Τρίτη 30 Σεπτεμβρίου 2014

"Τιμητική συμμετοχή: Γιώργος Νταλάρας"




Μέχρι τώρα, ξέραμε ότι "συμμετέχει ο Γιώργος Νταλάρας". Με το πέρασμα των χρόνων, όμως, φαίνεται ότι αυτό δεν ήταν αρκετό. Πλέον, "συμμετέχει ΤΙΜΗΤΙΚΑ ο Γιώργος Νταλάρας".

Και βέβαια, οι απορίες είναι εύλογες. Αν ο Γιώργος Νταλάρας συμμετέχει τιμητικά, οι άλλοι τραγουδιστές πώς συμμετέχουν; Ατιμαστικά; Το επεδίωξε πραγματικά ο Νταλάρας να αναγράφεται αυτό το "μαργαριτάρι" στην αφίσα; Θέλω να πιστεύω πως όχι. Μήπως κάποιοι - οι διοργανωτές - θεώρησαν ότι έπρεπε να φανούν βασιλικότεροι του βασιλέως και να δείξουν το σεβασμό τους προς τον Νταλάρα με αυτή την αστεία αναγραφή; Μήπως οι άλλοι θα πληρωθούν ενώ ο Νταλάρας θα συμμετέχει δωρεάν, κι αυτό έπρεπε να γνωστοποιηθεί με το επίθετο "τιμητική"; Ή μήπως είναι ιδιαίτερη τιμή για τον νεκρό Μάριο Τόκα που ένας τραγουδιστής συμμετέχει σε συναυλία με τα τραγούδια του; Πού ακριβώς έγκειται η ιδιαίτερη τιμή όταν ένας τραγουδιστής τραγουδάει τραγούδια; Αυτή δεν είναι η δουλειά του Νταλάρα, και του κάθε άλλου ερμηνευτή; Κι αν ο Νταλάρας τιμά, πώς δέχθηκε ο ίδιος να αναγράφεται ότι τιμά μόνο αυτός, και όχι π.χ. μια Γλυκερία, ένας Πασχαλίδης ή ένας Κότσιρας;

Μετά τιμής (τιμητικά!),
ηρ.οικ.

update: Η μουρμούρα έπιασε τόπο. Νέες αφίσες που τιμούν και τον Νταλάρα και όλους μας.








Τετάρτη 24 Σεπτεμβρίου 2014

Μία η λέιντι, χιλιάδες οι γκάγκα



Μία η λέιντι, χιλιάδες οι γκάγκα



Πρέπει να είδαμε άλλο πράγμα. Δεν εξηγείται διαφορετικά. Αλλιώς, ας το παραδεχτούμε, ζούμε το greecovery της παραφροσύνης.

Μουσικές ιστοσελίδες «κύρους», εναλλακτικός περιοδικός τύπος και «σοβαρές» εφημερίδες της Αριστεράς (τρομάρα τους) βομβαρδίζουν τον ιντερνετικό μου κόσμο με θριαμβολογίες, ζητωκραυγές και επευφημίες για τη συναυλία – γεγονός της κυρίας Lady Gaga (μιλάμε για το event όχι για ένα ακόμα live, σε περίπτωση που ομιλείτε απταίστως τη νεοελληνική). 

Και δώστου «μπράβο» για την εξαιρετική φωνή της. Και δώστου «εύγε» για την εντυπωσιακή της σκηνική παρουσία. Και δώστου δακρύβρεχτα σχόλια για τον εναγκαλισμό της με την ελληνική σημαία, τις αναμνήσεις της από τα γρικ ρέστοραν στο Αμέρικα (θα έχει πλύνει πολύ πιάτο) και τον πρώην γκρικ λάβερ. Και για να μπει και το κερασάκι στο cup cake, δώστου γλειψίματα για την εξαιρετική παραγωγή. 

Ωραία όλα αυτά ρε φωστήρες της μουσικοκριτικής. Εγώ είμαι ένας αδαής και μόνος γελαδάρης. Είμαι από χωριό. Δεν τα πιάνω όλα αυτά. Γιατί βρέθηκα κι εγώ εκεί, την ίδια μέρα με σας, για να δουλέψω για αυτό το super event και άκουσα (με καθαρό ήχο είναι η αλήθεια) μόνο πλαστική μουσική, από αυτή που έπαιζε μικρός ο αδερφός μου στο αρμόνιο. Και δεν εντυπωσιάστηκα καθόλου ούτε από την αποθέωση του κιτς, της ταχείας εναλλαγής κοστουμιών και περούκας ούτε από την επίδειξη μετριότατων χορευτικών ικανοτήτων. Και να με συμπαθάτε αλλά δεν δάκρυσα ούτε μια στιγμή με τους πλαστικούς και ανακυκλώσιμους καημούς και αναστεναγμούς της Λέιντι για τους παρθενώνες και τη συμφορά που μας βρήκε. 

Μια παρωδία φαντασμαγορικού σόου για μικρά παιδιά είδα, πολλά ντεσιμπέλ παγερά αδιάφορης μουσικής άκουσα και χιλιάδες κόσμου να συγκινούνται με το εξόφθαλμα ευτελές και να επιβραβεύουν το πασπαλισμένο με χρυσόσκονη τίποτα παρακολούθησα. 

Σας ζητάω συγγνώμη και ταυτόχρονα σας οικτίρω. Περαστικά.

Κωνσταντίνος Μαργιόλης

Τρίτη 23 Σεπτεμβρίου 2014

Οι ίδιοι και τα ίδια







Περιδιαβαίνω στο facebook και βλέπω χαμογελαστό τον πρύτανη του Παντείου να λέει πόσο του άρεσε η βόλτα με το Chinook. «Η μετάβαση στο Καστελόριζο στο πλαίσιο του συνεδρίου της Εταιρίας Διεθνούς Δικαίου με το ελικόπτερο Σινούκ ήταν μια καταπληκτική εμπειρία». Πού να δείτε καθηγητά μου πόσο καταπληκτική ήταν για μένα, που την πλήρωσα. Σε κοτζάμ συνέδριο στο Καστελόριζο πήγαν οι γνώστες του διεθνούς δικαίου - πού να κουράζονται οι άνθρωποι με το πλοίο της γραμμής; Πήραν λοιπόν άλλος το στρατιωτικό ελικόπτερο κι άλλος την κανονιοφόρο, και πήγαν στο συνέδριό τους. Τα έδωσε λέει ο Αβραμόπουλος - ποιος νοιάζεται για τα 5.000 Ευρώ ανά ώρα κόστος πτήσης των ελικοπτέρων... Πληρώνει ο στρατός! Μεταφορά ακαδημαϊκών σε συνέδριο με στρατιωτικά ελικόπτερα Chinook - απίστευτο κι όμως ελληνικό. CUT




















Ο Σταύρος Θεοδωράκης ανακοίνωσε τους αγαπημένους του υποψήφιους για την Προεδρία της Δημοκρατίας. Τάσος Γιαννίτσης και Νίκος Αλιβιζάτος, λέει - τον Μπουτάρη δεν τον αναφέρω καν, είναι στάνταρ. Τόσος κόπος λοιπόν - κοτζάμ νέο κόμμα ίδρυσε ο Σταύρος - για να μας σερβιριστούν εκ νέου οι σύμβουλοι του Κώστα Σημίτη; Αλλά έτσι είναι - αν έχεις νέα πρόσωπα και φρέσκιες ιδέες, δεν σε σταματάει τίποτα. Και την ίδια στιγμή, ο επικεφαλής του Ποταμού προτείνει: «Προεδρική εκλογή: Να συζητήσουμε για τα πρόσωπα. Για τις αξίες. Να μην καταφύγουμε πάλι στις μετριότητες και τους συνταξιούχους της πολιτικής». Σωστός! Ποιος είπε ότι κάποιος που έχει διατελέσει τέσσερις φορές υπουργός είναι συνταξιούχος της πολιτικής; Αλλά η αμνησία είναι κι αυτή μέρος της ελληνικής γοητείας. Ποιος θυμάται τους Πανταγιάδες και τους Τσουκάτους του εκσυγχρονισμού; Ποιος άραγε να θυμάται και τις αξίες τους; CUT








Είπα «στάνταρ» και θυμήθηκα το ποδοσφαιρικό Σαββατοκύριακό μου. Ανύπαρκτο πέναλτι υπέρ του Ολυμπιακού με τη Βέροια, ένα μόνο φάουλ (ρεκόρ για βιβλίο Γκίνες) υπέρ του Παναθηναϊκού με τον Πλατανιά, και κομμένες δυο επιθέσεις των πρασίνων - έτοιμα γκολ, με ανύπαρκτα οφσάιντ. Το πιο αστείο όμως είναι η Nova που δεν επιτρέπει στους σπίκερ να σχολιάζουν τις φάσεις. Και βλέπει ο άλλος τρεις παίκτες να καλύπτουν τον Μέντες στο οφσάιντ, και τι να κάνει ο άνθρωπος; Απλά σωπαίνει! Και καλά να είσαι δημοσιογράφος (λείπει κι ο Φίλιππος Συρίγος…). Αλλά πείτε μου εσείς, επιτρέπεται όλος αυτός ο κόσμος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των ελευθεριών, της δημοκρατίας και της δικαιοσύνης, όλοι αυτοί οι υπέρμαχοι της χειραφέτησης και της επανάστασης και της αριστεράς, να μην αρθρώνουν ούτε μια λέξη για τα χάλια της ελληνικής διαιτησίας; Ούτε μια λέξη για το διαχρονικό καθεστώς «Μόνο ο Ολυμπιακός. Να κερδάει ο Ολυμπιακός. Τίποτα άλλο. Και το Αιγάλεω. Όλοι οι άλλοι να πάνε να γαμηθούνε»; Πώς θα αλλάξεις τον κόσμο αν δεν μπορείς και δεν θες να αλλάξεις τη μικρο-εξουσία που μετατρέπει την κάθε κοινωνική δραστηριότητα - ακόμα και την ταπεινή μπάλα - σε επίδειξη δύναμης του ισχυρού; CUT







«Σας εξομολογούμαι πριν από δύο χρόνια όταν αναλάμβανα τη θέση του πρωθυπουργού, όλοι με αντιμετώπιζαν ως πρωθυπουργό χώρας αναξιόπιστης έτοιμης να καταρρεύσει, όμως σήμερα με αντιμετωπίζουν ως πρωθυπουργό μιας Ελλάδας που όλοι σέβονται και υπολογίζουν. Αυτό το μεγάλο στοίχημα το κέρδισε ο λαός με τις θυσίες του. Αλλά σε αυτό τον αγώνα να κερδίσουμε το μέλλον μας, έχουμε στήριγμα έναν καλό οιωνό, γιατί στην ένδοξη γη της Μακεδονίας ανακαλύφθηκε ένα μοναδικό μνημείο».

Τι είπε ο πρωθυπουργός της πατρίδας μας; Μισό λεπτό να το ξαναδιαβάσω για να το χωνέψω! Ο αρχαίος τάφος στηρίζει τον αγώνα του Αντώνη Σαμαρά; Καλός οιωνός το μνημείο για την Ελλαδάρα μας και την γκαγκάν κυβέρνησή της; Οι Σφίγγες δείχνουν ότι ο λαός θα κερδίσει το στοίχημα; What the fuck? Ούτε η καφετζού της γειτονιάς μου δεν θα έβγαζε τέτοιο οιωνό, τέτοια μαγική σύνδεση κυβέρνησης και αρχαιολογίας μέσω Αμφίπολης. Αλλά στα σοβαρά τώρα, φαντάζεστε τι θα σούρνανε στην αντιπολίτευση ο Μανδραβέλης, ο Δήμου κι ο Βερέμης αν πετούσε κάποιος από εκεί μια τέτοια κοτσάνα; «Τους ψεκάζουνε! Αριστερός λαϊκισμός! Δημαγωγία!» Όταν όμως μιλάει ο πρωθυπουργός, οι φιλελεύθεροι κι οι ψύχραιμοι σωπαίνουν. Έτσι είναι αυτά τα πράγματα στην Ελλάδα των καλών οιωνών που όλοι σέβονται και υπολογίζουν. CUT








Μικρό, αλλά σημαντικό: Το ΚΚΕ, λέει, δεν θέλει μονάδα βιοαερίου στο Αλιβέρι. Δεν είμαι τεχνολόγος περιβάλλοντος, αλλά διάολε τι πρόβλημα μπορεί να έχει η πρωτοπορία του εργατικού κινήματος με τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας; Θα φέρει, λέει, κουνούπια. Α, δηλαδή, αν τα απόβλητα δεν χρησιμοποιηθούν για το βιοαέριο και μείνουν στους αγρούς, δεν θα φέρουν κουνούπια; Τρέχα γύρευε! Είναι, λέει, ιδιωτική η επένδυση. Και τι θα κάνουμε που ζούμε σε ένα σύστημα και σε μια εποχή όπου το κράτος έχει σταματήσει να επενδύει; Θα σταματήσουμε την ανάπτυξη της επιστήμης, της έρευνας και της τεχνολογίας; Θα πεθάνουμε, περιμένοντας τις δημόσιες επενδύσεις που δεν έρχονται; Αν είσαι μάγκας, πάρε την εξουσία και κοινωνικοποίησε την ιδιωτική επένδυση. Αλλά σε συνθήκες καπιταλιστικής κρίσης, όταν εσύ ο ίδιος παραπονιέσαι για την έλλειψη παραγωγικής βάσης, είναι λίγο κουφό να εναντιώνεσαι σε ιδιωτικές επενδύσεις μικρής κλίμακας που και οικολογικά ζητήματα λύνουν, και την τοπική κοινωνία ωφελούν, και παραγωγικές δυνατότητες σου ανοίγουν - τις οποίες μπορείς κάλλιστα να εκμεταλλευθείς μόλις έρθεις εσύ στα πράγματα. Και τέλος πάντων, το κομμουνιστικό κίνημα είχε πάντα αδιάρρηκτη σχέση με τις εξελίξεις στην τεχνολογία, τις παρακολουθούσε, τις μελετούσε, εξέταζε τον εν δυνάμει προοδευτικό τους χαρακτήρα, δεν αρνείτο μηχανικά κάθε εξέλιξη λέγοντας αστειότητες για κουνούπια. Η επανάσταση είναι καλή και άγια, αλλά ο κόσμος κάπως πρέπει να ζήσει μέχρι την έλευσή της. Να ποντάρεις στην εξαθλίωσή του λαού - no sir, αυτό δεν είναι μαρξισμός. Όταν όμως η Αριστερά έχει χάσει το επιστημονικό δυναμικό που κάποτε κατέκλυζε τις γραμμές της κι από πρωτοπορία έχει γίνει οπισθοφυλακή, τότε όλα μπορείς να τα περιμένεις. THE END

ηρ.οικ.



Δευτέρα 22 Σεπτεμβρίου 2014

Το μεγάλο ζεϊμπέκικο



το τραγουδάει η Χαρούλα! Τεράστιο τραγούδι του Σπανού και του Παπαδόπουλου, έτσι, επειδή τριγυρνάει στο μυαλό μου, αργά μεσάνυχτα Σαββάτο, Κυριακή, και βάλε.
ηρ.οικ.

Παρασκευή 19 Σεπτεμβρίου 2014

Ανακοίνωση του ΣΜΕΔ για την εφημερίδα "Γαύρος"



Εφημερίδα "Γαύρος", ή το σύστημα: «Δουλεύεις απλήρωτος – διεκδικείς – απολύεσαι»


Ενημέρωση 19/9/2014: Τη Δευτέρα 22/9/2014 εκδικάζεται στα δικαστήρια της οδού Ευελπίδων (κτίριο 9, αίθουσα 16, ώρα 10 π.μ.) η αγωγή του απολυμένου συναδέλφου Α. Λ. κατά της ιδιοκτησίας της εφημερίδας Γαύρος για την παράνομη και εκδικητική απόλυσή του. Ο ΣΜΕΔ θα πραγματοποιήσει στη δίκη πρόσθετη παρέμβαση υπέρ του Α. Λ. και καλεί επίσης όλους τους συναδέλφους και τα κλαδικά σωματεία του Τύπου να στηρίξουν με την παρουσία τους και τον λόγο τους τον δικαστικό αγώνα του συναδέλφου. 

ΚΑΝΕΝΑΣ ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΣ ΠΟΤΕ ΜΟΝΟΣ ΤΟΥ

***

Ο Σύλλογος Μεταφραστών Επιμελητών Διορθωτών καταγγέλλει την προκλητική απόλυση του συναδέλφου Α. Λ., μέλους του ΣΜΕΔ, από την εφημερίδα Γαύρος, επειδή… τόλμησε να συντάξει κείμενο με αιτήματα των απλήρωτων εργαζομένων της εφημερίδας προς τον εκδότη. Ο ΣΜΕΔ καταγγέλλει επίσης την απόλυση, λίγες μέρες αργότερα, του Ν. Π., τεχνικού στην εφημερίδα Αξία, κοινών συμφερόντων με την εφημερίδα Γαύρος (Wizard Εκδοτικές Επιχειρήσεις), επειδή… τόλμησε να υποστηρίξει την κίνηση του συναδέλφου.

Τα γεγονότα έχουν ως εξής:

Την Τρίτη 29 Οκτωβρίου 2013, δύο ώρες προτού ο συνάδελφος Α. Λ. πιάσει δουλειά, ειδοποιήθηκε τηλεφωνικά από τον οικονομικό διευθυντή της εταιρείας Wizard Εκδοτικές Επιχειρήσεις, που εκδίδει επίσης την εφημερίδα Αξία και διαχειρίζεται τις ιστοσελίδες gavros.gr και axiaplus.gr, ότι απολύεται και καλείται απλώς να περάσει την επομένη από το λογιστήριο για να πληροφορηθεί πώς θα γίνει η αποπληρωμή των τριών μισθών που του οφείλονται.

Ο λόγος της απόλυσης; Την τελευταία μέρα που ο συνάδελφος εργάστηκε στην εφημερίδα (26/10), είχε συντάξει ένα προσχέδιο με αιτήματα των εργαζομένων προς τον εκδότη Αντώνη Πίκουλα, ο οποίος επρόκειτο να μιλήσει στους εργαζόμενους για τις καθυστερήσεις στη μισθοδοσία, σε συνέλευση που είχε προγραμματιστεί για τις 29/10, ημέρα της απόλυσης του Α. Λ. Είχε προηγηθεί συνέλευση των εργαζομένων στις 25/10, την οποία μάλιστα συγκάλεσε ο αρχισυντάκτης της εφημερίδας, Διονύσης Βερβελές, προκειμένου ακριβώς να ακούσει τα αιτήματα των εργαζομένων προς τον εκδότη. Το προσχέδιο που συνέταξε ο συνάδελφος δεν ήταν λοιπόν παρά το αυτονόητο: μια απόπειρα να καταγραφούν οι απόψεις των εργαζομένων και να μετατραπούν σε συγκεκριμένα αιτήματα προς τον εκδότη.

Φαίνεται όμως ότι ούτε καν ένα στοιχειώδες πλαίσιο εργατικής διεκδίκησης δεν γίνεται ανεκτό σε τέτοιες εφημερίδες-προπύργια Ποδοσφαιρικών Ανωνύμων Εταιρειών, όπου μόνος νόμος είναι το Δίκιο του Αφεντικού (συχνά γνωστού και ως «Μεγάλου Προέδρου»…). Την επομένη (27/10), ημέρα που ο συνάδελφος Α. Λ. είχε ρεπό, το προσχέδιο έπεσε στην αντίληψη του αρχισυντάκτη, ο οποίος συγκάλεσε έκτακτη σύσκεψη μετά το κλείσιμο του ημερήσιου φύλλου, δηλαδή αρκετά μετά τα μεσάνυχτα. Εκεί, αφού έψεξε τους εργαζόμενους, στους οποίους οφείλονται δεδουλευμένα 6-7 μηνών, για «λάθη» τους στη δουλειά, προχώρησε στη συκοφάντηση του συναδέλφου, αναφέροντας ψευδώς ότι το προσχέδιο που είχε συντάξει είχε κυκλοφορήσει νωρίτερα στο διαδίκτυο και προαναγγέλλοντας ουσιαστικά την απόλυσή του.

Είναι προφανές ότι διεύθυνση και ιδιοκτησία της εφημερίδας όχι μόνο δεν ανέχονται να διεκδικούν οι εργαζόμενοί τους τα αυτονόητα, αλλά δεν έχουν καν την αξιοπρέπεια να τους αντιμετωπίζουν κατά πρόσωπο. Η απόλυση του συναδέλφου είχε σαφώς εκδικητικό χαρακτήρα και αποσκοπούσε στον παραδειγματισμό και των υπόλοιπων δημοσιογράφων, τεχνικών και διοικητικών υπαλλήλων του ομίλου. Δεν είναι εξάλλου τυχαίο ότι, παρά τα συσσωρευμένα χρέη προς τους εργαζόμενους των εκδοτικών του επιχειρήσεων, ο εκδότης Α. Πίκουλας κάνει νέα επιχειρηματικά ανοίγματα: στα μέσα Ιουλίου, η Wizard Εκδοτικές Επιχειρήσεις μετακόμισε από την οδό Γ΄ Σεπτεμβρίου σε νέα, μεγαλύτερα γραφεία στο Χαλάνδρι, ενώ εντός του 2012 ο εκδότης είχε ήδη γίνει –σύμφωνα με πρόσφατα, μη διαψευσμένα δημοσιεύματα– και συνιδιοκτήτης της πρώτης σε κυκλοφορία κυριακάτικης εφημερίδας Πρώτο Θέμα.

Ως επιστέγασμα όλης της παραπάνω αθλιότητας, την 1/11/2013 ακολούθησε μία ακόμη απόλυση: ο τεχνικός στην εφημερίδα Αξία Ν. Π. ειδοποιήθηκε για τη λήξη της συνεργασίας του με την επιχείρηση. Ο λόγος της απόλυσής του ήταν ότι υπερασπίστηκε την ενέργεια του συναδέλφου Α. Λ. να συντάξει το προσχέδιο αιτημάτων προς τον εκδότη Α. Πίκουλα, καθώς και ότι… οι Α. Λ. και Ν. Π. συζητούσαν ανοιχτά πώς θα μετέφεραν τα αιτήματα των εργαζομένων της εταιρείας στη συνέλευση που θα λάμβανε χώρα, παρουσία του εκδότη, στις 29/10.

Αυτό όμως που πραγματικά σοκάρει στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι ότι ο Ν. Π. έχει λαμβάνειν δεδουλευμένα άνω των 12 (!) μηνών, είναι δε πατέρας τριών παιδιών, και μάλιστα το ένα εξ αυτών εισήχθη την 1η Νοεμβρίου (ημέρα της απόλυσής του) στο νοσοκομείο για να αντιμετωπιστεί σοβαρό πρόβλημα υγείας που ταλαιπωρούσε καιρό την οικογένεια – και όλα αυτά εν γνώσει της επιχείρησης.

Ο Σύλλογος Μεταφραστών Επιμελητών Διορθωτών στέκεται αλληλέγγυος στον συνάδελφο Α. Λ., ο οποίος έχει ήδη προσφύγει στο Σώμα Επιθεωρητών Εργασίας και έχει ενημερώσει την Ένωση Συντακτών Ημερήσιων Εφημερίδων Αθηνών, στην οποία επίσης ανήκει. Απαιτούμε την άμεση επαναπρόσληψη τόσο του συναδέλφου Α. Λ. όσο και του Ν. Π., καθώς και την άμεση καταβολή των δεδουλευμένων όλων των εργαζομένων της εταιρείας Wizard Εκδοτικές Επιχειρήσεις. Ο ΣΜΕΔ παρέχει την αμέριστη υποστήριξή του στον συνάδελφο Α. Λ. σε όλες του τις ενέργειες και καλεί την ΕΣΗΕΑ και όλα τα κλαδικά σωματεία του Τύπου σε κοινή δράση.

Καμία ανοχή απέναντι σε όσους λεηλατούν τη ζωή μας

Σύλλογος Μεταφραστών Επιμελητών Διορθωτών

"EL CANTO DE TODOS, QUE ES MI PROPIO CANTO"




Για τη Μερσέντες Σόσα και όχι μόνο,

και για την Τζόαν Μπαέζ,
ΕΔΩ

Άει στο καλό, διάβασα τα σημειώματα του Μιχάλη και του Αντώνη και συγκινήθηκα βραδιάτικα. Gracias.
ηρ.οικ.

Κυριακή 14 Σεπτεμβρίου 2014

Σωτήρης Κακίσης: "Ο αμφίβολος επισκέπτης Αργύρης Μπακιρτζής"

Φωτογραφίες: Αρχείο Σωτήρη Κακίση



Ο Αργύρης Μπακιρτζής στη Βενετία, 1989
Φωτογραφία: Σωτήρης Κακίσης



Ο ΑΜΦίΒΟΛΟΣ ΕΠΙΣΚέΠΤΗΣ ΑΡΓύΡΗΣ ΜΠΑΚΙΡΤΖήΣ

-35 χρόνια από την αρχή των Χειμερινών Κολυμβητών


του Σωτήρη Κακίση


Στα τριάντα τους χρόνια που γιόρτασαν οι Χειμερινοί Κολυμβητές στο Παλλάς με όλους τους φίλους τους εκεί, για σκηνικό πίσω από την ορχήστρα διάλεξαν τις μοναδικές εικόνες του Έντουαρντ Γκόρι από τον «Αμφίβολο Επισκέπτη» του, που από πολλά χρόνια πριν τον έχω εγώ στα ελληνικά μεταφράσει και που το απαγγέλλει –το βιβλίο όλο σαν στιχούργημα- σχεδόν πάντα στις συναυλίες τους ο Αργύρης ο Μπακιρτζής. Για κάποιον ιδιαίτερο λόγο, ο Αργύρης έχει συνδεθεί με το πλάσμα αυτό το απόκοσμο, και, επί πολύν καιρό τώρα, απειλεί πως θα το μελοποιήσει κιόλας το σαν ποίημα αυτό, χωρίς ποτέ ως τώρα να έχει πραγματοποιήσει την απειλή του.

Γνώρισα κι εγώ τον Αργύρη σχεδόν τριάντα χρόνια πριν, συνδεθήκαμε, παραμένουμε φίλοι -πάλι εγώ πιστεύω- γκαρδιακοί, και μας ένωσαν επιπλέον κι ο Χρήστος ο Βακαλόπουλος, η Όλια Λαζαρίδου, ο Φοίβος Δεληβοριάς, αλλά κι ο Κύριλλος ο κουμπάρος μου ο Σαρρής, που είχε γίνει κιόλας τραγούδι από τους Χ.Μ., στις περίφημες πια «Ψείρες» τους, μαζί με τον αδελφό του τον Θανάση τρυφερά αναφερόμενοι.

Έχω και μια συνέντευξη του Αργύρη που του την είχα πάρει το 1997, όπου έλεγε με τα σωστά του: «-Εγώ πιστεύω πως ως συγκρότημα έχουμε διαλυθεί εδώ και πολλά χρόνια. Δεν υφίσταται, πιστεύω, πια αυτό το συγκρότημα. Αλλά ίσως και να συνεχίσουμε»… Το αν διαλυθήκανε, το ’δατε. Παραμένουν εκεί που ήταν πάντα, 17 χρόνια μετά -ακριβώς μάλιστα φέτος σαν τον Αμφίβολο Επισκέπτη-, έτοιμοι πάντα να μας υποδεχτούν, έτοιμοι πάντα για νέα πράγματα, πάρα πολλές συναυλίες, πάρα πολλά τραγούδια, πολλούς δίσκους νέους κι υπέροχους ως σήμερα. 

Αυτή όλη η έμφυτή τους αμφιβολία είναι, τελικά, η ιστορία όλη: αυτή τους χαρίζει τον σωτήριο, αιώνιό τους ερασιτεχνισμό, που ισούται με επαγγελματισμό τέλειο και σαφή, μέσα στον κυκεώνα του άκρατου τις ημέρες αυτές ψευτο-επαγγελματισμού. Αυτή η εξαίσια αμφιβολία γεμίζει τους στίχους, τις μουσικές και τις ψυχές τους με την παραπάνω χάρη που λείπει πια πολύ από τους πολλούς, με το γοητευτικό «ανικανοποίητο» που σημείωνε ο Τσιτσάνης για τα καλά τραγούδια, και που μου υπενθύμιζε σε κάθε ευκαιρία ο σοφός μου Νίκος Χουλιαράς.

Στο «Μ’ Αγαπάς;» που συνέδραμα τον Γιώργο Πανουσόπουλο, πέρα από κάποια πράγματα στα οποία επέμενα για το σενάριο, στα μόνα επιπλέον που επέμενα κι ήθελα να πείσω τον σκηνοθέτη ήταν ο Ανδρέας Μπάρκουλης –που έπαιξε νομίζω άριστα τον καλύτερο ίσως ρόλο της καριέρας του εκεί- κι ο Αργύρης κι οι Χειμερινοί, που ο Πανουσόπουλος τότε δεν τους καλο-ήξερε, κι ανεβήκαμε μαζί στη Θεσσαλονίκη επί τούτου να γνωριστούνε. Κι έτσι να επανδρώσουν ιδανικά μετά την ταινία, και με του Σαίξπηρ τα πονήματά τους, αλλά κι οι ίδιοι ως ηθοποιοί ξαφνικά, με τον Μπακιρτζή πάλι να κλέβει την παράσταση, σαν ανεπανάληπτος οδηγός λεωφορείου σε μία από τις ιστορίες.

Στη Θεσσαλονίκη πάλι, τώρα που αναπολώ, ένα βράδυ πολύ παλιότερο θυμάμαι, είχαμε ξεμείνει στο Σαντέ στη Μητροπόλεως εν καιρώ Φεστιβάλ οι τρεις μας, ο Αργύρης, ο Βακαλόπουλος κι εγώ. Και μπήκε, πέρασε από μπροστά μας μια οπτασία εξαίσια αλλά με τα μυαλά της εμφανώς αλλού γι’ αλλού, κι ο Χρήστος μίλησε αποφατικά: «-Ωραία είναι, είπε. Αλλά αυτή θέλει Μερσεντές»… Και μες στο ημίφως πίσω από τις πλάτες μας για κάποιο λόγο όπως ήμασταν βολεμένοι, ακούστηκε η βαριά, χαρακτηριστική πια για την Ελλάδα όλη, φωνή του Αργύρη: «-Έχουμε κι εμείς Μερσεντές. Έχω εγώ μία ασημί στη Θάσο μοντέλο τσίλικο, παλιό, αλλά προ ημερών τη χρειάστηκα για να μεταφέρω κάτι τσιμεντόλιθους, και κάπως μου κάθισε, και την έχω τώρα στον μάστορα». Γελάσαμε οι άλλοι δύο με το νυχτερινό παραδοξολόγημα, και την ξεχάσαμε την κουβέντα αυτή ύστερα. Όταν προς το ξημέρωμα είπαμε να πάρουμε ένα ταξί να μας πάει στο Καψής, ο Αργύρης είπε να τον πετάξουμε κι αυτόν στο σπίτι του. Κι έβαλε τον οδηγό τότε να κάνει μια πιο πέρα στροφή, για να τη δούμε την υπαρκτότατη όντως Μερσεντές του έξω από ένα συνεργείο. (Μ’ αυτήν θυμάμαι κάποια χρόνια μετά, με τις πόρτες της μάλιστα ν’ ανοίγουν από πίσω προς τα μπρος, να με παραλαμβάνει ο Αργύρης από τον Μύλο τιμητικά, άλλη μια κοινή βραδιά μας ιδανικά επιστεγάζοντας έτσι).

Οι Χειμερινοί Κολυμβητές στα 35 τους κι αυτοί φέτος συγκινητικά έτος κατ’ έτος χρόνια, σαν νεώτεροι ρεμπέτες κι αμερικάνοι Γιώργηδες Κατσαροί αλλά και στη Θάσο από την προ-ιστορία απτόητοι Σταύροι Καραμανιώλες –που αμφότεροι τα εκατό τα πέρασαν με ταχύτητα ήρεμη και φιλοσοφημένη-, είναι, θα είναι πάντα μαζί μας γι’ αυτό ακριβώς: γιατί ο τρόπος τους, ενώ βαθιά μέσα τους είναι τρόπος βέβαιος και ισχυρός, σε μια επιπόλαια ματιά μοιάζει γεμάτος αναρωτήσεις, έτσι ώστε με το έργο τους τη συνενοχή όλων μας ανέκαθεν να απαιτούν, ακόμα και σήμερα σε οποιαδήποτε συναυλία τους μαγικά να εκμαιεύουν.

Κι η Αμφιβολία, αυτή η πραγματική βασίλισσα οποιασδήποτε δημιουργίας, πάντα μαζί τους θα κοιμάται. Σαν η ομορφότερη, η πιο επιθυμητή κι άπιαστη μια ζωή, γυναίκα απ’ όλες.


Ο Σωτήρης Κακίσης στη Βενετία, 1989 -
Φωτογραφία: Αργύρης Μπακιρτζής


ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:

1. Παλλάς, Αθήνα, 30 Χρόνια Χειμερινοί Κολυμβητές:
2. Συνέντευξη του Αργύρη Μπακιρτζή στον Σωτήρη Κακίση:

3. Μικρό Αφιέρωμα στον Σταύρο Καραμανιώλα:

Σάββατο 13 Σεπτεμβρίου 2014

WITH A LITTLE HELP FROM MY FRIENDS

Η Lifo απαγορεύει τώρα και τον κοινοβουλευτικό έλεγχο στις απολαβές των τραπεζιτών. Κυρ-διευθυντά, δεν μας λες και σε μας τι το κωμικοτραγικό βρίσκεις στο να ζητάει ένας βουλευτής ενημέρωση για το μισθό του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας; Και τι σημαίνει ότι παίρνουν πολλά λεφτά οι βουλευτές; Μήπως ότι πρέπει να πάψουν να ασχολούνται με τα οικονομικά και με τους μισθούς εντελώς, να τα αφήσουν όλα στους τεχνοκράτες;

Θαυμάστε σολάρισμα - κι αν καταλάβετε το αστείο, μου το λέτε και σε μένα:

Δευτέρα 8 Σεπτεμβρίου 2014

Γιώργος Σταυριανός - "Η αλήθεια της νύχτας" (Πρόλογος της Ιφιγένειας Βαμβακίδου)

Εξασφαλίσαμε από τον Γιώργο Σταυριανό την άδεια αναδημοσίευσης εκτενών αποσπασμάτων από το τελευταίο του βιβλίο "Η αλήθεια της νύχτας", και τον ευχαριστούμε θερμά γι' αυτό! Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αντ. Σταμούλη. Αναζητήστε το! Ξεκινάμε το ταξίδι μας στην "αλήθεια της νύχτας" με τον πρόλογο της καθηγήτριας Ιφιγένειας Βαμβακίδου.





ΠΡΟΛΟΓΟΣ

«Μια καταιγίδα αγάπης ξεσπά μέσα μου και λούζει τον κόσμο καθώς σηκώνομαι βιαστικά. Κανείς σχεδόν δεν κατάλαβε πως αποχωρού­σα. Έτσι πριν τα πράγματα φθαρθούν, πριν μας μεθύσει η νο­σταλγία, μια κατάληξη αναπόφευκτη, ο εξευτελισμός που επιφέρει η φθορά, που όσο κι αν τον έχω αποδεχτεί δε θα πάψω να λειτουργώ ως esthè­te».

 Γ. Σταυριανός (2014). Η Αλήθεια της Νύχτας

Ο Γιώργος Σταυριανός, φίλος και συνεργάτης, καθηγητής και συνοδοιπόρος στην ακριτική Φλώρινα, συνθέτης και συγγραφέας, περιηγητής στην τέχνη και έμπειρος διδάσκων στη φιλοσοφία της τέχνης και στο πεδίο της αισθητικής, εκθέτει και εκτίθεται στο έργο που τιτλοφορείται «Η αλήθεια της νύχτας» μέσα από τους ήχους, τις νότες και το λόγο σε χώρο και χρόνο αυτοβιογραφικό.

Ο συγγραφέας ανοίγει διάπλατα κατά την περίοδο του καυτού Ιουλίου την «πόρτα των φαντασμάτων», ταξιδεύει στη Γαλ­λία της ζωής του, στο παρελθόν ως διαρκές παρόν, στις «μυρωδιές από φρεσκολουστραρισμένο ξύλο και απαλό δέρμα», στο «μεθύσι της θά­λασσας» και συναντά τους φίλους και τη μητέρα που χάθηκε, βου­τώντας στον ομφάλιο λώρο με την Κρήτη, την Αθήνα, το Νανσύ.

Διαβάζουμε και ακούμε το έργο ως διαδρομή αυτοβιογραφούμενης μνήμης, αυτογνωσίας και λύτρωσης, η οποία αποκαλύπτει τα δρώμενα στο Οικοτροφείο των καθολικών σπουδαστών, φωτίζει με μυστικό προβολέα τα πρόσωπα -τους Ζαν Λουί, Ντενί, Ζακ Νερού- το χρόνο, τις μνήμες, τους ήχους «χι­λιάδες μικροσκοπικά κρυ­στάλλινα καμπανάκια που συνωθούνται στο κενό και στεφανώνουν τη σιωπή, την οποία όμως δε βιάζουν». Οι κινηματογραφικές αυτές διαδρομές με σκηνοθέτη το συγγραφέα, ο οποίος βιώνει, αλλά/και παρατηρεί ως γνήσιος obser­ver[1] τη ζωή κινείται ανάμεσα σε τόπους και πρόσωπα στην Ολυμπία, τον Αλμερίκ, το Σύλβιο, οι οποίοι ανασύρουν σώματα και χωρισμούς σ’ ένα διαρκή διά­λογο με τον αφηγητή, σε αναστοχασμό με τον εαυτό ως «απαίτηση για την ομορφιά, μια βασική προϋπόθεση για την επιβίωση».

Οι Μπετόβεν, Λιστ, Ντεμπυσί, Ραχμάνινοφ συναντούν το συγγραφέα στο πιάνο που διαρκώς παίζει, στη «μουσική στιγμή, η οποία ξανάφτανε στο αρχικό γεωμετρικό της πέταγμα, όταν για πρώτη φορά η εικόνα σου σχηματίστηκε πεντακάθαρη μπροστά μου» (51), στο μυστικό της μέθης, το οποίο έφερε το συγγραφέα στον κόσμο της μουσικής, γιατί το «μουσικό θέμα μας δίνει την ευχέρεια να δώσουμε εμείς τη λύση, να αφεθούμε όσο θέλουμε κι ύστερα να επιστρέψουμε στην αρχική γεωμετρία».

Ο λογοτεχνικός λόγος γίνεται το όχημα για μιαν αυξημένη αυτοσυνειδησία, μια εμπειρία απελευθέρωσης. Η λογοτεχνική γλώσσα εστιάζει στο ταξίδι, στη διαδρομή, στους δρόμους της Ευρώπης, της φοιτητικής ζωής, των ερώτων. Η Κοκό, η Μαρί-Οντίλ, η Σαμπίν ντε Μπυσύ και ο Ολιβιέ, ο οποίος μεταφέρεται από το συγγραφέα στο χωροχρόνο, οι εκλογές στο οικοτρο­φείο, ο διαγωνισμός των αντικαλλιστείων, ο πατέρας Σρευτέρ, η Κολέτ, η Ζοσελύν συνιστούν τα πρόσωπα και τους χαρακτήρες, τις συναντήσεις που σημάδεψαν τις επιλογές και την αισθητική του συγγραφέα. Ο Κλοβίς, ο Αλμπέν, το Οικοτρο­φείο και η νοσταλγία ξεγελούν «τις πόρτες, που τώρα πια μου φαίνο­νται μισάνοιχτες, όταν πριν λίγο ακόμα τις έβρισκα ερμητικά κλειστές».

Ο Γιώργος Σταυριανός ως συγγραφέας, αφηγητής και ήρωας βουτά στα «όρια των παθών και του θείου, στις υπερβολές και στην οικειότητα, που εξαντλείται στην ευαίσθητη γραμμή που οριοθετεί το ζωτικό για τον καθένα χώρο» αναπτύσσεται σε χώρους εσωτερικούς της μνήμης». Στο έργο αποκαλύπτεται ότι η γλώσσα δεν είναι μόνο επικοινωνία, αλλά ένας κόσμος αισθημάτων, ιδεών, συναισθημάτων, δράσεων, μνήμης, τοπικότητας. Ο συγγραφέας θέλει να τονίσει ότι η θύμηση, η μνήμη, η ανάμνηση είναι οι κώδικες με τους οποίους επικοινωνούμε για να διασώσουμε την ανθρωπιά μας. Η αφήγηση είναι πυκνή, το δέσιμο σφιχτό και το υλικό εκτίθεται στον αναγνώστη και στον ακροατή σ’ ένα μυστικιστικό περιβάλλον σαν από ιεροφάντη αποκάλυψης που περνά από κύματα ψεύδους, απάτης, αγάπης, μίσους, παγίδων, ελπίδων για να καταδείξει ότι εκείνο που μένει είναι η θύμηση, η μνημοσύνη και η λησμοσύνη που συμβιώνουν. Το τελικό αποτέλεσμα είναι ο θάνατος που μας εισάγει στον χωρίς διαστάσεις χρόνο, στα όνειρα και στους εφιάλτες. Η γραφή λειτουργεί αναπόφευκτα ως όχημα του χρόνου μέσα από αλληγορικές, φανταστικές και πραγματικές εκδοχές του παρελθόντος με το οποίο κατάματα αναμετράται ο συγγραφέας.

Ο Κλοβίς, ο καινούριος φίλος, ο οποίος «δεν υπήρχε παρά μόνο σαν πρόσχημα για να υπάρχει αυτή η φωνή, που λες και δεν ήταν του κόσμου ετούτου», το Θυμάμαι του Φελίνι, ο θάνατος της μητέρας και της Φελισί «μιας συντρόφου που ποτέ κανείς δε θα ξεχνούσε», ο φόβος και τα ερωτήματα για το φόβο, η μεταφυσική αγωνία, «αισθανόμουν οργισμένος κι ανίσχυρος και ταπεινωμένος, …ήθελα να ρωτήσω, να μάθω, να μου εξηγήσουν», οι απαντήσεις που ενυπάρχουν στη μουσική και στη ψυχανάλυση «μόνο τότε θα μιλήσεις σωστά για το θάνατο, όταν θα έχεις αποδεχτεί τη μάταιη ομορφιά της ζωής», στη δωρική εκδοχή της αντίφασης και του παραλόγου «ο θάνατος του άλλου μας αφορά, γιατί μας συγκλονίζει η ιδέα του επερχόμενου δικού μας» ξετυλίγουν «το κουβάρι» της μνήμης του χρόνου. Ο συγγραφέας μεταβαίνει από το καλοκαίρι της Κρήτης στο φθινόπωρο της Τρουβίλ, στην εμπειρία της Ολυμπίας, στη συνάντηση με το Σύλβιο, τον Αλμερίκ «θυμήθηκα τη σκηνή της Ολυμπίας, εκεί στην άκρη της καθάριας παραλίας, η άμμος ήταν ακόμη ζεστή….. οι γάμοι οι ξαφνικοί του Σύλβιο και της γης», στη βαθύτερη αίσθηση των πραγμάτων, στην επαναστατική του Σοπέν «το γνώριμο και βασικό μοτίβο της θαυμάσιας σπουδής σε ντο ελάσσονα», στη σκληρή και κακοτράχαλη κρητική ψυχή, «ίδια με τη φύση της που σμιλεύτηκε από τους αιώνες και την τυχαιότητα», στο ουγγαρέζικο εστιατόριο, στη μουσική που υπάρχει σ’ όλο το έργο, στο χορό της Κατίνας και στο μεθύσι του Κωνσταντή «Μ’ ένα προκλητικό τίναγμα της κεφαλής, η Κατίνα έβγαλε το ολόλευκο και αρωματισμένο μαντίλι από το μανίκι της. Σαν αίλουρος τότε ο Κωνσταντής ξεπετάχτηκε από τις σκοτεινές του θημωνιές και τ’ άρπαξε στον αέρα. Τα χείλη μισάνοιχτα, και το πουκάμισο μαύρο και ξεκούμπωτο με σηκωμένα τα μανί­κια μέ­χρι τους αγκώνες. Πίσω ακολούθησαν κι άλλοι, κι άλλες...»

Η επανέκδοση του έργου με ποικίλες αλλαγές/διορθώσεις επιτρέπουν στο συγγραφέα τη διαρκή αυτοανάλυση, τη συνεχή και ανεμπόδιστη ροή ανάμεσα σ’ αυτόν και στο σύμπαν, γιατί «δεν ξανάκλεισα ποτέ, επιτρέποντας έτσι τη συνεχή ροή ανάμεσα στο σύμπαν και σε μένα». Οι διάλογοι με τον Ολιβιέ, η κοινή διαδρομή είναι η απόπειρα επιστροφής στη σιγουριά της γαληνεμένης μητρικής θάλασσας στην οποία κολυμπούσαμε πριν γεννηθούμε, «ψάχνουμε να βρούμε το παιδί που ήμασταν κάποτε, από τον τρόμο μάλλον που προκαλεί η ιδέα του θανάτου, του κάθε θανάτου».

Η μητέρα περιγράφεται ως μεγάλη αγαπημένη, ως μεγάλη ένοχη. Ο αποχωρισμός του παιδιού από τη μητέρα-φύση γίνεται αισθητός με οξυμένο τρόπο καθώς διακυβεύεται σε ενεστωτικό χρόνο: παρά το γεγονός ότι ο γενετικός και θρεπτικός ρόλος της μητέρας έχει μόλις λήξει αυτή εξακολουθεί να συγκρατεί τη βιολογική ευθύνη στο παρόν του αφηγητή.

Οι εξομολογήσεις του Ολιβιέ προς τον αφηγητή είναι η εξομολόγηση του συγγραφέα προς τον αναγνώστη. Οι διάλογοι είναι ευφυείς και περιγράφουν τη σύγκρουση, το άγχος και τις εσωτερικές διαδρομές. Πέρα από τα συναισθήματα, τα πρόσωπα στο έργο οδηγούνται σε μια ακρότητα χωρίς να είναι πρόσωπα με μια ειδική ψυχολογία. Δεν ξέρουμε που μπορεί αυτά να φτάσουν σε μια δεδομένη στιγμή, γιατί ο συγγραφέας θέτει τη συνθήκη και τελικά δε γνωρίζεις πως θα αντιδράσει ο ήρωας: η αγάπη είναι «μονόλογος καταδικασμένος, αγαπούμε όπως θέλουμε να μας αγαπήσουν».

Ο συγγραφέας αυτοπαρατηρείται διαρκώς ως «παιδί που προσπαθεί να λύσει το γόρδιο δεσμό των φαντασμάτων». Πρόκειται για την αντίσταση του καλλιτέχνη στη σύγχρονη μαζική κουλτούρα, στην ευτέλεια, στην ποσότητα των προϊόντων χωρίς αιτία, χωρίς αγωγή, χωρίς αισθητική, στην Αθήνα του τέλους του αιώνα, στο θάνατο της μητέρας, στο πένθος που υστερόχρονα και σε διάρκεια βιώνεται, στο μη κάλλος.

Σ’ όλη τη λογοτεχνική διαδρομή η μουσική είναι παρούσα και αποκαλύπτεται στην ιστορία της και στις συγκεκριμένες επιλογές του αφηγητή, στις στιγμές της classic, της jazz, της τσιγγάνικης, της όπερας στα ακούσματα των καφέ και του δρόμου.

Στο τέλος του έργου, ο αναστοχασμός του αφηγητή για την ίδια την αφήγηση, «γιατί γράφει, τι αναζητεί…», η επιστροφή στο θέμα οικογένεια-μητέρα, στο πρότυπο, στο πεπρωμένο οδηγούν στο άνοιγμα, στις «πόρτες ορθάνοιχτες- ό,τι γύρευα μια ζωή στα μάτια των άλλων βρίσκεται τώρα απέναντι μου, οι κρυμμένοι παράδεισοι, το θεϊκό τραγούδι του σύμπαντος, ο θάνατος, η ζωή κι ο έρωτας, όλα είναι ένα, είμαστε οι κόκκοι που συνθέτουν την άμμο» και μας μεταφέρουν στο παρόν: στον Όλυμπο, στο Πήλιο, στη Θεσσαλονίκη, στη λύτρωση από την ενοχή και την απορία, στο βουδιστή Κλοβίς «που χάθηκε στο δάσος» στην αθωότητα των συναντήσεων, των καινούριων φίλων που είναι υγροί και χυμώδεις, γενναιόδωροι σ’ αγάπη, στο Κονσέρτο αρ. 2 Σοπέν, στη βόρεια Ελλάδα στη θάλασσα και στη βροχή, στο θεό του Έρωτα.

Στη συμφιλίωση με τον εαυτό του ο συγγραφέας κλείνει την παιδική ηλικία και γιορτάζει τα γενέθλια της διαρκούς εφηβείας.

Η λογοτεχνική γραφή του Γιώργου Σταυριανού ως άλλος τρόπος μουσικής σύνθεσης δεν αποτελεί προϊόν διανοούμενης φαντασίας, αλλά βιωμένη αφήγηση, η οποία μας οδηγεί στους μύριους κόσμους της πιθανότητας που επιθυμούμε όλοι.

Η χαρτογραφική γλώσσα φωτίζει τα ιδιαίτερα τοπία, τους κόσμους του συγγραφέα και αναδεικνύει τον ιστό των ερωτημάτων. Ο κύριος θεματικός άξονας στο έργο αφορά τη σχέση με την προηγούμενη εποχή, την εποχή της μητέρας. Η εκδίπλωση των άλλων θεμάτων αφορά στον τρόπο που αυτά συνυφαίνονται με το κεντρικό μεταφυσικό μοτίβο. Ενδιάμεσα παρακολουθούμε από κοντά μια σειρά από διαφορετικές οπτικές γωνίες του ίδιου θέματος, όπου συνυπάρχουν ο ρομαντικός έρωτας, ο απελπισμένος, το ελαφρύ, αλλά και βάναυσο ερωτικό παιχνίδι, το ζήτημα του αμφίσημου ονείρου για μια σχέση αγάπης και μίσους με τη μητέρα, με το άλλο φύλο, της σχέσης του έρωτα με τη φιλία, της ηθικής με τον έρωτα, του πραγματικού με το φαντασιακό, τις δυνατότητες του πραγματικού να ενσαρκώσει το κάλλος.

Η αφήγηση μάς μεταφέρει από το υποκείμενο που μονολογεί ως παρατηρητής, στον ήρωα που βυθίζεται αναγκαστικά μέσα στους άλλους. Ο αφηγητής ενίοτε διατηρεί τις αποστάσεις και ασκεί κριτική στο σύστημα μέσα στο οποίο κινήθηκε. Στο πεδίο αυτό η πρόταση του συγγραφέα είναι να αναλάβουμε διδάσκοντες και διδασκόμενοι ένα άλλο βλέμμα για να δούμε τον κόσμο, την τέχνη ως ιδιαίτερο πρίσμα μέσα από το οποίο ο κόσμος αποκτά τη συνοχή και την κοσμιότητά του[2].

«Πέρα στα βάθη του μοναδικού σαλονικιότικου ορίζοντα μια πάχνη καθαγιάζει τη νύχτα και καταμεσής του ουρανού ένα φεγγάρι έχει ξετρυπώσει μέσα από τα σύννεφα. Το ψιλόβροχο έχει σταματήσει.., για να ξαναρχίσει όμως σε λίγο και πάλι. Γιατί απλά έτσι πάντα γίνεται. Γιατί έτσι έπρεπε να γίνει».


ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ ΒΑΜΒΑΚΙΔΟΥ
Αναπλ. Καθηγητής, Πρόεδρος Τμήματος
Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας


Απρίλιος 2014





[1]. «Οι παρατηρητές ως εκλεκτή μερίδα σε κάθε γενιά είναι κλειστή και σκληρή ομάδα.»: Γεωργακοπούλου Β. (2002). Συνέντευξη με το σκηνοθέτη Ν. Νικολαΐδη. Ελευθεροτυπία, Η Τέχνη της Ζωής, αρ. 53, 17/11/2002, 10-11.
[2]. Κωβαίος Κ. (2002). Φιλοσοφία και Κινηματογράφος. Αθήνα: Καρδαμίτσας.

Τετάρτη 3 Σεπτεμβρίου 2014

Λένε η αγάπη



Λένε η αγάπη πως αλλάζει
πως κρέμεται σα ρούχο απ' το συρμό
να είναι σύγχρονη τη νοιάζει
τ' ακούω και γελώ

Λένε η αγάπη πως αλλάζει
αλλάζει στυλ και τύπους κάθε φορά
κάτι αιώνιο σταλάζει
σαν είμαστε αγκαλιά

Νοιώθω το πάθος που ξεπερνάει την κάθε εποχή
πάντα στο βάθος χρονοπετάει του έρωτα η ψυχή

Νοιώθω το πάθος που ξεπερνάει την κάθε εποχή
πάντα στο βάθος χρονοπετάει του έρωτα η ψυχή.

Έξω απ' τη μόδα σ' αγαπάω
μ' εκείνο 'κει τον τρόπο τον παλιό
και μες στην κόλαση να πάω
θα πω σ' ευχαριστώ

Έξω απ' τη μόδα σ' αγαπάω
κι ας μ' έχουν ονομάσει ρομαντική
μαζί σου χαίρομαι, πονάω
γνωρίζω τη ζωή.

Νοιώθω το πάθος που ξεπερνάει την κάθε εποχή
πάντα στο βάθος χρονοπετάει του έρωτα η ψυχή

Νοιώθω το πάθος που ξεπερνάει την κάθε εποχή
πάντα στο βάθος χρονοπετάει του έρωτα η ψυχή

***

Μια γλυκιά συνάντηση Μανώλη Ρασούλη - Αντώνη Βαρδή, με τη φωνή της Χριστίνας Μαραγκόζη.