα κάνω εξώφυλλα, πέρυσι έκανα ένα του Ξαρχάκου, αλλά αυτά είναι οι εξαιρέσεις του κανόνα.


Για έναν άσχετο στα εικαστικά όπως εγώ...

Τι εννοείς; Δεν υπάρχει άσχετος στην τέχνη. Ό,τι δικαίωμα έχεις εσύ πάνω στην τέχνη, έχει και κάποιος που έχει σπουδάσει ζωγραφική. Αυτό είναι το μεγαλείο της τέχνης: ότι ανήκει σε όλους, φτωχούς και πλούσιους, αγράμματους και μορφωμένους. Μπορεί να μην δικαιούσαι ένα ακριβό αυτοκίνητο επειδή δεν βγάζεις τα ανάλογα χρήματα. Αυτό όμως που δικαιούσαι είναι ένα καλό τραγούδι, και αυτό δεν μπορεί να στο στερήσει κανείς. Δεν χρειάζεται κόστος για να εισπράξεις μια καλλιτεχνική συγκίνηση. Θα πας στην Πινακοθήκη, θα πας σε ένα μουσείο, θα ακούσεις ένα τραγούδι από το ραδιόφωνο. Και η τέχνη λειτουργεί διαφορετικά στον καθένα, ο καθένας εισπράττει μια διαφορετική συγκίνηση ανάλογα με τη ψυχή και το μυαλό του.

Ωραία διόρθωση, σας ευχαριστώ! Βέβαια, ξέχασα τώρα την ερώτηση που ήθελα να κάνω...Αλήθεια, η νεότερη γενιά ζωγράφων πώς σας φαίνεται; Ο Ρόκος, ας πούμε;


Πάρα πολύ ωραίοι. Έχω δεί δύο εξώφυλλα του Στέφανου Ρόκου, σε δίσκους του Λεοντή και του Φοίβου Δεληβοριά. Γενικά υπάρχουν ταλαντούχα παιδιά, όμως το σύστημα δεν τους ευνοεί. Και όταν λέω σύστημα, δεν εννοώ την πολιτεία αλλά τον λαό, ο οποίος δεν ενδιαφέρεται. Άξιοι άνθρωποι πάντα θα υπάρχουν. Η τέχνη όμως προοδεύει όταν γίνεται ανάγκη του λαού, εκεί είναι το μεγαλείο. Δεν είναι τέχνη αυτή που ζει μέσα σε πέντε σαλόνια. Αν δεν καθιερωθεί στη συνείδηση του λαού, είναι νεκρή τέχνη. Δεν υπάρχει τέχνη χωρίς το βίωμα. Δεν χρειάζεται να ξέρεις τι λέει η Μερσέντες Σόσα στα τραγούδια της, στο αποκαλύπτει μέσα από την αναπνοή της. Σε συγκινεί γιατί το έχεις μέσα σου, το περιέχεις, και η τέχνη απλά στο αποκαλύπτει.










Πάμε λίγο και στο δικό σας έργο. Δίνατε έτοιμα έργα, ή κατά παραγγελία;

Και τα δύο. Το θέμα είναι καταρχήν το εξώφυλλο να είναι ωραίο, καλαίσθητο, αλλά να βρίσκετα και κοντά στη φιλοσοφία του μουσικού και του ποιητή.
Ποια διαδικασία ακολουθούσατε για τη δημιουργία των κατά παραγγελία έργων;

Άκουγα το έργο πριν βγει και προσπαθούσα να μπω στην ατμόσφαιρά του. Αν ήταν το έργο δραματικό, δεν θα ζωγράφιζα μια πεταλούδα. Την ατμόσφαιρα αποτύπωνα, όχι τη θεματολογία. Το εξώφυλλο του δίσκου δεν το αντιμετώπισα σαν εικονογράφηση ενός παραμυθιού όπου "ο Γιαννάκης παίζει μπάλα" και έχουν ένα παιδάκι που κλωτσάει μια μπάλα. Το κρίσιμο πάντα για το εξώφυλλο ενός δίσκου είναι το τι εκπέμπει το έργο.
Σαν τέχνες, η ζωγραφική και η μουσική έχουν κάποια σχέση;

Όλες οι τέχνες έχουν κάποια σχέση, η γλώσσα διαφέρει. Η μουσική έχει τις νότες, η ποίηση τον λόγο, η ζωγραφική τα χρώματα και το σχέδιο. Οι τέχνες λένε τα ίδια πράγματα με διαφορετική γλώσσα.
Πολύς λόγος έχει γίνει για το θέμα της ελληνικότητας ως καλλιτεχνικό πρόταγμα. Χαρακτηρίζει η ελληνικότητα το έργο σας, και τι σημαίνει αυτό;

Όταν ένας άνθρωπος ζει σε έναν τόπο, τα βιώματά του δεν προέρχονται από αυτό τον τόπο; Άρα, το έργο του θα μεταφέρει την αίσθηση αυτού του τόπου, ο οποίος έχει τόσα πράγματα να μας δείξει -και δεν εννοώ αρχαία αγάλματα και ναούς. Εννοώ την αίσθηση του τόπου, τους ανθρώπους, τον αέρα, τα αρώματα, τα λουλούδια. Αυτός που ζει στη Λαπωνία έχει άλλα βιώματα που μπορεί να είναι και πιο σημαντικά, αλλά πάντως είναι τα δικά του.
Ποια ήταν η σχέση σας με τους εταιριάρχες;

Το προξενιό με τις εταιρείες το έκαναν ο Χατζιδάκις, και οι υπόλοιποι δημιουργοί γενικά. Αν άρεσε στο Χατζιδάκι αυτό που έκανα, ήταν τελειωμένη υπόθεση. Είχαν τέτοιο κύρος και τέτοια δύναμη οι καλλιτέχνες αυτοί που δεν διανοείτο ο Λαμπρόπουλος ή ο Πατσιφάς να διαφωνήσουν. Μόνο οι οικονομικές λεπτομέρειες ήταν προς διαπραγμάτευση, όχι οι καλλιτεχνικές. Οι άνθρωποι των εταιρειών είχαν παιδεία, δεν ήταν τυχαίοι ούτε ο Λαμπρόπουλος, ούτε ο Πατσιφάς. Βέβαια, όταν έκανα εξώφυλλα χωρίς τη μεσολάβηση του συνθέτη, τα πράγματα ήταν αλλιώς, καθώς ήμουν και μικρός όταν ξεκίνησα, 25-26 χρονών. Θα σου πω και κάτι για να γελάσεις. Μια φορά ο Πατσιφάς μου ζήτησε να του κάνω ένα εξώφυλλο, νομίζω για κάποια τραγούδια του Νερούντα. Κάνω το εξώφυλλο, το πάω στον Πατσιφά, το βλέπει και μου λέει: "Τι είναι αυτό; Βιάστηκες, βιάστηκες! Κάτσε δούλεψε να φτιάξεις κάτι καλύτερο". Σε τρεις μέρες πηγαίνω πίσω με το ίδιο εξώφυλλο...το βλέπει και λέει: "Αυτό είναι ωραίο, μπράβο! Έπρεπε να σου βάλω τις φωνές για να κάνεις ένα ωραίο εξώφυλλο!".
Τι έκανε διαχρονική αυτή τη σύνδεση μουσικής και ζωγραφικής στο ελληνικό τραγούδι;

Το περιεχόμενο των δίσκων έκανε διαχρονικά αυτά τα έργα, όχι το εξώφυλλο. Αν το μουσικό έργο δεν είναι καλό, και Πικάσσο να του βάλεις στο εξώφυλλο, δεν ζει. Αν το έργο είναι σημαντικό, δεν έχει ανάγκη από εξώφυλλο. Οι μουσικοί ήθελαν να είναι ωραίο το πακέτο που προσέφεραν, δεν σημαίνει όμως ότι μας είχαν και ανάγκη.
Εσείς τους είχατε; Υπήρξαν τα εξώφυλλα ένα μέσο διεύρυνσης του κοινού σας;

Βέβαια! Όλα αυτά βοηθάνε τον καλλιτέχνη σε όλα τα επίπεδα γιατί το εξώφυλλο βγαίνει στον κόσμο, κάνει γνωστό τον καλλιτέχνη σε ένα ευρύτερο κοινό, αλλά και γιατί προκαλούν τον καλλιτέχνη να βρει ιδέες και να φτιάξει κάτι καινούργιο. Όλα αυτά είναι μια αλληλουχία. Μην ξεχνάς τη λαϊκή παροιμία: "το αγώι ξυπνάει τον αγωγιάτη".
Κάποια από τα μουσικά έργα για τα οποία φιλοτεχνήσατε εξώφυλλα ήταν βαθιά πολιτικά. Του Χατζιδάκι ίσως με έναν έμμεσο τρόπο...

Καθόλου έμμεσο! Μην μπερδεύετε τα πολιτικά με τα κομματικά! Ένα έργο είναι πολιτικό όταν αναφέρεται στους πολίτες και καλλιεργεί το πνεύμα, την αισθητική και τις αξίες τους, και όχι όταν εξυπηρετεί κάποιο κόμμα. Πολιτικά είναι τα έργα που βρίσκονται πέρα από την τρέχουσα πολιτική. Και ο Χατζιδάκις ήταν ο πιο πολιτικός από όλους!
Ωραία! Αυτή η πολιτική διάσταση λοιπόν, πώς εκφράστηκε στο έργο σας;

Αν το έργο μου μεταφέρει τις αξίες ενός πολιτικού δημιουργού, τότε είναι και αυτό πολιτικό.






Τρίτη 28 Ιουλίου 2009

Η εκκλησία και η κυβέρνηση λογοκρίνουν τον Κώστα Γαβρά

Ούτε η Ακρόπολη, ούτε το Μουσείο της μας αξίζουν. Τέτοιος τόπος, τέτοια ιστορία, τέτοια ομορφιά, και μια κοινωνία ανάξια να ανταποκριθεί στο ελάχιστο σε όλα αυτά, ανάξια να τα εκτιμήσει και να σταθεί στο ύψος τους. Μου 'ρχεται στο νου το απόσπασμα του Καζαντζάκη...αν και θα ήθελα μαζί με τους Ρωμιούς να ξεπλυθεί και η οργανωμένη εκκλησία, καθώς και η κυβέρνησή της (μας)...

"Θάλασσα, χινοπωριάτικη γλύκα, φωτολουσμένα νησιά, διάφανο πέπλο από ψιλή βροχούλα που έντυνε την αθάνατη γύμνια της Ελλάδας. Χαρά στον άνθρωπο, συλλογίζουμαι, που αξιώθηκε, προτού πεθάνει, ν’ αρμενίσει το Αιγαίο.
Πολλές χαρές έχει ο κόσμος ετούτος – γυναίκες, φρούτα, ιδέες· μα να ’ναι χινόπωρο τρυφερό και να σκίζεις το πέλαο ετούτο, μουρμουρίζοντας τ’ όνομα του κάθε νησιού, θαρρώ δεν υπάρχει χαρά που να βυθίζει περισσότερο την καρδιά του ανθρώπου στην Παράδεισο.
Πουθενά αλλού δεν μετατοπίζεσαι τόσο γαληνά και πιο άνετα από την αλήθεια στ’ όνειρο· τα σύνορα αραιώνουν και τα κατάρτια και του πιο σαράβαλου καραβιού πετούν βλαστούς και σταφύλια· αλήθεια, εδώ, στην Ελλάδα, το θάμα είναι ο σίγουρος ανθός της ανάγκης.
Κατά το μεσημέρι η βροχή είχε σταματήσει, έσκισε ο ήλιος τα σύννεφα και πρόβαλε δροσερός, τρυφερός, νιολουσμένος και κανάκιζε με τις αχτίδες του τ’ αγαπημένα νερά και χώματα.
Στεκόμουν στην πλώρα και περιχαιρόμουν, ως την άκρα του ουρανοθάλασσου, το θάμα· και μέσα στο βαπόρι οι τετραπέρατοι Ρωμιοί, τα μάτια τ’ αρπαχτικά, τα ψιλικατζίδικα μυαλά, οι μικροπολιτικοί καβγάδες, ένα ξεκουρδισμένο πιάνο, τίμιες φαρμακερές κυράτσες, μοχθηρή, μονότονη επαρχιώτικη μιζέρια. Σου ερχόταν να πιάσεις το βαπόρι από τις δυο άκρες, να το βουτήξεις στη θάλασσα, να το τινάξεις καλά καλά, να φύγουν όλα τα ζωντανά που το μολεύουν – άνθρωποι, ποντίκια, κορέοι – και να το ανεβάσεις πάλι απάνω στα κύματα, αδειανό και φρεσκοπλυμένο".
Νίκος Καζαντζάκης, Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά.


Για την ιστορία, παραθέτω αποσπάσματα από την ανακοίνωση του Κώστα Γαβρά - δυστυχώς πουθενά δεν αναπαράγεται ολόκληρη, μέχρι κι αυτή "λογοκρίθηκε" και κουτσουρεύτηκε από τους δημοσιογράφους -μαζί με την απαίτηση έστω και τώρα, κατόπιν εορτής, οι χουντο-λογοκριτές του Γαβρά να ανακαλέσουν την απαράδεκτη απόφασή τους. Κυβερνο-Παπαδο-Ταλιμπάν με την κακιά σκουριά, κάτω τα ξερά σας από το έργο του Γαβρά και από τα μάρμαρα της Ακρόπολης. Ανάθεμα κι αν καταλάβατε τίποτε απ' αυτά...
ηρ.οικ.
-----


"Βρίσκω πολύ λυπηρό και απαράδεκτο για την Ελλάδα, μια χώρα που είναι και μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης, αυτό που συνέβη: το να υποκύψει δηλαδή η Πολιτεία στις πιέσεις εκπροσώπων της Εκκλησίας και να προβεί σε αυτήν την πράξη παρέμβασης σ' ένα φίλμ που αναφέρεται σε ιστορικά γεγονότα. Ο,τι απεικονίζεται σε αυτό το μικρό φίλμ είναι ιστορικά αποδεδειγμένο. Αναφέρεται στις καταστροφές που έχει υποστεί ανά τους αιώνες το μνημείο, από τους ανθρώπους. Οι πρώτοι χριστιανοί έκαναν αρκετές καταστροφές στα μνημεία και στα γλυπτά για διάφορους λόγους, ορισμένες φορές επειδή απλώς τους είχε σκανδαλίσει η γύμνια των αγαλμάτων. Η ιδέα του φιλμ ήταν να διατρέξουμε τις καταστροφές που έχει υποστεί το μνημείο από το ανθρώπινο χέρι για να φτάσουμε και στη μέγιστη καταστροφική πράξη του Ελγιν. Τα σημαντικότερα προβλήματα που αντιμετώπισε, άλλωστε, το μνημείο ήταν από τους ανθρώπους. Αν δεν υπήρχαν αυτές οι καταστροφικές παρεμβάσεις ίσως η Ακρόπολη να είχε παραμείνει όπως ήταν στην εποχή του Περικλή, πριν από 2.500 χρόνια. Οσο για τις αντιδράσεις των εκπροσώπων της Εκκλησίας, δεν με ξαφνιάζουν. Η Εκκλησία αρνείται πάντοτε την πραγματικότητα, για να σώσει το δόγμα της. Νόμιζα ότι η Ελλάδα είχε ξεφύγει απ' όλες αυτές τις μικρότητες... Λυπάμαι πολύ!
(...)

Σκοπός μου ήταν να δείξω - βασιζόμενος σε αναμφισβήτητα ιστορικά γεγονότα - ότι η 'σταδιακή συρρίκνωση' του Παρθενώνα δεν πρέπει να αποδοθεί σε τυχόν φθορές μέσα στο χρόνο ή σε ενδεχόμενες αδυναμίες της κατασκευής του αλλά αντίθετα οφείλεται στον φανατισμό των ανθρώπων καθώς και στην βαρβαρότητα των διαδοχικών εισβολέων, χωρίς να ξεχνά κανείς τις ασύστολες λεηλασίες του λόρδου Έλγιν, πρέσβη της Μεγάλης Βρετανίας. Στη σκηνή που κόπηκε βλέπουμε μερικούς 'βανδάλους παλαιοχριστιανούς' να καταστρέφουν τα γλυπτά που κοσμούσαν το αέτωμα του ναού θεωρώντας τα είδωλα και αναπαραστάσεις ακολασίας. Φαίνεται ότι ο ελληνικός κλήρος ζήτησε στη Διοίκηση του Μουσείου της Ακρόπολης όπου προβάλλεται η ταινία να κόψει αυτή τη σκηνή. Η ιστορία επαναλαμβάνεται : οι θρησκόληπτοι που άλλοτε ακρωτηρίαζαν τα αγάλματα, σήμερα επεμβαίνουν και κόβουν τις εικόνες. Το πεδίο των λογοκριτών εμπλουτίσθηκε με ανώτερους δημοσίους λειτουργούς των οποίων το καθήκον είναι η προστασία της Δημοκρατίας. Οι νόμοι που προστατεύουν τα Πνευματικά Δικαιώματα των Δημιουργών ( Droits d'Auteur) απαγορεύουν ρητά οποιαδήποτε αλλαγή σε μία κινηματογραφική ταινία χωρίς τη συγκατάθεση του σκηνοθέτη.
(...)

Θέλω να κάνω σαφές το εξής: ο κύριος σκοπός της ταινίας μου είναι να αποδειχθεί ότι ο λόρδος Eλγιν κατέστρεψε μέρος του ναού και έκλεψε τα αγάλματά του για κερδοσκοπικούς λόγους : ο αγοραστής - δηλαδή ο κλεπταποδόχος - ήταν το αγγλικό κράτος. Τα αγάλματα αποτελούν αναπόσπαστο στοιχείο του Παρθενώνα".
ΚΩΣΤΑΣ ΓΑΒΡΑΣ

Δευτέρα 27 Ιουλίου 2009

Για το "Οι Βωξ τραγουδούν Γιάννη Μαρκόπουλο"




ΒΩΞ
ΟΙ ΒΩΞ ΤΡΑΓΟΥΔΟΥΝ ΓΙΑΝΝΗ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟ
ΠΑΖΛ

Ο συνθέτης Γιάννης Μαρκόπουλος είναι μια εμβληματική φιγούρα του «έντεχνου» τραγουδιού, όπως αυτό συνδέθηκε ιστορικά με το αίτημα της κοινωνικής χειραφέτησης. Το καλλιτεχνικό του μέγεθος (Θητεία, Ιθαγένεια, Ανεξάρτητα, κ.α.) καθιστά ενδιαφέρουσα όσο και αμφιλεγόμενη την επαναπροσέγγιση δέκα τραγουδιών του που επιχειρούν οι Βωξ μέσα από τον δίσκο Οι Βωξ τραγουδούν Γιάννη Μαρκόπουλο. Σε κάθε επανεκτέλεση, αυτό που προέχει είναι η ύπαρξη μιας διακριτής καλλιτεχνικής σκοπιμότητας, ενός προτάγματος. Ακούγοντας προσεκτικά τον δίσκο, δεν κατάφερα να ανιχνεύσω κάτι τέτοιο. Οι ερμηνείες των μελών του συγκροτήματος (Ζίνα Αρβανιτίδη, Βαγγέλης Καραπέτρος, Δημήτρης Καρράς) κινούνται στα γνώριμα πλαίσια της χαμηλόφωνης αλλά στομφώδους απαγγελίας, χωρίς εξάρσεις. Οι συγκρίσεις με τον Ξυλούρη και τη Λαβίνα είναι αναπόφευκτες... Οι ενορχηστρώσεις έχουν βασικά ως μόνο φυσικό όργανο το βιολί της Μιχαέλας Ρώτα, αφαιρώντας έτσι την αμεσότητα και εκφραστικότητα των πρώτων εκτελέσεων. Κάποια από τα μεταγενέστερα τραγούδια του δίσκου ήταν ήδη αρκούντως ροκ στην πρώτη τους εκτέλεση· ίσως γι’ αυτό οι Βωξ δανείστηκαν αυτούσια την εισαγωγή του πρώτου «Ηλεκτρικού Θησέα». Στον δίσκο συμμετέχουν ο Λάκης Λαζόπουλος στα «Ταρζάν» και «Τουμπου Τουμπουζα», και ο Μάνος Ξυδούς στο «Οι νικημένοι», ένα καινούργιο τραγούδι σε στίχους Οδυσσέα Ιωάννου. Ο Ιωάννου άθελά του αποτύπωσε τον ίδιο τον Μαρκόπουλο των τελευταίων χρόνων: τώρα που στέγνωσε η ψυχή τους / παρακαλάν για μια αγκαλιά / και όχι για επανάσταση. Ευτυχώς που κάποιοι άλλοι νεότεροι συνεχίζουν να παρακαλάν και για τα δύο. Και ο δίσκος των Βωξ τους δίνει μια καλή αφορμή να γνωρίσουν το έργο του Μαρκόπουλου.

Ηρακλής Οικονόμου
(Εφημερίδα Η ΕΠΟΧΗ)

Κυριακή 26 Ιουλίου 2009

Η Αρλέτα στον κήπο μας




Η Ανδριάνα, η Ράνια, η Καίτη, ο Μάκης, ο Δημήτρης, ο Ηρακλής και ο έτερος Ηρακλής – πουλμανάκι ολόκληρο! - βρεθήκαμε στο Κηποθέατρο Παπάγου την 13η Ιουλίου 2009 και απολαύσαμε την Αρλέτα με τους φίλους της επί σκηνής. Φίλοι της ο Γιώργης Χριστοδούλου και ο Χρήστος Θηβαίος, μαζί με την ορχήστρα, τον Βασίλη Ρακόπουλο στην ηλεκτρική κιθάρα, τον Πέτρο Βαρθακούρη στο μπάσο, τον Ντίνο Αποστόλου στα πνευστά, και πολύ γνωστό μουσικό στην ακουστική κιθάρα, το όνομα του οποίου αδυνατώ να θυμηθώ σήμερα με 43 βαθμούς υπό σκιά (και ζητώ συγνώμη γι’ αυτό). Και για να μιζεριάσω για τα καλά, αλήθεια, γιατί το Δελτίο Τύπου για τη συναυλία δεν ανέφερε τα μέλη της ορχήστρας; Τόσο πολύ τους σνομπάρουμε πια τους μουσικούς;

Η Αρλέτα είπε κάποιες από τις γνωστές της επιτυχίες, όπως το «Τσάι Γιασεμιού», το «Τραγούδι της Ερήμου» και η «Σερενάτα», στην οποία έγινε πανζουρλισμός από τον νεαρόκοσμο που είχε κατακλύσει την πλατεία. Τραγούδησε επίσης το πρώτο της τραγούδι ever, τα «Μικρά Παιδιά», αλλά και το αριστούργημα των Θεοδωράκη-Αναγνωστάκη, «Δρόμοι Παλιοί». Ο Γιώργης Χριστοδούλου τραγούδησε το «Τραγούδι της Λίμνης» της Ελένης Καραΐνδρου και το «Τυχερό αστέρι» του Κωνσταντίνου Βήτα, μαζί με το «ελαφρό» - τι απαίσιος όρος – «Έτσι ειν’ η ζωή» του Κώστα Γιαννίδη. Ο Χρήστος Θηβαίος τραγούδησε κομμάτια από τους «Πέτρινους Κήπους» μαζί με τον «Γορίλα» και τη «Βροχή μου». Στο τέλος, και οι τρεις μαζί με τον έκτακτο προσκεκλημένο Φοίβο Δεληβοριά τραγούδησαν το «Μπαρ το Ναυάγιο», και κάπου εκεί τραβήξαμε το δρόμο της επιστροφής, χαρούμενοι και πλήρεις.








Να πούμε και καμιά κακία; Εξοργιστικά απαράδεκτος ήχος και ερασιτεχνικά πάμπτωχος φωτισμός. Μου φαίνεται ότι κάποιοι ηχολήπτες ξεχνάνε ότι πυρήνας του καλού ήχου είναι καταρχήν να ακούει η ορχήστρα τον εαυτό της, και μετά να ακούει το κοινό την ορχήστρα. Στην πρώτη μισή ώρα τα τέσσερα μέλη της ορχήστρας κοίταζαν την κονσόλα και έκαναν απεγνωσμένα σήματα στον ηχολήπτη, προφανώς επειδή δεν άκουγαν τίποτα από τα μόνιτόρ τους. Μετά, ένα βασανιστικό «γκρρρρρρρρρρ» κάλυψε το μεγαλύτερο μέρος της συναυλίας, το οποίο μάλλον προερχόταν από το μόνιτορ του μπασίστα. Ευτυχώς, τα πράγματα έφτιαξαν προς το τέλος. Γενικά πάντως, ήχος μηδέν και κάκιστος φωτισμός (με την Αρλέτα πότε στο σκοτάδι και πότε στον προβολέα της ανάκρισης), δείγμα του ότι μάλλον δεν κατάλαβαν οι του Κηποθεάτρου ποιους φιλοξενούσαν πάνω στη σκηνή τους. Το γεγονός ότι όσοι πήγαμε στου Παπάγου θα μέναμε έτσι και αλλιώς ευχαριστημένοι, ακόμα κι αν ακούγαμε μόνο μισό τραγούδι από την αγαπημένη μας Αρλέτα, δεν σημαίνει ότι κάποιοι άλλοι δεν έπρεπε να ανταποκριθούν στα στοιχειώδη.

Επίσης, δεν μου άρεσε ότι ο Θηβαίος δεν μπήκε στον κόπο να τραγουδήσει ένα τραγούδι της Αρλέτας. Εντάξει, το καλοκαιρινό πρόγραμμα ενός γνωστού καλλιτέχνη είναι σίγουρα γεμάτο και οι ώρες για πρόβες λιγοστές. Όμως, ένα τραγουδάκι πάνω, ένα κάτω, δεν κάνει τόσο μεγάλη διαφορά στον κόπο και το χρόνο.


Στα ωραία, τώρα… Συγκλονιστική ήταν η παρουσία της νεολαίας. Μιλάμε για αγοράκια και κοριτσάκια 16, 17, 18 χρονών, που είχαν κατακλύσει το χώρο γύρω από τη σκηνή και τις κερκίδες. Πολύ αισιόδοξο ήταν το μήνυμα, κόντρα στη μοιρολατρεία και την απόσυρση των «μεγάλων» που πιστεύουν ότι οι μάχες είναι για να μη γίνονται ποτέ. Η μάχη του ελληνικού τραγουδιού είναι μπροστά μας και δίπλα μας, και όποιος δε συμμετέχει, πρόβλημά του! Ο νέος άνθρωπος διψάει για καλή μουσική και για ένα μεστό, πειστικό μήνυμα, πέρα από «Ζουζούνια» και «Βασ-Βας» (παρεπιπτόντως, ελπίζω να μην τα φάμε στη μάπα για άλλη μια σεζόν…).






Ισχυρή ήταν και η παρουσία της γενιάς του Πολυτεχνείου, στην οποία απευθύνθηκε η Αρλέτα επί σκηνής. Συγκεκριμένα, ευχαρίστησε τον Κυριάκο Ρόκο και κάποιους άλλους φίλους και φίλες της, τα ονόματα των οποίων δεν συγκράτησα, γιατί «καταφέρνουν και συνεχίζουν σήμερα». Πραγματικό κατόρθωμα για μια γενιά που έζησε το αναποδογύρισμα των πάντων - αλλά και δυστυχώς συμμετείχε σ’ αυτό.


Πιο φορτισμένη στιγμή της συναυλίας ήταν σίγουρα η συνύπαρξη επί σκηνής της Αρλέτας με τον Γιώργη Χριστοδούλου, και το συναισθηματικό ξέσπασμά τους στο τραγούδι «Έτσι ειν’ η ζωή». Κλάμα πολύ και πραγματικό, γενναιόδωρο και αβίαστο, χωρίς σταγόνες σαπουνόπερας για τα μάτια. Και, όχι, δεν ήταν για την Αρλέτα το κλάμα, η οποία ξεπέρασε για τα καλά την περιπέτεια με την υγεία της. Το κλάμα του Χριστοδούλου και της Αρλέτας ήταν για όλους μας.

Το σημαντικότερο: η Αρλέτα είναι καλά και σύντομα θα κυκλοφορήσει καινούργια τραγούδια. Η ικανότητά της να μαγεύει τον κόσμο με τις μελωδίες και τις ιστορίες της είναι εκεί, ίδια και απαράλλαχτη. Το χιούμορ της, ο αυτοσαρκασμός, ακόμα και η πολιτική της θέση – τα άκουσαν ένα χεράκι οι Αμερικάνοι αλλά και η Ελλαδίτσα μας – είναι κι αυτά εκεί, πάντα παρόντα. Εκεί και ο κόσμος που διψάει για ωραία τραγούδια και τιμά με τον τρόπο του όσους καλλιτέχνες τον προάγουν με την αισθητική τους. Η Αρλέτα ήταν και θα είναι μία απ’ αυτούς. ηρ.οικ.

φωτογραφίες: Ράνια


Σάββατο 25 Ιουλίου 2009

Για το "Τα θεμέλιά μου στα βουνά" της Γλυκερίας και του Μίκη Θεοδωράκη





ΜΙΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ – ΓΛΥΚΕΡΙΑ
ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΑ ΜΟΥ ΣΤΑ ΒΟΥΝΑ
LEGEND

Κάθε νέος δίσκος του Μίκη Θεοδωράκη, συνιστά είδηση. Κι’ αυτό, παρά την αλληλοδιαδοχή κάποιων λανθασμένων επιλογών από τον ίδιο και από τους διαχειριστές του έργου του που δεν ταιριάζουν με το αισθητικό φορτίο του συνθέτη. «Τα θεμέλιά μου στα βουνά» είναι ένας διπλός δίσκος με 37 γνωστά τραγούδια, ερμηνευμένα από τη Γλυκερία, με τη συμμετοχή και των Πασχάλη Τερζή και Δημήτρη Μπάση. Ο συνεκτικός κρίκος του δίσκου είναι ο ρυθμός: όλα τα τραγούδια ανήκουν ρυθμικά στις κατηγορίες του ζεϊμπέκικου, του χασάπικου, του ασίκικου και του απτάλικου.

Νομίζω ότι η Γλυκερία, αυτή η σπουδαία ερμηνεύτρια, άξιζε πράγματι να σταθεί πλάι σε αυτά τα τραγούδια, πέρα από τη δημοτική και ρεμπέτικη παράδοση που τόσο επιτυχημένα έχει ερμηνεύσει. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να συμμεριστούμε στο σύνολό της τη ρήση του Θεοδωράκη, ότι «αυτά τα τραγούδια… βρήκαν τον ιδανικό τους ερμηνευτή». Κάποια, ναι, τον βρήκαν. Όμως, για άλλα που τραγούδησαν π.χ. ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης και ο Στέλιος Καζαντζίδης και που σημάδεψαν την ιστορία ολάκερη του τραγουδιού, δεν μπορεί να ειπωθεί το ίδιο. Η κύρια αξία του δίσκου είναι ηθική, και έγκειται στο γεγονός ότι, επιτέλους, η Γλυκερία τραγουδάει έναν μεγάλο συνθέτη του έντεχνου λαϊκού τραγουδιού. Είναι μια δικαίωση για την ίδια, για τη στιβαρή, βαθιά λαϊκή φωνή, και τη σεμνή παρουσία της. Επίσης, ο δίσκος υπενθυμίζει σε εποχές στεγνές μουσικά τον πλούτο και τους χυμούς του λαϊκού τραγουδιού, όπως το συν-διαμόρφωσε και ο μέγας Θεοδωράκης, ενώ φωτίζει και κάποια λησμονημένα αλλά εξίσου όμορφα τραγούδια του συνθέτη, όπως π.χ. το «Χωρίς Φεγγάρια» από το ιστορικό «Ραντάρ».

Η Λαϊκή Ορχήστρα «Μίκης Θεοδωράκης» ανταποκρίνεται με άνεση και επαγγελματισμό στις απαιτήσεις του έργου του Θεοδωράκη. Στο βιβλιαράκι δεν αναγράφεται το όνομα του ενορχηστρωτή, ίσως γιατί η ενορχήστρωση στη συγκεκριμένη ορχήστρα είναι κυρίως προϊόν συλλογικής δουλειάς. Μεγάλη παράλειψη όμως συνιστά η μη αναγραφή των αρχικών ερμηνευτών. Σημειώστε ότι το τραγούδι που λανθασμένα αναγράφεται στο οπισθόφυλλο ως «Άγγελος Δραπέτης» είναι φυσικά το «Κουτούκι» που τραγούδησε στα «Πικροσάββατα» ο Δημήτρης Μητροπάνος. Τέλος, αναρωτιέμαι τι προσθέτει η επανεκτέλεση του «Κάποτε θα ’ρθουν» από τη Γλυκερία, μερικούς μήνες μόνο μετά την – εξίσου ατυχή - επανεκτέλεση του ίδιου τραγουδιού από τον Γιώργο Νταλάρα. Καλό είναι ένα τραγούδι στοιχειωμένο με την οριακή ερμηνεία ενός Παύλου Σιδηρόπουλου να μένει ανέγγιχτο.


Ηρακλής Οικονόμου
(Εφημερίδα Η ΕΠΟΧΗ)

Παρασκευή 24 Ιουλίου 2009

Γιορτές του Ενιπέα και της Φολόης στην ορεινή Ηλία

Οι γιορτές του Ενιπέα και της Φολόης 2009
Π ο λ ι τ ι σ μ ό ς κ α ι π ε ρ ι β ά λ λ ο ν



Από αυτή τη χρονιά τα καλοκαίρια στην ορεινή Ηλεία θα έχουν τις δικές τους γιορτές μουσικής και πολιτισμού. Γιορτές που θα συνδυάζουν το φυσικό περιβάλλον με την ιστορία της περιοχής. Στις Μηλιές Ηλείας Δήμου Φολόης, στο δρόμο Μηλεών – Νεράιδας, όπου είναι οι πηγές του ποταμού Ενιπέα, γνωστές σαν Άβρα, θα πραγματοποιηθούν φέτος οι Γιορτές του Ενιπέα και της Φολόης. Περιοχή με σπάνια φυσική ομορφιά που την ενισχύουν οι αφηγήσεις των ντόπιων για τους νερόμυλους της Άβρας, τις νεροτριβές αλλά και τις… νεράιδες.



Ο Ενιπέας κατά τη μυθολογία ήταν ωραιότατος ποτάμιος θεός, που τον ερωτεύθηκε η Τυρώ, κόρη του βασιλιά της Ήλιδας, Σαλμωνέα. Αυτός όμως δεν ανταποκρίθηκε στον έρωτά της, έτσι λοιπόν βρήκε την ευκαιρία ο Ποσειδώνας που ήταν ερωτευμένος μαζί της και παίρνοντας την όψη του Ενιπέα την έκανε δική του στις εκβολές του ποταμού. (Όμηρος: Οδύσσεια λ - 235) . Ακόμη και σήμερα οι τοπικοί μύθοι μιλούν για τον Ενιπέα, έναν ωραίο άνδρα να λούζεται στα νερά του ποταμού.

Στο οροπέδιο Φολόη υπάρχει ένα από τα μεγαλύτερα και σπανιότερα δάση, μοναδικό στα Βαλκάνια όπου κυριαρχεί η ευθύκορμη βελανιδιά (δρυς), την οποία ο λαός της περιοχής ονόμασε Κάπελη, που σημαίνει πυκνό δάσος . Το δρυοδάσος της Φολόης, μυθικός τόπος κατοικίας των Κενταύρων, πήρε το όνομά του από τον Κένταυρο Φόλο. Σύμφωνα με την μυθολογία (Απολλόδωρος: Βιβλιοθήκη Β΄) ο Ηρακλής περνώντας από τη Φολόη για να πιάσει τον Ερυμάνθιο κάπρο, φιλοξενήθηκε από τον Κένταυρο Φόλο ο οποίος του προσέφερε κρασί που πήρε από το κοινό πιθάρι των Κενταύρων.

Οι Γιορτές του Ενιπέα και τις Φολόης θα προσπαθήσουν να βρούμε όλα αυτά τα κρυφά δρομάκια της φύσης που μας οδηγούν μέσα της, στις σπηλιές της, στους ίσκιους της, στους μύλους της αλλά και στα κρυφά δρομάκια της ψυχής και της μνήμης μας. Να σταθούμε ενάντια στις οποιεσδήποτε αυθαιρεσίες της εξουσίας, δημόσιας και ιδιωτικής, που κακοποιούν και σκοτώνουν αυτό που η φύση με την πανάρχαια της υπομονή μας έδωσε.

Σκοπός αυτής της προσπάθειας, που διοργανώνει το μουσικό περιοδικό Μετρονόμος, είναι να φέρει στο προσκήνιο τον πολιτισμό του ανθρώπου στην παραγωγή, στη ζωή, στην έκφρασή του, ότι απέμεινε δηλαδή, αν απέμεινε, μετά από τη λεηλασία που υπέστησαν, το διασυρμό και την σπατάλη, από μια σύγχρονη, παχουλή και αναιδή πολιτιστική κατάσταση που ορίζει την υπερβολή και την πρόσθεση ως προϋπόθεση ύπαρξης οποιασδήποτε εκφραστικής προσπάθειας.

Τα Νερά και οι Νεράϊδες είναι για φέτος η βασική ιδέα που γύρω της θα πραγματοποιηθούν Οι γιορτές του Ενιπέα και της Φολόης. Την Παρασκευή 24 Ιουλίου οι γιορτές θα είναι αφιερωμένες στα Νερά και το Σάββατο 25 Ιουλίου στις Νεράιδες. Αφηγήσεις, μικρά δρώμενα , εικόνες και ζωγραφιές από ανθρώπους του τόπου θα συνθέσουν αυτή την προσπάθεια. Στο τέλος κάθε βραδιάς θα ακολουθήσει μουσική παράσταση από δύο «νεράιδες» του σύγχρονου τραγουδιού μας, που αντιστοιχούν με τη θεματική των γιορτών: Την κυρία Σοφία Παπάζογλου πλαισιομένη από τους μουσικούς Ντάσο Κούρτι, ακορντεόν και Βασίλη Κετεντζόγλου, κιθάρα και την κυρία Λιζέτα Καλημέρη με τους Μουσικώς Χύμα.

ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ "ΜΕΤΡΟΝΟΜΟΣ"

Πέμπτη 23 Ιουλίου 2009

Σωτήρης Κακίσης - Τρία ποιήματα από τη συλλογή "Τίγρεις"



Σωτήρης Κακίσης
Τίγρεις
εκδόσεις Ερατώ, σ. 41, 6,27 ευρώ

Οι τίγρεις του Σωτήρη Κακίση είναι η τρυφερότητα η χαμένη και πάντοτε αναδυομένη. Το αιλουροειδές είναι η ψυχή με τις ραβδώσεις της, που θέλει να ξεσχίσει τον ελέφαντα εαυτό: «Εναν ελέφαντα γλυκό σαν κι εμένα τον φοβούνται». Πεζόμορφα ποιήματα παραληρηματικά, σαν σκιές που ζωή ζητούν για να κινηθούν αυτά τα φαντάσματα, οι σκέψεις.
Τα λόγια δεν είναι αρκετά, είναι όμως υπεραρκετές οι εικόνες, όταν εννοούν τον κόσμο ως οντολογικά κοσμήματα στο νόημα της ζωής. Ο ποιητής καθηλώνει τη σκέψη όχι όταν παραμένει μια καθαρή αφαίρεση στον θόλο του εγκεφάλου, αλλά όταν γίνεται οπτική πραγματικότητα, όταν εκβάλλει ως πράξη, παραδομένη στην προστασία της φυσιοκρατίας. Εκεί βρίσκεται το ελάχιστο καταφύγιο του κουρασμένου ανθρώπου που είδε και έπαθε και γνώρισε. Και ο ποιητής είναι η υπέρβαση του βλέπειν, του πάσχειν και του γνωρίζειν.

Μαρία Κούρση
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠίΑ, Βιβλιοθήκη,
Παρασκευή 15 Μαΐου 2009
-----



των τίγρεων η γενική είναι δόντια πολύ άγρια στων ελαφιών την αλαφράδα συνέχεια από δίπλα, μιά τίγρη από μόνη της μπορεί κοπάδια ήσυχων κι ανήσυχων ποδιών να στείλει χιλιόμετρα πιο πέρα, και σ’ άλλα ξέφωτα, και σ’ άλλα ποτάμια πιο δροσερά, και σ’ άλλη γη της Γης διψασμένα. τρέχει η τίγρη προς όλα τα μέρη σαν βροχή οριζόντια, να δει, να προλάβει, τα πόδια της κάθετα σαν σύννεφα τα περνάει ο αέρας, η ορμή της αόρατα, αέρας διπλός δηλαδή, γίνεται πάλι μιάς ψυχής, μιάς ζωής, ενός ζώου οι κινήσεις, ο διάολος. κι ύστερα κόκκινο πολύ, αέρας βαμμένος, νερό γεμάτο χτεσινό χρόνο, πάλι όμως της Γης τ’ άγια χώματα, την πάντα ακίνητη, απόλυτη αισιοδοξία.
-----



ο ελληνικός λαός δεν μ’ αρέσει. δεν μ’ αρέσει για λαός ο λαός μου, τον θέλω έναν-έναν τον Έλληνα, να μπορώ να τον σφάξω σαν κοτόπουλο εκείνον τον Έλληνα που μες στους λαούς κρύβεται σαν λαός κι αυτός, σαν ένας ακόμα. ύστερα, τα μάτια μας δύο-δύο των ηφαιστείων το κόκκινο άμα θέλουν ας παίρνουν, τότε να μπορώ να ξαναλέω καλύτερα για τους Έλληνες λόγια, σ’ του γυαλού τα βοτσαλάκια να ξανακαθόμαστε δυό-δυό, είπαμε, καβουράκια. ηφαίστεια, μάτια, θεοί, λαοί ολόκληροι δυό άνθρωποι, τέσσερα μάτια. μ’ αρέσει των λαών τα μάτια να μην είναι δεκατέσσερα, τέσσερα μόνο νά ‘ναι, και καλά.
-----



την κυνήγησα πολύ την Κίνα, προς την ανατολή με μιά παλιό-ντακότα μιά ζωή ταξιδεύοντας. κι η Κίνα η πιο σιωπηλή γυναίκα στη Γη απ’ όλες, ποτέ δεν στάθηκε, ποτέ δεν με περίμενε λίγο. από των Ινδιών τις πάντα γκρι, τις πάντα αργές τίγρεις, είπα να μπω στ’ ουρανού το Πεκίνο, να πάρω όλο το στρατό μαζί μου, για τις δικές μου τις πληγές αδιαφορώντας πάλι, τις δικές μου τις ζωές μία-μία χαραμίζοντας. η Κίνα όμως όλο φεύγει, όλο μου ξεφεύγει σαν θεός, σαν ελάφι. η Κίνα πάει όλο και πιο πέρα, από την Ινδία σαν πλοίο ξεκολλάει, σαν τριήρης κίτρινη, χλωμή, σαν ήπειρος άσπρη, σαν κόσμος σκληρός, πολύ σκληρός, άφιλος. σαν γυναίκα αρχαία άφυλη, σαν τίγρης πάντα βαμμένη, χωρίς λόγο πάντα γρήγορη.
-----

Σωτήρης Κακίσης, Τίγρεις, Αθήνα, Εκδόσεις Ερατώ, 2007, σελ. 14, 25, 29.

Τρίτη 21 Ιουλίου 2009

18 ευρώ και 10 λεπτά. Τα ψάχνατε και δεν τα βρίσκατε;

Πολλές φορές είναι καλύτερο να μιλάς και μετά να σιωπάς εν πλήρη ηρεμία, παρά να σιωπάς και μετά να μιλάς με τις τύψεις σου εν πλήρη τρικυμία . Θα προτιμήσω το πρώτο.

Πέρασα σήμερα από δισκοπωλείο κεντρικής αλυσίδας στο αεροδρόμιο της Αθήνας. Το συμπέρασμα είναι σαφές: πλέον, τα παλιά cd (με τις παλιές τιμές) δεν βρίσκονται ούτε με σφαίρες. Τη θέση τους έχουν πάρει δεκάδες «επανεκδόσεις». Τι σημαίνει επανέκδοση; Βασικά, παίρνουμε το παλιό έργο, του κάνουμε - κάποιες φορές - νέα επεξεργασία ήχου, του αλλάζουμε κουτί, αντί για πλαστικό του βάζουμε «οικολογικό» χαρτονάκι (με ολίγο αναπόφευκτο «οικολογικό» πλαστικό), συνήθως κρατάμε το παλιό εξώφυλλο (άρα μηδέν κόστος) ή βάζουμε άλλο (χωρίς την άδεια των αρχικών συντελεστών), και στο τέλος κολλάμε και μια καινούργια τιμή στο οπισθόφυλλο. Τι τιμή; Ε, ψιλοπράγματα, 18 Ευρώ δηλαδή, και 10 λεπτά! Αυτή είναι τουλάχιστον η τιμή με την οποία πωλούνται όλες οι επανεκδόσεις γνωστού δισκογραφικού ομίλου. Όχι ότι η κατάσταση σε άλλον γνωστό δισκογραφικό όμιλο είναι πολύ διαφορετική… απλά εκεί η επανέκδοση πάει ολίγα Ευρώ φτηνότερα. Η ουσία όμως της εκμετάλλευσης δεν αλλάζει.

Το ότι οι επανεκδόσεις δεν είναι επανεκδόσεις – τουλάχιστον όχι όλες, ούτε καν οι περισσότερες - αποδεικνύεται από μια απλή δειγματοληψία. Την έκανα και σας μεταφέρω τα αποτελέσματα: το «Σαμποτάζ» της Πλάτωνος βρίσκεται στο ράφι στην αρχική του έκδοση, στην τιμή των 13 Ευρώ, και σε «επανέκδοση» στην τιμή των 18 Ευρώ. Ίδια cd, δίπλα-δίπλα το καθένα, ίδια έργα, ίδια εξώφυλλα, αλλά 5 Ευρώ διαφορά. Γιατί; Δεν έχω ιδέα. Προφανώς η έκδοση ενός cd σήμερα κοστίζει πολύ πιο φτηνά σε σχέση με 10-15 χρόνια πριν, δεδομένης της τεχνολογικής εξέλιξης. Άρα, αν η πρώτη έκδοση του «Σαμποτάζ» κοστίζει 13 Ευρώ, η «επανέκδοση» θα έπρεπε να κοστίζει 7-8 Ευρώ. Απλά πράγματα.


Κάποιες επανεκδόσεις πράγματι αφορούν έργα που δεν βρίσκονται πια. Όμως, συνυπεύθυνη για την αρχική εξαφάνιση των έργων είναι συχνά και η ίδια η εταιρεία, μέσα από πρακτικές απόσυρσης που εξυπηρετούν στενά οικονομικά δεδομένα. Πολύ φοβάμαι – δεν έχω όμως στοιχεία για να το υποστηρίξω - ότι για χάρη των επανεκδόσεων θυσιάζεται το στοκ των πρώτων εκδόσεων. Όπως για να κρατηθεί ψηλά η τιμή των φρούτων πετάει η Ελλάδα στις χωματερές τα πορτοκάλια της, έτσι υποψιάζομαι ότι πετιέται και ό,τι υπάρχει στις αποθήκες για να βγει ξανά σε «επανέκδοση». Βεβαίως, κάποιες φορές αυτό δεν γίνεται σωστά, και έτσι βρίσκουμε στο ίδιο ράφι δύο «Σαμποτάζ» με 5 Ευρώ διαφορά. Γενικά όμως, νομίζω ότι η δουλειά γίνεται υποδειγματικά, αλλιώς δεν εξηγείται ότι κάθε φορά που πηγαίνω στο δισκάδικο οι παλιές εκδόσεις εξαφανίζονται ολοένα και ταχύτερα, με ρυθμούς καταιγιστικούς! Ή η αγορά δίσκου πηγαίνει θαυμάσια και ο κόσμος ψωνίζει Λοΐζους και Μούτσηδες και Μαμαγκάκηδες με το κιλό – άρα κάποιος μας κοροϊδεύει σε σχέση με τις πραγματικές πωλήσεις των δίσκων -, ή υπάρχουν αρουραίοι στα δισκάδικα που τσιμπολογάνε παλιές εκδόσεις τη νύχτα. Όπως και να’ χει, το συμπέρασμα είναι ίδιο: σε λίγο δεν θα έχει μείνει παλιά έκδοση ούτε για δείγμα, μόνο και μόνο για να αγοράζουμε cd δύο και τριών δεκαετιών δίνοντας ένα μεροκάματο.

Εκτός από ένα θέμα με την τιμή, θέμα υπάρχει και με κάποιες παράλληλες πρακτικές που ολοένα και πληθαίνουν. Πρακτική πρώτη: η επανέκδοση έργων χωρίς την προηγούμενη ενημέρωση του δημιουργού. Ούτε ένα τηλέφωνο δηλαδή, του στυλ "γεια σου, σου επανεκδίδω το τάδε έργο σου". Πρακτική δεύτερη: η επανέκδοση έργων με διαφορετικό εξώφυλλο, χωρίς την άδεια του δημιουργού, λες και το εξώφυλλο δεν αποτελεί μια ενότητα με το μουσικό περιεχόμενο του έργου. Πρακτική τρίτη, και χειρότερη: η επανέκδοση έργων με διαφορετικό τίτλο από τον αρχικό! Θέλετε παράδειγμα; Το είδα σήμερα με τα ίδια μου τα μάτια, και μου 'ρθε σκοτοδίνη. Ο δίσκος της αείμνηστης Βίκυς Μοσχολιού "Λαϊκά τραγούδια απ' όλο τον κόσμο" του 1978 επανεκδόθηκε (άγνωστο το γιατί... πάντως μέχρι πριν από 2-3 μήνες έβρισκα παλιά αντίτυπα στα ράφια) με τον απίθανο τίτλο "Πέρα στους πέρα κάμπους". Από τον ...κάμπο έρχομαι και στην κορυφή κανέλα.

Από περιέργεια, αφού τελείωσα με τα εγχώρια, έκανα βόλτα και στα ράφια με τα ξένα cd. Εκεί έπαθα πραγματική κατάθλιψη. Το καινούργιο cd του Bob Dylan πωλείται με 9 Ευρώ. Οι επανεκδόσεις των Deep Purple (πήρα τη συλλογή “Purplexed” για να ακούσω την 100η επανεκτέλεση του αγαπημένου μου “Child in Time”) πωλούνται προς 7 Ευρώ και 50 λεπτά. Το ίδιο και όλη η υπόλοιπη αφρόκρεμα της κλασικής ροκ, από Floyd και Dylan μέχρι Led και Stones. Πώς γίνεται ρε παιδιά να αγοράζω τα - εισαγόμενα - cd του Leonard Cohen προς 7 Ευρώ, και οι επανεκδόσεις του Γιώργου Μητσάκη και του Μπάμπη Γκολέ να κοστίζουν 18 Ευρώ; Αλλά και πώς γίνεται οι κανονικοί δίσκοι του Γκολέ να κοστίζουν 15 Ευρώ, και οι «επανεκδόσεις» του 18;

Απάντηση σε αυτή την κατάσταση μπορεί να υπάρξει, αλλά απαιτεί συλλογική οργάνωση και κινητοποίηση, η οποία για την ώρα ...δεν προβλέπεται. Κίνημα πολιτισμού δεν υπάρχει, η Αριστερά ασχολείται με τις καρέκλες και δεν έχει καιρό να πει μια λέξη για μουσική και λαϊκή κουλτούρα, και γενικώς κανένας δεν φαίνεται να καίγεται για το ορίτζιναλ μουσικό έργο στην εποχή του παράνομου downloading και των κλεψίτυπων cd. Πάντως, όσοι επιμένουμε να ψωνίζουμε cd νομίμως - και μπράβο μας! -, μπορούμε να διαμαρτυρηθούμε για την τιμή των «επανεκδόσεων» με την αγοραστική μας δύναμη - όση τέλος πάντων μας έχει μείνει. Εγώ σήμερα δεν ακούμπησα ούτε ένα από τα cd των 18 Ευρώ, όχι μόνο επειδή προφανώς δεν περισσεύουν λεφτά, αλλά και επειδή δεν περισσεύει υπομονή. Αντιγράφω από την απόδειξη: Αρλέτα «Εκτός Έδρας & Μετά Τιμής»-7.50 Ευρώ, Στέλλα Χασκίλ «Η χρυσή εποχή»-6.90 Ευρώ, Ελένη Βιτάλη «Χορέψτε γιατί χανόμαστε»-6.90 Ευρώ, Δημήτης Πουλικάκος «Μεταφοραί Εκδρομαί ο Μήτσος»-6.90 Ευρώ, Βίκυ Μοσχολιού «Τραγούδια της Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου»-8.50 Ευρώ, Μελίνα Τανάγρη «Μελίνα, απ’ το μέλι»-6.90 Ευρώ. Δεν ξέρω αν το καταλαβαίνουμε, αλλά η διαφορά του 6.90 από το 18.10 είναι περίπου 150% πιο πάνω! ΕΚΑΤΟΝ ΠΕΝΗΝΤΑ ΤΟΙΣ ΕΚΑΤΟ!!! Με τη βούλα της υψηλής τέχνης! Ευχαριστώ, αλλά δεν θα πάρω. Κάτι τέτοιο ούτε το έψαχνα, ούτε χαίρομαι που το βρήκα.
ηρ. οικ.

ΥΓ (24/8/2009): Παρόλο που το κείμενο είναι μάλλον ξεκάθαρο ως προς τους υπεύθυνους αυτού του φαινομένου, κάποιοι αναγνώστες - αλλά και κάποιοι φίλοι εκτός blog - παραπονέθηκαν για το αντίθετο. Για να το πούμε λιανά, λοιπόν, πρωτομάστορας στο φαινόμενο των επανεκδόσεων ελληνικού ρεπερτορίου είναι η Εταιρεία Γενικών Εκδόσεων - ΛΥΡΑ που ανήκει στον Όμιλο Γιαννίκου. Από κοντά ακολουθεί και η MINOS-EMI, η οποία όμως παράλληλα με τις επανεκδόσεις διαθέτει σε μάλλον χαμηλές τιμές ένα μέρος του τεράστιου στοκ της. Συγκριτικά πάντως, ο μεγαλύτερος όγκος των επανεκδόσεων αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα βασίζεται στον κατάλογο της ΛΥΡΑ.

Δευτέρα 20 Ιουλίου 2009

Για το "Κρητών νόστος" του Στέλιου Μπικάκη


ΣΤΕΛΙΟΣ ΜΠΙΚΑΚΗΣ

ΚΡΗΤΩΝ ΝΟΣΤΟΣ
MBI

Ο τελευταίος δίσκος του Κρητικού λυράρη, συνθέτη και τραγουδιστή Στέλιου Μπικάκη περιέχει 14 τραγούδια, τα οποία συνομιλούν τόσο με την Κρητική παράδοση όσο και με τις νεότερες τάσεις του ελληνικού τραγουδιού. Όλα τα τραγούδια ερμηνεύονται από τον Μπικάκη με την έντονα συναισθηματική, «κανταδόρικη» διάθεσή του, εκτός από το «Η κάθε μου αναπνοή» του Γιάννη Σεισάκη, το οποίο ερμηνεύει ο ίδιος. Tο «Να καούν τα ξερά» του πρόσφατα χαμένου Σταμάτη Μεσημέρη σηματοδοτεί και τη στροφή του Κρητικού καλλιτέχνη προς ένα διευρυμένο ρεπερτόριο και ακροατήριο. Όμως, από το «Κρητών Νόστο» δεν λείπουν και πιο παραδοσιακά ακούσματα, όπως συρτά και ριζίτικα. Μεγάλες στιγμές του δίσκου είναι το παραδοσιακό «Ψηλά βουνά», η διασκευή του «Τον καινούριο σου έρωτα» του μεγάλου Κώστα Μουντάκη, και το απογειωτικό χασαποσέρβικο «Κρητικά ακρογιάλια».

Γενικά, ο Μπικάκης έχει καταφέρει να αναδειχθεί σε έναν εκ των κορυφαίων εκπροσώπων της Κρητικής μουσικής, σεβόμενος την κληρονομιά του τόπου του αλλά παραμένοντας ανοιχτός στο καινούργιο. Είναι αναμφισβήτητα δύσκολο να ισορροπείς ανάμεσα στα αιτήματα της αυθεντικότητας και του εκσυγχρονισμού. Ο Μπικάκης όμως κερδίζει το στοίχημα, κρατώντας σαφείς αποστάσεις από την ευτέλεια ενός ψευτο-παραδοσιακού προτύπου που ολοένα και κερδίζει έδαφος στο χώρο της μαζικής μουσικής παραγωγής. Η ενορχήστρωση του Αντώνη Ζαχαράκη στέκεται σύμμαχος σε αυτή την επιτυχή έκβαση, προκρίνοντας τη λύρα, το βιολί και το λαούτο έναντι των οποιονδήποτε ψηφιακών ευκολιών, αλλά και ενσωματώνοντας παράλληλα την «έντεχνη» συνοδεία της ακουστικής κιθάρας. Εξαιρετική είναι η ηχοληψία του Μιχάλη Μαυράκη, που μετατρέπει το στούντιο σε κάτι-σαν-ζωντανή ηχογράφηση. Τέλος, η θεματολογία των στίχων είναι βασικά ερωτική, με αναφορές στην Κρήτη που αποφεύγουν ευτυχώς το φολκλόρ: «Ο τόπος που γεννήθηκα / και μ’ έχει αναθρέψει / ζει με αντάρτικη καρδιά / και ελεύθερη τη σκέψη». Δεν λείπουν και οι πινελιές κοινωνικής κριτικής στο τραγούδι «Οι πολιτικοί»: «Παραμονές των εκλογών / μας αγαπούνε όλοι / μα μόλις πέσει η ψήφος μας / μας παίρνουν οι διαόλοι». Σωστός!


Ηρακλής Οικονόμου

(Εφημερίδα Η ΕΠΟΧΗ)

Κυριακή 19 Ιουλίου 2009

Για το "Άσπρο μαντήλι ανέμιζε" των Μάριου Τόκα και Κώστα Φασουλά




ΜΑΡΙΟΣ ΤΟΚΑΣ - ΚΩΣΤΑΣ ΦΑΣΟΥΛΑΣ
ΑΣΠΡΟ ΜΑΝΤΗΛΙ ΑΝΕΜΙΖΕLEGEND

Πέρυσι αποχαιρετήσαμε τον Μάριο Τόκα. Πριν φύγει για πάντα, ο Κύπριος συνθέτης πρόλαβε να μας χαρίσει το Άσπρο μαντήλι ανέμιζε, έναν δίσκο σε στίχους του Κώστα Φασουλά και ερμηνεία του Βασίλη Σκουλά. Τα 10 τραγούδια του δίσκου κινούνται μουσικά στο ρεύμα δημιουργικής σύμπλευσης του "έντεχνου" τραγουδιού με στοιχεία της παραδοσιακής μουσικής. Ο Τόκας παρέδωσε ένα δίσκο που δεν παραπέμπει στις μεγάλες λαϊκές επιτυχίες του παρελθόντος, αλλά διαχέει έναν χαμηλόφωνο, κατασταλαγμένο λυρισμό. Ξεχωρίζουν τα μελωδικότερα κομμάτια: Πέρνα με απέναντι στο φως, Σαν δαχτυλίδι, και Ανάμεσα στο γέλιο και το δάκρυ. Υπεύθυνος για τις ενορχηστρωτικές επιλογές του έργου που επικυρώνουν με φυσικά όργανα τη σύμπλευση έντεχνης δημιουργίας και παράδοσης είναι ο Πάρις Περυσινάκης από την Κρήτη, που έχει ήδη παρουσιάσει δισκογραφικά το μουσικό του φορτίο (με πιο πρόσφατο Τ' άστρη του ουρανού). Οι στίχοι του Φασουλά εκφράζουν με λιτότητα το ερωτικό συναίσθημα σε όλες του τις εκφάνσεις. Πλάι στην ερωτική θεματολογία, συναντάμε και την αγωνία του στιχουργού για την πορεία του ελληνικού τραγουδιού: τραγούδι μου απροστάτευτο / φυλάξου απ' τα τραγούδια / αυτά που σε τραυμάτισαν / κι ας μοιάζαν αγγελούδια. Ο Σκουλάς, μια από τις σταθερότερες ερμηνευτικές αξίες της Κρητικής μουσικής, κινείται με άνεση σε ένα πεδίο που δεν μας έχει συνηθίσει μέχρι σήμερα, αν και οι χαμηλές στροφές του δίσκου δεν ταιριάζουν πάντα στο δυναμισμό της φωνής του. Σε δύο τραγούδια συμμετέχουν ο Παντελής Θαλασσινός και η Μαρία Αλεξίου. Συνολικά, στο Άσπρο μαντήλι ανέμιζε ο ακροατής θα συναντήσει ένα ομοιογενές και καλαίσθητο σύνολο χωρίς εξάρσεις, αλλά και τον επίλογο της πορείας ενός ξεχωριστού δημιουργού.


Ηρακλής Οικονόμου
(Εφημερίδα Η ΕΠΟΧΗ)

Για τους "Πέτρινους κήπους" του Χρήστου Θηβαίου





ΧΡΗΣΤΟΣ ΘΗΒΑΙΟΣ
ΠΕΤΡΙΝΟΙ ΚΗΠΟΙ
LEGEND

Ο νέος δίσκος του Χρήστου Θηβαίου περιλαμβάνει 11 ακουστικές, τζαζ & ροκ μπαλάντες, ερωτικής θεματολογίας με στοιχεία οικολογικού προβληματισμού, τα περισσότερα σε στίχους και μουσική του ίδιου. Σε αυτά περιλαμβάνεται η μεταφορά στα ελληνικά του "Forget her", του πρόωρα χαμένου αμερικάνου τραγουδοποιού Jeff Buckley, σε στίχους Μάνου Ελευθερίου. Ξεχώρισα το λαϊκότροπο «Κι αν τύχει» με την Ελένη Τσαλιγοπούλου στη β’ φωνή και το ερωτικό σπάραγμα του Γιώργου Ανδρέου «Για μας τους δυο», μαζί με τα «Εσύ η πόλη μου», «Τα δέντρα» και το «Ας χαθείς».

Δεν λείπουν οι πολιτικές αναφορές στο τραγούδι «Το νερό», με Μόσταρ και Βελιγράδι και ποτάμια αιχμάλωτα πολέμων και χρηματιστηρίων. Όμως, αυτή η πολιτική διάσταση δεν εκφράζεται με αμεσότητα στο μουσικό πεδίο, καθώς λείπει το στοιχείο του δυναμισμού, της ευδιάκριτης, ενοποιητικής μελωδίας. Με άλλα λόγια, τραγούδια όπως ο «Εφιάλτης της Περσεφόνης» ενός Χατζιδάκι παραμένουν αξεπέραστα βέλη στη μουσική φαρέτρα της οικολογίας, επειδή εξέφραζαν ένα συλλογικό μήνυμα αλλά ήταν και σε θέση να τραγουδηθούν συλλογικά (και όχι να συνοδέψουν καμπάνιες Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων). Όπως και στην πολιτική, έτσι και στη μουσική, το «πράσινο» του λόγου καλό είναι να συνοδεύεται από το «κόκκινο» της (μουσικής ή πολιτικής) πράξης.

Ενορχηστρωτικά, οι πινελιές της Βάσως Δημητρίου ξεχωρίζουν, για τον έντονο λυρισμό και τη στιβαρότητά τους. Αναρωτιέμαι γιατί δεν δόθηκε σε αυτήν το σύνολο της ενορχήστρωσης, καθώς η ίδια αποδεδειγμένα διαθέτει το μαγικό ραβδάκι. Άξιο λόγου είναι το πρωτότυπο, αναγεννησιακό άρωμα των Lyrae Cantus στα «Δέντρα». Ερμηνευτικά, ο Θηβαίος ανήκει σε εκείνους τους καλλιτέχνες που είτε γουστάρεις και αποδέχεσαι, είτε απεχθάνεσαι. Ανήκω στους πρώτους, που έλκονται από την ιδιότυπη βραχνάδα του και την έντονη εκφραστικότητά του. Καλό είναι, βέβαια, σε επόμενα έργα να εγκαταλειφθεί η συνεχής, επίμονη χρήση του καταρχήν ευπρόσδεκτου φωνητικού τζαμαρίσματος και της συνοδείας της μελωδίας με άναρθρα, «μπλουζ» επιφωνήματα. Συνολικά, οι «Πέτρινοι Κήποι» είναι ένα βήμα μπροστά για τον Θηβαίο, με μισή ντουζίνα ωραία τραγούδια και με μια αξιοζήλευτη συνοχή στην ατμόσφαιρα και τη θεματική τους. Ο δίσκος επιβεβαιώνει τη θέση του Θηβαίου ανάμεσα στους κορυφαίους της γενιάς του, όχι μόνο ως ερμηνευτή αλλά και ως τραγουδοποιού.


Ηρακλής Οικονόμου
(Εφημερίδα Η ΕΠΟΧΗ)

Σάββατο 18 Ιουλίου 2009

Για το "Elephant" των Άλκη Ζοπόγλου & Κοντραμπάντο




ΑΛΚΗΣ ΖΟΠΟΓΛΟΥ & ΚΟΝΤΡΑΜΠΑΝΤΟ
ELEPHANT
ELEPHANT MUSIC

Το έθνικ ως όρος μου προκαλεί καχυποψία. Υποδηλώνει στερεοτυπικά ότι αρκεί δήθεν η αναπαραγωγή της μουσικής με όργανα ξένα προς την παράδοση που αυτή η μουσική εκπροσωπεί, ώστε να επιτευχθεί μια -μηχανιστική- μίξη διαφορετικών πολιτισμών, καταβολών και ό,τι άλλο σκαρφίζονται οι μάνατζερς της παγκόσμιας μουσικής αγοράς. Ο δίσκος Elephant του συγκροτήματος Κοντραμπάντο και του επικεφαλής του, Άλκη Ζοπόγλου, απέχει πολύ από το να υπακούει σε αυτό το στερεότυπο. Τα περισσότερα από τα 12 ορχηστρικά του δίσκου αντιμετωπίζουν το έθνικ ως ένα πρωτογενές και αμοιβαίο μπόλιασμα της Ανατολής και της Δύσης, σε επίπεδο ρυθμού, μελωδίας και ενορχήστρωσης. Εκτός από τις συνθέσεις του, ο Ζοπόγλου καταθέτει τη δεξιοτεχνία του στο κανονάκι. Πάνω στο εκφραστικό αυτό όργανο, οικοδομείται ένας δημιουργικός διάλογος ανάμεσα σε διαφορετικά ηχοχρώματα, από τη ροκ (Simandro) και το βαλκανικό beat (Balkan 6) μέχρι το ταγκό (Beyoglu Tango). Το ομώνυμο Elephant είναι μακράν το κορυφαίο μελωδικά, ενώ το Little Waltz παραπέμπει τον ακροατή σε ένα μυστηριακό ταξίδι στα σοκάκια της Πόλης. Στα πλαίσια της αντίθεσής προς το έθνικ στερεότυπο της «μίξης», θεωρώ μάλλον αδιάφορη τη διασκευή της Γκαρσόνας και άνευ λόγου ύπαρξης την Dub Mix εκδοχή του Stasi. Επίσης, το προβλέψιμο και επαναλαμβανόμενο Saloufa δείχνει τα σαφή συνθετικά όρια του εγχειρήματος. Γενικά όμως, στο Elephant συναντάμε την ευτυχή εκδοχή μιας world music που είναι τόσο ελληνική, όσο και παγκόσμια.


Ηρακλής Οικονόμου
(Εφημερίδα Η ΕΠΟΧΗ)

Παρασκευή 17 Ιουλίου 2009

Για τα "Παραδοσιακά νανουρίσματα" της Δώρας Πετρίδη




ΔΩΡΑ ΠΕΤΡΙΔΗ
ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΝΑΝΟΥΡΙΣΜΑΤΑ
VERSO

Το παραδοσιακό νανούρισμα είναι ένα ιδιαίτερα δύσκολο είδος τραγουδιού. Εκτός από τη βασική μελωδία, ο ερμηνευτής πρέπει να γνωρίζει καλά τα παιχνιδίσματα, τα «στολίδια» του κάθε νανουρίσματος. Ταυτόχρονα, ο ρυθμός χαρακτηρίζεται από παύσεις, ασυνέχειες, και έλλειψη κανονικότητας, ιδιαίτερα όταν το νανούρισμα δεν συνοδεύεται από μουσικά όργανα, όπως στην περίπτωση του δίσκου Παραδοσιακά νανουρίσματα σε ερμηνεία της Δώρας Πετρίδη. Σε τρία κομμάτια συναντάμε και την Μαρίζα Κωχ, η οποία υπογράφει και την παραγωγή. Είναι εμφανές ότι η Πετρίδη ξόδεψε χρόνο και ενέργεια συλλέγοντας από ποικίλες πηγές (από το Αρχείο Μέλπως Μερλιέ μέχρι την Ουρανία Ξυλούρη) και μελετώντας τα 15 νανουρίσματα του δίσκου που προέρχονται από όλες τις γωνιές της Ελλάδας, τον Πόντο και τη Μικρά Ασία. Η ερμηνεία της είναι απαλή, τρυφερή και ακριβής, με σεβασμό προς την παράδοση· ομολογώ όμως ότι ο πιο ζεστός και έντονος χαρακτήρας της φωνής της αειθαλούς Κωχ δεν αφήνει περιθώρια για συγκρίσεις. Άξιο λόγου είναι το εξώφυλλο του cd με λεπτομέρεια έργου του ζωγράφου Δημήτρη Μυταρά, αν και δεν κατανοώ γιατί ήταν απαραίτητη η ψηφιακή επεξεργασία του έργου ενός τέτοιου κορυφαίου εικαστικού. Συνολικά, σε μια εποχή όπου τα μωρά «νανουρίζονται» από την εφιαλτική φασαρία της μεγαλούπολης σε συνθήκες απουσίας της εργαζόμενης μητέρας, τα παραδοσιακά νανουρίσματα της Πετρίδη παρουσιάζουν όχι μόνο μουσική αλλά και κοινωνική αξία. Πού; Μα φυσικά στη…χρήση τους!


Ηρακλής Οικονόμου
(Εφημερίδα Η ΕΠΟΧΗ)

Πέμπτη 16 Ιουλίου 2009

Για τις "Σκηνές από βουβή ταινία" του Δημήτρη Μαραμή






ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΑΡΑΜΗΣ
ΣΚΗΝΕΣ ΑΠΟ ΒΟΥΒΗ ΤΑΙΝΙΑ

ΟΔΟΣ ΠΑΝΟΣ

Οι Σκηνές από βουβή ταινία είναι ο τέταρτος προσωπικός δίσκος του συνθέτη Δημήτρη Μαραμή, σε στίχους Σωτήρη Τριβιζά και ερμηνεία Κωνσταντίνου Κληρονόμου. Ο δίσκος περιλαμβάνει 11 τραγούδια (η Πόλη σε δύο εκδοχές) και ένα ορχηστρικό. Στους μουσικούς συναντάμε τους Ηρακλή Βαβάτσικα (ακορντεόν), Γιάννη Γρηγορίου (μπάσο), Στέλιο Γκόλγκαρη και Βασίλη Μαστοράκη (κιθάρες), Στάθη Ιωάννου (ηλ. κιθάρες), Θύμιο Παπαδόπουλο (σαξόφωνο), Γρηγόρη Συντρίδη (ντραμς) και τον συνθέτη (πιάνο), μαζί με το Jazz Trio του Γιώργου Φακανά σε ένα τραγούδι. Σε δύο άλλα συμμετέχουν ο Μάριος Φραγκούλης -τι διαφορετικό κομίζει σε σχέση με τον Κληρονόμο;- και η Βικτωρία Ταγκούλη της ομάδας "Σπείρα-Σπείρα". Ο τενόρος Κληρονόμος δεν ξεδιπλώνει πάντα με ευχέρεια τον ερμηνευτικό μίτο στις χαμηλές στροφές του δίσκου, αλλά ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της ροκ μπαλάντας. Κάποιες φορές όμως, ο λυρισμός του Κληρονόμου συνιστά μια διπλή κατάφαση, έναν πλεονασμό, καθώς συναντά τον λυρισμό του Μαραμή. Η στιχουργία του Τριβιζά δεν επιφυλάσσει εκπλήξεις ούτε ως προς την ερωτική θεματολογία της, ούτε ως προς το επαναλαμβανόμενο μοτίβο της βροχής, αλλά περιέχει μερικές φορτισμένες ποιητικά εικόνες· ξεχωρίζουν η Μπαλάντα (βρέχει εφήμερους θανάτους) και το Φθινόπωρο. Δυστυχώς, οι εμβόλιμοι αγγλικοί στίχοι στο Τελευταίο Μπλουζ του Παβέζε απονεκρώνουν την αφηγηματική ισχύ του τραγουδιού.


Πρωτίστως, ο δίσκος συνιστά απόδειξη της συνθετικής και ενορχηστρωτικής δεινότητας του Μαραμή. Αν και οι ροκ απόπειρες (Δίψα, Μια στιγμή) ακούγονται ευχάριστα, ο συνθέτης ξεδιπλώνει την πηγαία μελωδικότητά του σε από-ηλεκτρισμένα κομμάτια όπως η Πόλη, το ‘σιδηροδρομικό’ Ταξίδι και το έξοχο ορχηστρικό Τίτλοι τέλους. Η παραγωγή ευκρινών, μινιμαλιστικών μελωδιών, σε συνομιλία με δημιουργούς όπως ο Χατζιδάκις, ο Mertens και ο Aubry, είναι το ιδιαίτερο στοιχείο που κομίζει ο Μαραμής. Συνολικά, οι Σκηνές από βουβή ταινία είναι μια αξιοπρόσεκτη προσθήκη στην εργογραφία του συνθέτη, ο οποίος συνεχίζει να υδροδοτεί το αποξηραμένο μελωδικά τοπίο μας.

Ηρακλής Οικονόμου
(Εφημερίδα Η ΕΠΟΧΗ)

Τετάρτη 15 Ιουλίου 2009

Για τα "Τραγούδια του Αιγαίου" με τη Σαβίνα Γιαννάτου και τον Βασίλη Γισδάκη







ΣΑΒΙΝΑ ΓΙΑΝΝΑΤΟΥ - ΒΑΣΙΛΗΣ ΓΙΣΔΑΚΗΣ
ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ
ΟΡΧΗΣΤΡΑ ΤΩΝ ΧΡΩΜΑΤΩΝ

Ο τίτλος του δίσκου είναι παραπλανητικός. Τα είκοσι τραγούδια του δίσκου είναι «θαλασσινά» ως προς τη θεματολογία τους, αλλά δεν είναι μόνο του Αιγαίου. Για την ακρίβεια, εννέα τραγούδια είναι παραδοσιακά και προέρχονται από νησιά του Σαρωνικού, των Κυκλάδων, των Δωδεκανήσων και της Κρήτης, ενώ τα υπόλοιπα έντεκα είναι γνωστές δημιουργίες έντεχνων και λαϊκών συνθετών (Θεοδωράκης, Κουρουπός, Κωχ, Μητσάκης, Μικρούτσικος, Μούτσης, Ξαρχάκος, Σαββόπουλος, Χατζιδάκις). Στις ερμηνείες συναντάμε τη Σαβίνα Γιαννάτου και τον Βασίλη Γισδάκη, επιλογές σίγουρα τολμηρές, ιδιαίτερα ως προς τα νησιώτικα κομμάτια. Οι ερμηνείες είναι άψογες τεχνικά, αν και η αποστασιοποίηση από το πάθος της νησιώτικης εκδοχής είναι εμφανής και ίσως ξενίσει, άλλους ευχάριστα και άλλους δυσάρεστα. Αυτή η αποστασιοποίηση είναι άμεση απόρροια της συμμετοχής της Ορχήστρας των Χρωμάτων, η οποία υπό τη διεύθυνση του Μίλτου Λογιάδη συνοδεύει λιτά και χωρίς φλύαρες «μελοδραματικές» ακρότητες τα τραγούδια σε ενορχηστρώσεις των Θοδωρή Κοτεπάνου και Νίκου Πλατύραχου.


Το ερώτημα της σκοπιμότητας επανεκτέλεσης του «Μες στου Αιγαίου τα νερά» με συμφωνική ορχήστρα σίγουρα επιδέχεται πολλαπλές απαντήσεις. Την παράσταση κλέβει το «Καράβι γοργοτάξιδο» του Γιώργου Κουρουπού, ένα βαθιά υποβλητικό και σκοτεινό τραγούδι. Εκεί, η συμβατότητα της συμφωνικής ορχήστρας είναι πράγματι σαφής. Αντίθετα, δεν είμαι σίγουρος ότι οι δύο ιδιαίτερα λυρικές φωνές συμβαδίζουν πάντα με τραγούδια καταιγιστικού ροκ όπως το «Μαχαίρι» ή λαϊκού παράπονου όπως το «Άλλος για Χίο τράβηξε». Συγκλονιστική πάντως είναι η ερμηνεία του Γισδάκη στο «Καράβι απ’ τον Περαία» του Μητσάκη. Το ονειρικό συμφωνικό ταξίδι στα τραγούδια της θάλασσας συνοδεύουν οι πανέμορφες υδατογραφίες της Μαρλέν ΜακΛάφλιν σε μια προσεγμένη έκδοση.

Ηρακλής Οικονόμου
(Εφημερίδα Η ΕΠΟΧΗ)

Κυριακή 12 Ιουλίου 2009

Ο Santana φεύγει, η Αρλέτα έρχεται

Τέσσερις φωτογραφίες από τη συναυλία του Santana στο Ολυμπιακό Στάδιο. Στην πρώτη, η κόκκινη ηλεκτρική έχει πάρει ήδη φωτιά από τα μαγικά χέρια του Carlos. Από το Woodstock μέχρι το Supernatural, αυτή η κιθάρα δε λέει να σωπάσει, και καλά κάνει!







Η σκηνή με τις τρεις γιγαντο-οθόνες και τις απίθανες εγκαταστάσεις ήχου και φωτισμού έφτιαξε ένα πραγματικό υπερ-θέαμα. Ευπρόσδεκτο, αλλά όχι και απαραίτητο, όταν μιλάμε για τον καλλιτέχνη των εκατομμυρίων δίσκων, των άπειρων διακρίσεων, και της απίθανης μουσικής ενέργειας.






Black Magic Woman και τα μυαλά στα κάγκελα! Το κοινό έδειχνε εξοικειωμένο με όλα τα κομμάτια, αλλά στο απόλυτο χιτ του Santana έγινε ο χαμός. Η σηκωμένη γροθιά παραπέμπει στο πάθος της βραδιάς, το απόλυτα δικαιολογημένο όταν έχεις μπροστά σου τον πατέρα της μίξης salsa, rock και blues, τον μοναδικό Carlos Santana! Yeah.







Μπορεί να χάσαμε τους Scorpions και τον "τελεία-και-παύλα-Βασίλη-είσαι-@#$%&" (δείτε τα βίντεο της συναυλίας στο youtube με Παπακωνσταντίνου επί σκηνής να τραγουδάει Let me take you far awaaaaay!), αλλά τουλάχιστον βρεθήκαμε σε ένα εξίσου σημαντικό συναυλιακό γεγονός του καλοκαιριού. Και όλα αυτά χάρις στην ευγενική προσφορά του Μάκη και της Αντριάννας (παιδιά, πάντα τέτοια).



 

Και μια υπενθύμιση: αύριο Δευτέρα είναι η νύχτα της Αρλέτας, και θα μας βρει όλους και όλες στο Κηποθέατρο Παπάγου (αν βρούμε κι εμείς οι θαλασσινοί το δρόμο προς τα βουνά των στρατηγών μας!). Χάρτες, GPS, Ζητάδες, όλα ευπρόσδεκτα αδέρφια, αρκεί να φτάσουμε στην αγαπημένη μας δημιουργό.



 

Άλλο ένα ελληνικό καλοκαίρι λοιπόν είναι εδώ. Ο Carlos φεύγει, η Αρλέτα έρχεται!
ηρ.οικ.

Πέμπτη 9 Ιουλίου 2009

Τα Ανώγεια τραγουδάνε ακόμα

Στις γραμμές που ακολουθούν θα βρείτε:
1) Το πρόγραμμα των εκδηλώσεων "Η Άνοδος των Ανωγείων".
2) Ένα κείμενο του Γιώργου Μητρόπουλου για τις εκδηλώσεις.
3) Ένα απόσπασμα-ντοκουμέντο από τη ραδιοφωνική μετάδοση των "Ανωγείων '79".
4) Τον πρόλογο του Γιώργου Μητρόπουλου για το υπό έκδοση λεύκωμα "Ο καταστασιακός Χατζιδάκις, συνάντηση και διάλογος για τη σημασία μιας λαϊκής παράδοσης στον καιρό μας, Ανώγεια ‘79".


Ευχαριστώ θερμά τη Δανάη Παναγιωτοπούλου για την παραχώρηση του πολύτιμου υλικού.


Η ανάρτηση αφιερώνεται στη γιαγιά μου την Αθανασία από τα Ανώγεια, που έχασε ένα γιο αλλά πρόλαβε να δει τρία δισέγγονα.
ηρ.οικ.
-----




«Η Άνοδος των Ανωγείων»
Γιορτές Πολιτισμού για τον Μάνο Χατζιδάκι στα Ανώγεια της Κρήτης
(Θέατρο Νίκος Ξυλούρης)


Φέτος συμπληρώνονται 15 χρόνια από το θάνατο του Μάνου Χατζιδάκι και 30 χρόνια από την “Άνοδο Ανωγείων”, τις γιορτές πολιτισμού που οργάνωσε ο Μάνος Χατζιδάκις, το Τρίτο Πρόγραμμα και ο Γιώργος Κλάδος, δήμαρχος Ανωγείων τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης.

Η yafka records και ο Γιώργος Μητρόπουλος, στενός φίλος, μαθητής και συνεργάτης του Μάνου Χατζιδάκι σε όλες αυτές τις παρεμβάσεις του στο πολιτιστικό γίγνεσθαι των πρώτων μεταπολιτευτικών χρόνων (Τρίτο Πρόγραμμα, Μουσική Ακαδημίας Κρήτης, Γιορτές των Ανωγείων, Μουσικός Αύγουστος στο Ηράκλειο της Κρήτης κλπ.), επιστρέφουν στον τόπο του εγκλήματος και μαζί με το δήμο Ανωγείων οργανώνουν μια εξαήμερη γιορτή κατά τον τρόπο, το ύφος και το ήθος του Μάνου Χατζιδάκι.

Πρόγραμμα:

14 Ιουλίου, Τρίτη:
- Ο Γιώργος Κλάδος ανοίγει τις γιορτές του 2009 και μας συνδέει με την ιστορία τους.
- Ο Νίκος Κούνδουρος “μιλάει” για το Μάνο Χατζιδάκι μέσα από το βιβλίο του “Ονειρεύτηκα πως πέθανα”.
- Η Αλίκη Καγιαλόγλου, με τον Φρίξο Μόρτζο στο πιάνο, παρουσιάζει ένα πρόγραμμα με κύκλους τραγουδιών του Μάνου Χατζιδάκι.
- Προβολή του ντοκιμαντέρ «Μάνος Χατζιδάκις - Είδωλο στον καθρέφτη» του Δημήτρη Βερνίκου.

15 Ιουλίου, Τετάρτη:
- Η Άμυ Μιμς μιλάει για το Μάνο Χατζιδάκι, το Μίνω Αργυράκη και την παρέα του Αυλού και του Φλόκα στις αρχές της δεκαετίας του ’60.
- Η Ντόρα Μπακοπούλου, στενή συνεργάτης του Μάνου Χατζιδάκι, παίζει στο πιάνο το έργο του Μάνου Χατζιδάκι «Ερημιά» και το “Καταραμένο φίδι” με το Σπύρο Σακκά. Στο δεύτερο μισό της συναυλίας η ιστορική γκρούπα «Χάνομαι γιατί Ρεμβάζω», σε μια αναδρομή του έργου τους από τους αγώνες τραγουδιού του Μάνου Χατζιδάκι στην Κέρκυρα στις αρχές της δεκαετίας του ’80 μέχρι σήμερα.
- Προβολή του ντοκιμαντέρ “Φλέρυ – Τρελή του φεγγαριού” του Αντώνη Μποσκοΐτη.

16 Ιουλίου, Πέμπτη:
- Ο ποιητής Γιώργος Χρονάς μιλάει για το Μάνο Χατζιδάκι.
- Συναυλία του νέου τραγουδοποιού Θέμου Σκανδάμη, όπου θα παρουσιάσει τον κύκλο τραγουδιών «Μακροβούτι» και ανέκδοτα τραγούδια του.
- Ακολουθεί ο Αντώνης Φραγκιαδάκης και οι Δραβίδες.

17 Ιουλίου, Παρασκευή:
- Ο Δημήτρης Λέκκας μιλάει για το Μάνο Χατζιδάκι.
- Ακολουθούν τρεις κύκλοι τραγουδιών από δημιουργούς της νεότερης γενιάς, ήτοι «Ο κόσμος ανάποδα» του Άγγελου Αγγέλου και της Έμης Σίνη, ο «Οίκος Αντοχής» και ο «Homo Logotypus» της Δανάη Παναγιωτοπούλου».

18 Ιουλίου, Σάββατο:
- Ο βαρύτονος Σπύρος Σακκάς, βασικός ερμηνευτής του έργου του Μάνου Χατζιδάκι από τα μέσα της δεκαετίας του ’60, με τον Χριστόδουλο Γεωργιάδη στο πιάνο παρουσιάζουν γνωστούς αλλά και άγνωστους κύκλους τραγουδιών του Μάνου Χατζιδάκι.
- Τη συναυλία προλογίζει και αναφέρεται στο Μάνο Χατζιδάκι και το έργο του ο συνθέτης Θόδωρος Αντωνίου.

19 Ιουλίου, Κυριακή:
- Ο Δημήτρης Βερνίκος μιλάει για το Μάνο Χατζιδάκι.
- Προβολή του ντοκιμαντέρ “Ανώγεια ’79” του Δημήτρη Βερνίκου.
- Ο Βαγγέλης Μπουντούνης και η Μάρω Ραζή στον κύκλο “Ένα τραγούδι για το Μάνο”, τραγούδια του Μάνου Χατζιδάκι εναρμονισμένα από το Βαγγέλη Μπουντούνη για δύο κιθάρες.
- Η αποκάλυψη των γιορτών του ’79, ο Ψαραντώνης, κλείνει τον κύκλο των γιορτών με μια συναυλία ειδικά για την περίσταση.

Όλες οι συναυλίες θα γίνουν στο θέατρο Νίκος Ξυλούρης και θα αρχίζουν στις 21:00 ακριβώς (λόγω της ραδιοφωνικής μετάδοσης).

Παραπλεύρως

1. Μεταμεσονύκτιες προβολές ταινιών με μουσική του Μάνου Χατζιδάκι στο μεϊντάνι:

«Ο δράκος» του Νίκου Κούνδουρου
«Ιστορία έρωτα και αναρχίας» της Lina Wertmüller με μουσική του Nino Rota
«Τοπ καπί» του Ζυλ Ντασέν
«Blue» του Σίλβιο Ναριζάνο
«America, America» του Elia Kazan
«Sweet Movie» του Dusan Makavejev

2α. Έκθεση σκίτσων του Μίνου Αργυράκη.
2β. Έκθεση φωτογραφίας από τις γιορτές που οργάνωσε στα Ανώγεια ο Μ. Χατζιδάκις το 1979, το 1980 και το 1981 του επίσημου φωτογράφου των εκδηλώσεων Κώστα Ελευθεράκη.

3. Την πρώτη μέρα των εκδηλώσεων η yafka records θα κυκλοφορήσει δύο δίσκους αφιερωμένους στο Μάνο Χατζιδάκι, καθώς και ένα λεύκωμα με αρχειακό υλικό από τις Γιορτές των Ανωγείων του 1979:
α. Ο κύκλος τραγουδιών του Δημήτρη Μητροπούλου σε ποίηση Κ. Καβάφη, ο κύκλος τραγουδιών του Γιάννη Χρήστου σε ποίηση T.S. Eliot και τρία τραγούδια του Μάνου Χατζιδάκι από τις Βάκχες.
β. Σκηνική μουσική του συνθέτη Δημήτρη Λέκκα.
γ. Ο καταστασιακός Χατζιδάκις, συζήτηση & διάλογος για τη σημασία μιας μουσικής παράδοσης στον καιρό μας, Ανώγεια 1979.

Παράλληλα θα πραγματοποιηθούν τρία μουσικά εργαστήρια με τους Σπύρο Σακκά, Δημήτρη Λέκκα και Ross Daly.

Τη σκηνογραφική επιμέλεια της γιορτής θα κάνει ο Νίκος Αλεξίου, την ηχητική κάλυψη ο Παναγιώτης Φάσος και τους φωτισμούς θα επιμεληθεί o Γιάννης Μπουγέλης.

Το δεύτερο και το τρίτο πρόγραμμα της εληνικής ραδιοφωνίας είναι χορηγοί προβολής της “Ανόδου των Ανωγείων” και θα μεταδόσουν ζωντανά όλες τις συναυλίες από τις συχνότητές τους.

Ευχαριστούμε την ΑΕΠΙ, την ΠΟΣΠΕΡΤ και τη ΓΕΣΕΕ και την ΑΝΕΚ για την οικονομική ενίσχυση του εγχειρήματος.
Ευχαριστούμε επίσης την πολιτιστική ομάδα του δήμου Ανωγείων.

Παραγωγή, οργάνωση: yafka records, Γιώργος Μητρόπουλος.

τηλ. επικοινωνίας: 210 3427530, 6936 478505
www.yafkarecords.gr
yafkarecords@gmail.com
-----




Η Άνοδος των Ανωγείων

(Απόσπασμα από το σχόλιο του Μάνου Χατζιδάκι στο Γ Πρόγραμμα στις 13 Αυγούστου του 1978)
Άνοδος των Ανωγείων σημαίνει εξ Ηρακλείου σεβαστή απόσταση κι ένα ξεδίπλωμα φανταστικής ενδοχώρας, που τηνε λούζουν αφρικανικοί αγέρηδες κι ένα ατελείωτο μεσογειακό φως. Μια ανοδική πορεία που όταν σταθείς, βλέπεις τους κάμπους να χύνονται ασταμάτητα στις θάλασσες και τα βουνά τα αντικρυνά, ερωτικά ν’ ασπάζονται τον ίσκιο σου. […] Τα Ανώγεια ζούνε για δυο μέρες μια μουσική εμπειρία μοναδική. Χωρίς επίσημους και τελετές, χωρίς λογύδρια εθνικά, μες στην πλατεία του χωριού παρουσιάζεται ολόγυμνη η φαντασία, η έμπνευση και η μουσική ευαισθησία ενός ολόκληρου λαού. Του κρητικού λαού. Κι ενός νησιού. Της Κρήτης.
Όταν αδιάκοπα ζεις καθημερινά την αθλιότητα των Αθηνών, με την επίσημη αστική διάβρωσή της, τότες η άνοδος των Ανωγείων είναι περίπου άνοδος των Ηλυσίων Πεδίων.
Κι όταν η Τέχνη η σοβαρή, η επίσημη και η ντελαλημένη, γίνεται Τέχνη για νεκρούς, για επιτήδειους κι εχθρούς, για σαρκοβόρους ατάλαντους, Τέχνη για συνδικάτα εγκλήματος, για αρρώστους και αναπήρους, τότες η Λύρα η Κρητική, με τις βαθιές της ρίζες, φαντάζει αθάνατη πηγή με άγιο νερό που ξεδιψάει τους αιώνες.

[…]

Μα ας έρθουμε στα Ανώγεια και στους Αγώνες Λύρας που σήμερα αρχίζουνε το απόγευμα. Τα Ανώγεια έχουν κι ένα δήμαρχο που δεν το περιμένεις. Ένα δήμαρχο που δε φιλοδοξεί να γίνει υπουργός πολιτισμού. Αλλά που έχει πολύ μεγαλύτερη σχέση με τον πολιτισμό απόση έχει ολόκληρο το υπουργείο που ανέφερα. Δικό του το όνειρο για τους Αγώνες Λύρας, και να που φέτος γίνονται οι δεύτεροι.

Αυτά συμβαίνουν τριάντα χρόνια πριν. Αλλά η Άνοδος των Ανωγείων έχει και προ – και μετά – ιστορία. Το 1976 ο Μάνος Χατζιδάκις, μετά από προτροπή οικονομικού παράγοντα της Ξάνθης, αποφάσισε να ξεκινήσει εκείνο το χρόνο τον περίφημο Μουσικό Αύγουστο, αλλά μια σειρά από ατυχείς συγκυρίες έκαναν το σχέδιο αυτό να ναυαγήσει και οδήγησαν τον ίδιο και ένα κύκλο φίλων του στο Ηράκλειο της Κρήτης να ιδρύσουν τη «Μουσική Ακαδημία Κρήτης» με εβδομαδιαίες μουσικές εκδηλώσεις στη Βασιλική του Αγίου Μάρκου στο Ηράκλειο, με σκοπό τη συγκέντρωση χρημάτων για την αγορά ενός Steinway, συνθήκη αναγκαία για το ξετύλιγμα του Μουσικού Αύγουστου στο Κηποθέατρο της πόλης τρία χρόνια αργότερα, το 1979. Με το ξεκίνημα των δράσεων της Μουσικής Ακαδημίας Κρήτης, εκείνος ο δήμαρχος που δεν ήθελε να γίνει υπουργός πολιτισμού, ο Γιώργος Κλάδος, ξεκίνησε από τα Ανώγεια κι έφτασε στη Ρηγίλλης, στο νούμερο 17, όπου συνάντησε το Μάνο Χατζιδάκι στο σπίτι του. Επί λέξει, όπως διηγόταν ο Μάνος, του είπε: «Εγώ δημαρχεύω σε ένα ορεινό χωριό της Κρήτης. Έχω λίγα χρήματα για τον πολιτισμό στο ταμείο του δήμου, και ήρθα να σου τα εμπιστευθώ και να αποφασίσεις εσύ αν θα κάνεις κάτι στα Ανώγεια. Εκτός από τα χρήματα, έχω τη διαβεβαίωση των κατοίκων του χωριού, επειδή οι υποδομές είναι υποτυπώδεις, ότι θα δώσει κάθε σπίτι ένα δωμάτιο να φιλοξενηθούν καλεσμένοι των γιορτών για όσο αυτές διαρκέσουν.» Τη συνέχεια για τον πολιτισμό, τόσο στα Ανώγεια όσο και σε ολόκληρη την Ελλάδα, στα τριάντα χρόνια που απέχουμε, τη γνωρίσαμε καλά.

Οι παρεμβάσεις του Μάνου Χατζιδάκι στον πολιτισμό είναι ένα τεράστιο κεφάλαιο που παραμένει λίγο – πολύ άγνωστο και σίγουρα υποφωτισμένο. Το βέβαιο είναι ότι έκτοτε δεν έχουμε ξαναδεί όμοιές τους, παρόλο που συχνά βλέπουμε αφιερώματα, αναβιώσεις και κάθε λογής τελετές σε χαλαρά ή ασφυκτικά κλεισμένους κύκλους. Το ενδιαφέρον των σημερινών νέων για το έργο του αλλά και το πρόσωπό του, ωστόσο, κάνει αυτού του είδους τη μουσειακή αντιμετώπιση να μυρίζει άγνοια, αν όχι προσβολή. Αυτά συζητούσαμε ένα βράδυ του Δεκέμβρη στο σπίτι του Σπύρου Σακκά, όπου βρεθήκαμε ο Νίκος Κούνδουρος, ο Θόδωρος Αντωνίου, ο οικοδεσπότης και ο γράφων. Και κάπως έτσι γεννήθηκε η ιδέα να γίνει σήμερα μια Άνοδος των Ανωγείων, μια γιορτή για το Μάνο, και να ζητήσουμε και πάλι από την Τέχνη, όπως την εννοούσε ο Μάνος, να φέρει τα ζωντανά στοιχεία της Ελλάδας – αυτά που είχαν και έχουν ισχυρούς λόγους να μην υποταχθούν στη χρησιμοθηρία και το εμπόριο – για μια βδομάδα στον τόπο του τότε εγκλήματος, για να διαπράξουν από κοινού ένα καινούριο.

Αξίζει να σημειώσουμε εδώ ότι αυτό που γινόταν τότε ήταν πιο κοντά στην έρευνα και την αναζήτηση παρά σε αυτό που λέμε σήμερα φεστιβάλ. Το συμπόσιο «Η σημασία μιας λαϊκής παράδοσης στον καιρό μας» και οι συναφείς εκδηλώσεις (η συναυλία παραδοσιακής μουσικής με εμπειροτέχνες μουσικούς από όλη την Ελλάδα που οργάνωσε η Ελένη Καραΐνδρου, η συναυλία με τη Ρεμπέτικη Κομπανία των Κοντογιάννηδων, το Ρεμπέτικο Συγκρότημα Θεσσαλονίκης του Αγάθωνα και την Οπισθοδρομική Κομπανία με την Ελευθερία Αρβανίτικη – μια παραγωγή μου ειδικά για τις γιορτές των Ανωγείων – αλλά και η παρουσίαση ενός πρωτότυπου έργου του Θάνου Μικρούτσικου) ανέδειξαν τις τάσεις και το κλίμα της εποχής, ουσιαστικά οσμίστηκαν τότε τη μουσική που ακούμε έκτοτε.

Περιττό να εξηγήσουμε γιατί σήμερα μια ακόμα αναβίωση του ρεμπέτικου ή της παραδοσιακής μουσικής θα ήταν άστοχη. Η σύγχρονη δημιουργία έχει αφομοιώσει αυτή την έρευνα και την έχει αφήσει πίσω της, ενώ το λεγόμενο «έθνικ» - απονευρωμένο πια - πνέει τα λοίσθια στην αγκαλιά της μαζικής κουλτούρας.

Τέλος, οι γιορτές αυτές δεν θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν χωρίς την αμέριστη στήριξη του δήμου Ανωγείων και των ανθρώπων του, του νυν δημάρχου Σωκράτη Κεφαλογιάννη και του επίτιμου δημάρχου Ανωγείων, του Γιώργου Κλάδου καθώς και της ομάδας ανθρώπων της πάλαι ποτέ Μουσικής Ακαδημίας Κρήτης.

Οι συναυλίες θα γίνονται στο θέατρο Νίκος Ξυλούρης με ελεύθερη είσοδο.

Γιώργος Μητρόπουλος
-----




Απόσπασμα - ντοκουμέντο από τη ραδιοφωνική μετάδοση των "Ανωγείων '79"


Ανώγεια ’79, συνάντηση και διάλογος «Για τη σημασία μιας λαϊκής παράδοσης στον καιρό μας», κατάλογος συμμετεχόντων, με τη φωνή του εκφωνητή Άρη Δαβαράκη, για το Τρίτο Πρόγραμμα:

Μετά το διάλειμμα θα ακούσουμε την εισήγηση του κυρίου Μάρκου Δραγούμη με θέμα «Πρόσφατες σημαντικές προσθήκες στη δισκογραφία της δημοτικής μας μουσικής». Στο μεταξύ θέλω να σας διαβάσω τον κατάλογο με τα ονόματα όσων είναι ήδη εδώ στα Ανώγεια και βέβαια περιμένουμε κι άλλους που ίσως έρθουν σήμερα ή αύριο. Είναι λοιπόν εδώ ο ποιητής Γιώργος Μαρκόπουλος, ο αρχιτέκτων κ. Αντωνακάκης, ο εκδότης του περιοδικού Αρχιτεκτονικά θέματα κ. Δουμάνης, ο σκηνοθέτης Δημήτρης Βερνίκος, η κριτικός της εφημερίδας Τα Νέα κα Μαρία Παπαδοπούλου, ο δημοσιογράφος της εφημερίδας Τα Νέα κ. Κώστας Σταματίου, ο δημοσιογράφος του Βήματος κ. Κώστας Παύλος, ο ποιητής Γιώργος Χρονάς, οι συνθέτες Βαγγέλης Πετρούλης και Δημήτρης Νέτας, ο δημοσιογράφος της Καθημερινής κ. Γιώργος Νοταράς, ο συνθέτης Μιχάλης Γρηγορίου, ο συνθέτης Δημήτρης Μαραγκόπουλος, η ζωγράφος Κλεοπάτρα Δίγκα, η κα Ρηνιώ Παπανικόλα, ο δημοσιογράφος της εφημερίδας Ριζοσπάστης Δημήτρης Δανίκας, ο συνθέτης Νίκος Κηπουργός, ο ζωγράφος κος Γιώργος Σταθόπουλος, ο κ. Χρήστος Παπουτσάκης από το περιοδικό Αντί, ο συγγραφέας κ. Γιώργος Μουσελάς, ο ψυχολόγος κ. Δημήτρης Τζάνης, ο συνθέτης Γιώργος Κουρουπός, ο μουσικολόγος κ. Μάρκος Δραγούμης, η κα Νίκη Γουλανδρή –μέλος του Συμβουλίου της ΕΡΤ, ο Πρόεδρος του περιοδικού Ταχυδρόμος κ. Νίκος Κυριαζίδης, η δημοσιογράφος του Ταχυδρόμου κα Αγλαΐα Κανέλλη, η δημοσιογράφος της Πρωινής κα Σούλα Αλεξανδροπούλου, ο φιλόλογος και κριτικός θεάτρου κ. Τάσος Λιγνάδης, ο ζωγράφος κ. Χρήστος Καρράς, ο θεατρικός συγγραφέας κ. Βασίλης Ζιώγας, ο σκιτσογράφος κ. Κυριακόπουλος (ΚΥΡ), ο μουσικολόγος κ. Αμαργιανάκης, ο εκδότης του περιοδικού Διαβάζω κ. Αθανασόπουλος, ο χορογράφος κ. Γιάννης Μέτσης, ο δημοσιογράφος της Ελευθεροτυπίας κ. Γκιώνης, ο συγγραφέας Δημήτρης Δημητριάδης, η δημοσιογράφος του περιοδικού Γυναίκα κα Μαρκογιάννη, ο ζωγράφος κ. Χρόνης Μπότσογλου, η εθνομουσικολόγος κα Ροζάνα Λαδά, ο δημοσιογράφος της εφημερίδας Αυγή κ. Τέλης Διαμαντάς, ο θεατρικός συγγραφέας κ. Γιώργος Μανιάτης, ο πατήρ Πυρουνάκης, ο σκηνοθέτης του κινηματογράφου κ. Θανάσης Ρετζής, ο δημοσιογράφος του περιοδικού Πολιτικά Θέματα κ. Κίρκος, ο συγγραφέας κ. Αντώνης Σαμαράκης, ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κ. Δημήτρης Μαρωνίτης, ο κ. Γιώργος Γαλάνης –μέλος της Εντατικής Επιτροπής του περιοδικού Διαβάζω, ο αρχιτέκτων κ. Μανθαράκης, η μουσικοκριτικός της εφημερίδας Καθημερινή κα Καίτη Ρωμανού, ο ιστορικός κ. Φίλιππας Ηλιού, ο καθηγητής κ. Ερατοσθένης Καψωμένος, ο ζωγράφος κ. Γιάννης Μιγάδης, ο αρχιτέκτων κ. Άκης Χριστοφέλης, ο ποιητής κ. Σωτήρης Κακκίσης, ο εκδότης του περιοδικού Τράμ κ. Δ. Καλοκύρης και ο αρχιτέκτονας κ. Μάνος Περάκης και άλλοι πολλοί.
Πριν σας συνδέσουμε με τους ραδιοθαλάμους της Αγίας Παρασκευής για να παρακολουθήσετε ένα μουσικό διάλειμμα μέχρι το δεύτερο μέρος της συνάντησης, θα ακούσουμε μια συνέντευξη με το Δήμαρχο Ανωγείων.

[...]

Γεια σας. Σας μιλάμε και σήμερα σε απευθείας ζωντανή μετάδοση από τα Ανώγεια της Κρήτης. Μέσα στην αίθουσα του Δημαρχείου έχουν μαζευτεί κιόλας όλοι οι καλεσμένοι για τις συζητήσεις της δεύτερης μέρας της συνάντησης και διαλόγου για τη σημασία μιας λαϊκής παράδοσης στον καιρό μας, που έχει διοργανώσει το Τρίτο Πρόγραμμα σε συνεργασία με τη Μουσική Ακαδημία Κρήτης και το Δήμο Ανωγείων. Εκτός από τα ονόματα που σας διάβασα χθες, είχαμε στο μεταξύ κι άλλες αφίξεις. Έτσι ανάμεσα σε άλλους, ήρθε χθες το απόγευμα στα Ανώγεια ο συνθέτης Νίκος Μαμαγκάκης, ο μουσικολόγος Γιάννης Παπαϊωάννου, ο εκδότης του περιοδικού Αντί κ. Χρήστος Παπουτσάκης, ο συγγραφέας Βασίλης Βασιλικός, ο ζωγράφος Γιάννης Μιγάδης, ο συνθέτης Γιάννης Ιωαννίδης, ενώ η πιο αργοπορημένοι από τους καλεσμένους μας θα φτάσουν σήμερα το απόγευμα.
Η σημερινή μέρα της συνάντησης θα αρχίσει με την εισήγηση του μουσικολόγου κ. Παπαϊωάννου, που έχει θέμα της την «ελληνική μουσική παράδοση σε σύγκριση και αντιδιαστολή με τις μουσικές παραδόσεις γειτονικών χωρών».
-----


"Ο καταστασιακός Χατζιδάκις, συνάντηση και διάλογος για τη σημασία μιας λαϊκής παράδοσης στον καιρό μας, Ανώγεια ‘79"

Πρόλογος

Ένα πράγμα που δεν μάθαμε δίπλα στον Μάνο Χατζιδάκι είναι να κρατάμε αρχείο. Η υστεροφημία ήταν στο εγχειρίδιο της καφωδει­ακής παιδείας μας λέξη άγνωστη. Η παρούσα έκδοση είναι παιδί απόλυτα δικό του, όχι μόνο γιατί του αφιερώνεται, αλλά και γιατί η πραγμάτωσή της ακολούθησε μια διαδρομή που μοιάζει περισσότερο με ερωτική ιχνη­λασία παρά με γραμμική μεθόδευση δεδομένων και επιθυμητού αποτελέ­σματος.


Δεν υπερβάλλω όταν λέω πως καθ’ όλη τη διάρκεια της λειτουργίας του Τρίτου Προγράμματος δεν γνωρίζαμε το βράδυ που φεύγαμε από το κτίριο της ΕΡΤ αν την επόμενη μέρα θα επιστρέψουμε. Διαισθα­νόμασταν από την αρχή ότι αυτό το διαρκές άνοιγμα των ορίων του τι δύναται να κάνει ένας κρατικός πομπός στο πλαίσιο μιας «ευνομούμενης πολιτείας» δεν θα μας οδηγούσε σε μια ήρεμη και αναίμακτη συνταξιο­δότηση.
Την περίοδο που ο Μάνος έζησε στη Νέα Υόρκη διέγνωσε αυτό που θα ερχόταν αργότερα και στα καθ’ ημάς, εννοώ τις μεθοδεύσεις, τους μηχανισμούς και τις υστερόβουλες κατασκευές της πολιτιστικής βι­ομηχανίας και της μαζικής κουλτούρας και τα επικίνδυνα αποτελέσματά τους. Επικίνδυνα για την ελευθερία του ανθρώπου, γιατί, όπως εύστο­χα το θέτει ο Τάσος Λιγνάδης σε μια τοποθέτησή του που θα τη βρείτε παρακάτω στα πρακτικά του διαλόγου, «πιστεύω ότι η πιο επικίνδυνη καταπίεση δεν είναι η πολιτική, αλλά η πολιτιστική που την προετοιμά­ζει και τη σφραγίζει.» Σήμερα μπορούμε με βεβαιότητα να πούμε ότι το πείραμα αυτό παίχτηκε με επιτυχία στις πλάτες όλου του πλανήτη, και πια οδεύει προς το τέλος του καταρρέοντας ενδορηκτικά. Ο Μάνος είχε σημάνει συναγερμό πολύ πρώιμα, αναλαμβάνοντας – πολλές φορές εις βάρος της δικής του καλλιτεχνικής δραστηριότητας – έναν ρόλο πολιτι­στικού λειτουργού. Αυτήν την πλευρά του θέλουμε εδώ να φωτίσουμε, γι΄αυτό διαλέξαμε την περίοδο 1974 με 1981 – την υπαλληλική του, όπως ο ίδιος λέει – που είναι γεμάτη από τις πολιτιστικές του παρεμβάσεις στην εύθραυστη κοινωνική ισορροπία της μεταπολιτευτικής Ελλάδας.
Όταν τον περασμένο Δεκέμβρη συνάντησα ερασιτεχνικές λήψεις ει­κόνων από τις οδομαχίες που έλαβαν χώρα στο κέντρο της Αθήνας μεταξύ της αστυνομίας και των σημερινών «παιδιών της γαλαρίας», επεν­δεδυμένες με τη μουσική του, βεβαιώθηκα απόλυτα ότι η διελκυστίνδα που τότε θεμελίωσε, αντιδρώντας στη συντήρηση συνολικά με το έργο του και με τη δημόσια παρουσία του, άφησε ένα στέρεο αποτύπωμα και δημιούργησε ένα «κακό προηγούμενο» στην ιστορία της αποστρατιωι­κοποιημένης καταστολής, που λειτουργεί και εμπνέει ακόμα – σήμερα, ίσως, πιο έντονα από ότι τότε.
Την εν λόγω επταετία ο Μάνος Χατζιδάκις ανέλαβε για ένα χρονικό διάστημα τη διεύθυνση της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών και της Λυρικής Σκηνής και σκόνταψε πάνω στο υπαλληλικό κατεστημένο, μετέ­φερε τη δράση του εκτός των ορίων της πρωτεύουσας οργανώνοντας τις Γιορτές των Ανωγείων το ’79, το ’80 και το ’81, τους Μουσικούς Αύγου­στους στο Ηράκλειο της Κρήτης το ’80 και το ’81 και τους αγώνες τρα­γουδιού στην Καλαμάτα και στην Κέρκυρα, για να καταλήξει αργότερα να ιδρύσει την Ορχήστρα των Χρωμάτων και το Σείριο. Περιττό να πω ότι τα πρόσωπα και οι ομάδες που μας συνέστησε μας απασχόλησαν επί μακρόν δικαιώνοντας τις επιλογές του, στο μέτρο που δικαίωσαν και τη δική τους δυνατότητα, κάτι που εύλογα δε συνέβη σε όλες τις περιπτώσεις.
Νομίζω πως δεν χρειάζεται να πω περισσότερα για να εξηγήσω τον τίτλο που διαλέξαμε για αυτό το λεύκωμα. Η καταστασιακή θεω­ρία προτάσσει το ζήτημα του πολιτισμού και προτείνει τη δημιουργία κα­ταστάσεων που εμπλέκουν άτομα και σύνολα, εξαναγκάζοντάς τα – τρόπο τινά – να εκτεθούν και να συνδράμουν προς τη μία ή την άλλη κατεύθυν­ση. Η διαφορά με τη δημιουργία και την άνωθεν επιβολή συνθηκών που συμβάλλουν στο να τελεσφορήσει ένα πείραμα της καθεστηκυίας τάξης είναι καταφανής και συνοψίζεται στο κατά πόσον το έδαφος που προτεί­νεται είναι εύφορο ή στείρο, στο κατά πόσον οι άνθρωποι καλούνται να έρθουν με ή χωρίς τις πνευματικές τους αλυσίδες.
Η σημερινή ψηφιακή τεχνολογία θα μας επέτρεπε να επεξεργαστού­με το φωτογραφικό υλικό με τρόπο που να σβήνει από πάνω του τα σημάδια του χρόνου. Διαλέξαμε να μην το κάνουμε γιατί θεωρούμεότι τα ίχνη που αφήνει ο χρόνος περισσότερο εμπλουτίζουν παρά φθεί­ρουν την εντύπωση, ακόμα και σε αυτό το επίπεδο. Ακολουθώντας την ίδια λογική θεωρούμε εξαιρετικά ενδιαφέρον και επακόλουθο των όσων περιγράφω παραπάνω το ότι το αρχείο με τη ζωντανή μετάδοση των Μου­σικών Γιορτών που έγιναν στα Ανώγεια το ’79 αναζητήθηκε για χρόνια στο οργανωμένο αρχείο της ραδιοφωνίας, αλλά τελικά βρέθηκε στο παρά πέντε, όταν εντελώς τυχαία ο Γιάννης Περτσελάκης – το νεότερο, τότε, μέλος, της Μουσικής Ακαδημίας Κρήτης – άνοιξε μια κούτα στην αποθήκη του και συνάντησε έξι κασέτες που περιείχαν μια ερασιτεχνική ηχογράφη­ση από το ραδιόφωνο του τριήμερου διαλόγου με θέμα τη «σημασία μιας λαϊκής παράδοσης στον καιρό μας». Αυτός είναι και ο λόγος που κάποια κομμάτια της λείπουν από το κείμενο που θα διαβάσετε παρακάτω.
Ο κύριος όγκος του φωτογραφικού υλικού είναι «δια βλέμματος» Κώστα Ελευθεράκη (θα τον συναντήσετε στη σελίδα 258), συμπε­ριλάβαμε και κάποιες «αγνώστου πατρός» που ευγενικά μας παραχώρησε ο Γιώργος Κλάδος από το προσωπικό του αρχείο.
Θέλω να ευχαριστήσω τη Σοφία Γαλαριώτη για την ιλιγγιώδη ταχύ­τητα με την οποία απομαγνητοφώνησε και επιμελήθηκε το κείμε­νο, τη Χρυσαυγή Δασκάλα για λόγους που δεν μπορούμε να σας αποκαλύ­ψουμε ακόμα, την Άμυ Μιμς-Σιλβερίδη και τη Μόιρα-Έλενα Αργυράκη για την παραχώρηση των σκίτσων του Μίνου Αργυράκη, το Δημήτρη Λέκκα, το Νίκο Κούνδουρο και το Σπύρο Σακκά για την άμεση συστράτευση και τις πολύτιμες συμβουλές τους και τέλος το Γιάννη Παναγόπουλο, το δι­οικητικό συμβούλιο της ΓΕΣΕΕ και βέβαια τον Κώστα Σκηνιώτη για την άμεση ανταπόκριση και την ευαισθησία σε θέματα πολιτισμού.

Γιώργος Μητρόπουλος
-----