Δευτέρα 2 Φεβρουαρίου 2015

Ένα ενδιαφέρον άρθρο για την παραγωγική ανασυγκρότηση



ΧΡΕΟΣ, ΑΝΕΡΓΙΑ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ


ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΓΙΑ ΣΥΝΑΨΗ ΣΥΜΜΑΧΙΩΝ
ΕΝΤΟΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ


του Κωνσταντίνου Φιλιππακόπουλου

Η παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας πρέπει να συνδεθεί άμεσα με το θέμα του χρέους. Υπάρχει η γενικευμένη παραδοχή σε όλες τις κοινωνικές τάξεις της χώρας ότι η αποβιομηχάνιση που έχει συντελεστεί τα τελευταία τριάντα χρόνια σε συνδυασμό με την άναρχη ανάπτυξη του τομέα των υπηρεσιών και ιδιαίτερα του τουρισμού, με την λαθεμένη στόχευση στις καλλιέργειες της πρωτογενούς παραγωγής, με τη χωρίς προγραμματισμό ανάπτυξη του τομέα της ζωικής παραγωγής, με την κακοσχεδιασμένη πολιτική ανάπτυξης του τομέα της ενέργειας έχει οδηγήσει τη χώρα στα σημερινά επίπεδα της ανεργίας και της συνεχούς μείωσης του ΑΕΠ. Όλος ο πολιτικός κόσμος της πατρίδας μας μιλάει καθημερινά στα ραδιόφωνα και στις τηλεοράσεις για την ανάγκη της παραγωγικής της ανασυγκρότησης. Και φυσικά όλοι οι φορείς όπως εμπορικά βιοτεχνικά και βιομηχανικά επιμελητήρια εκδίδουν μελέτες και αποφάσεις που ο κύριος άξονάς τους είναι η ανάγκη άμεσων επενδύσεων στον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα της οικονομίας αν θέλουμε να δούμε άσπρη μέρα.

Την ίδια στιγμή όλη η ενέργεια των κομμάτων, που με τους εκπροσώπους τους στη βουλή αποφασίζουν για τις τύχες μας, ασχολούνται συνεχώς με το χρέος και την αναδιαπραγμάτευση που πρέπει να γίνει προκειμένου να μειωθεί ουσιαστικά για να γίνει δήθεν βιώσιμο. Προϋπόθεση όλης της σχετικής επιχειρηματολογίας όλων των κομμάτων πλην του ΚΚΕ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι η παραμονή στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στο ευρώ. Ας υποθέσουμε λοιπόν προς στιγμήν ότι η είσοδος της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και η υπογραφή της συνθήκης του Μάαστριχτ αλλά και όλων των συνθηκών όσων ακολούθησαν δεν είναι η αιτία της αποβιομηχάνισης της χώρας και των συναφών προβλημάτων σε όλους τους τομείς της παραγωγικής δραστηριότητας της χώρας που αναφέρθηκαν παραπάνω. Άρα μπορούμε να είμαστε μέλος αυτής της Ένωσης κρατών και ταυτόχρονα να έχουμε εκείνες τις παραγωγικές δραστηριότητες που θα φέρουν την ανεργία κάτω από το 10%, θα αποπληρώσουν το χρέος στο σύνολό του ή μέρος του, θα βελτιώσουν τους μισθούς και τις κοινωνικές παροχές στους εργαζόμενους και θα φέρουν σε καλύτερη σχέση ισορροπίας το δημόσιο με τον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας.

Ποιο είναι λοιπόν το σχέδιο που θα φέρει επενδύσεις στη χώρα προφανώς των μεγάλων διεθνών κέντρων ελέγχου της παραγωγής και της χρηματοπιστωτικής σφαίρας; Έχω την εντύπωση ότι απουσιάζει από την ημερήσια διάταξη και τους σχεδιασμούς των πολιτικών δυνάμεων που αποδέχονται τα δεδομένα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως δεδομένα και κεκτημένα. Οι δραματικές επιπτώσεις των μέτρων λιτότητας, που έχουν εξαφανίσει τα τελευταία πέντε χρόνια το 35% του ΑΕΠ επιδεινώνοντας έτσι το σύνολο της οικονομικής δραστηριότητας, έχουν αποσυνδέσει στην ουσία το χρέος από την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας. Έτσι προτείνονται τακτικές και στρατηγικές που επιχειρούν να θεραπεύσουν το αποτέλεσμα και όχι την αιτία που το προκάλεσε. Επίσης επιχειρείται να βρεθούν κεφαλαιακά περισσεύματα μέσω του ελέγχου της φοροδιαφυγής για να επενδυθούν στην παραγωγική ανασυγκρότηση.

Η παραπάνω αντιμετώπιση των προβλημάτων μας και ιδιαίτερα η επιμονή στην επαναδιαπραγμάτευση του χρέους με στόχο τη μείωσή του θα ενισχύσει τις φωνές εκείνες στην Ευρώπη, στις Ενωμένες Πολιτείες αλλά και μέσα στην Ελλάδα που μας κατηγορούν ότι αφού καλοπεράσαμε με τα δανεικά τώρα ζητάμε να μην τα δώσουμε πίσω. Η νομισματική χαλάρωση που αποφάσισε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μπορεί να ελαφρύνει προσωρινά το αβάσταχτο βάρος της πληρωμής των τοκοχρεολυσίων μας με όλες τις μορφές τους, ομόλογα, κλπ, αλλά παραγωγή υλικών αγαθών, που είναι η μόνη που μπορεί να γεννήσει νέες υπεραξίες και κατά συνέπεια κέρδη και επομένως περισσεύματα, δεν θα φέρει. Είναι σχετικά εύκολο λοιπόν να δει κανείς ότι απαιτείται ως στρατηγική να συνδέσει η χώρα το ζήτημα του χρέους με την κατασκευή παραγωγικών μονάδων στην Ελλάδα από τους ίδιους τους ιδιωτικούς φορείς που ελέγχουν το σύνολο της παραγωγής όλων των υλικών αγαθών πάγιου εξοπλισμού και κατανάλωσης, με συντονισμό και προγραμματισμό από τους μηχανισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ουσιαστική συμμετοχή των εθνικών κυβερνήσεων. Ένα τέτοιος απλός στρατηγικός σχεδιασμός μέσα στο θεωρητικά και διακηρυκτικά αλληλέγγυο περιβάλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατά την άποψη του ενενήντα τοις εκατό των πολιτικών μας εκπροσώπων εντός και εκτός βουλής, μπορεί να γίνει ιδιαίτερα πειστικός.

Όσο λογικό και θεμιτό είναι να επιθυμεί κανείς την πώληση των προϊόντων του στην Ελληνική αγορά άλλο τόσο είναι για τον έλληνα καταναλωτή να μπορεί να αποκτήσει τα εισοδήματα που θα του επιτρέπουν να τα αγοράζει. Η απόκτηση εισοδημάτων προϋποθέτει την εύρεση εργασίας. Και η προσφορά εργασίας προϋποθέτει τη λειτουργία παραγωγικών μονάδων. Αφού αυτές κατά κοινή διαπίστωση και ομολογία δεν υπάρχουν πρέπει να δημιουργηθούν. Αν δημιουργηθούν θα υπάρξει προσφορά εργασίας. Αν υπάρξει προσφορά εργασίας θα υπάρξουν εισοδήματα. Αν υπάρξουν εισοδήματα θα μπορεί να πληρωθεί το χρέος που οφείλουμε όποιο κι’ αν συμφωνηθεί ότι είναι αυτό. Γι’ αυτό η πρότασή μας πρέπει να είναι να κάτσουμε γύρω από ένα τραπέζι διαπραγμάτευσης με κύριο θέμα: ποιο μέρος της ευρωπαϊκής βιομηχανικής παραγωγής θα ανατεθεί η κατασκευή του στην Ελλάδα αλλά και σε άλλες χώρες. Για παράδειγμα μας πουλάτε αυτοκίνητα με τις πολύ επιτυχημένες βιομηχανίες σας, οι οποίες μάλιστα δίνουν δουλειά και σε άλλους λαούς εκτός Γερμανίας όπως η Skoda στην Τσεχία. Ας ανατεθεί η κατασκευή εξαρτημάτων τους σε εργοστάσια που θα γίνουν στην Ελλάδα με επενδύσεις από τα κεφάλαια που μας δανείζετε για να πληρώσουμε το χρέος και από τα κεφάλαια των ιδιωτικών εταιρειών που παράγουν τα συγκεκριμένα προϊόντα. Ό,τι συγκριτικό πλεονέκτημα μπορεί να σας δώσουν οι άλλες χώρες μπορούμε και εμείς. Αν οι μισθοί που ζητάμε φαίνονται σχετικά ψηλοί σας διαβεβαιώνουμε ότι το επίπεδο μόρφωσης και ικανότητας του εργατικού μας δυναμικού είναι τουλάχιστον εφάμιλλο με το αντίστοιχο των χωρών που συνορεύουν με τη Γερμανία και στις οποίες κάνετε επενδύσεις δισεκατομμυρίων ευρώ.

Ποιοι τομείς της παραγωγικής διαδικασίας θα επιλεγούν για να γίνουν οι επενδύσεις θα είναι θέμα της διαπραγμάτευσης με τις κυβερνήσεις των χωρών που αποτελούν τους δανειστές μας  ή αν θέλετε με τα όργανα εκπροσώπησης αυτών των κυβερνήσεων που είναι οι γραφειοκράτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ποια συγκεκριμένα εξαρτήματα ή και ολόκληρα προϊόντα θα κατασκευαστούν στην Ελλάδα θα είναι θέμα διαπραγμάτευσης με τις εταιρείες που τα παράγουν.  Τώρα θα μου πείτε ότι οι κυβερνήσεις ή οι γραφειοκράτες των Βρυξελλών δεν αποφασίζουν για τις επενδύσεις των εταιρειών και έτσι δεν μπορούν να τους επιβάλλουν μια τέτοια λύση.  Η απάντηση σε αυτό το επιχείρημα είναι ότι η Γερμανική βιομηχανία αλλά και όλη η εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης βιομηχανία μαζί με το χρηματοπιστωτικό σύστημα έχουν στενούς και ακατάλυτους δεσμούς με τα κράτη και τις εκάστοτε κυβερνήσεις τους καθώς οι πολιτικές αποφάσεις των τελευταίων και οι στρατηγικές και τακτικές των γραφειοκρατικών τους επιτελείων μπορούν να ευνοούν ή και το αντίθετο τα συμφέροντα των πρώτων. Σωρεία τέτοιων αποφάσεων γνωστών σε όλον τον κόσμο μπορούν να παρατεθούν ενισχύοντας τη διαπραγματευτική μας επιχειρηματολογία. Ανάλογη συστημική σχέση μεταξύ των κυβερνήσεων, του κράτους, των μεγάλων εταιρειών και του χρηματοπιστωτικού τομέα υπάρχει σε όλες τις χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με δεδομένα τα αντίστοιχα σε έκταση και βάθος προβλήματα της οικονομίας και αρκετών άλλων χωρών της Ένωσης η σύνδεση του χρέους με μια προγραμματισμένη και κεντρικά σχεδιασμένη πολιτική ανάπτυξης στον 21ο αιώνα είναι εφικτή.

Φυσικά, προσκρούει στις νεοφιλελεύθερες ιδεοληψίες για τον περιορισμό του κράτους αλλά απαντάει ουσιαστικά στον περιορισμό των ελλειμμάτων των κρατικών προϋπολογισμών, στην αποπληρωμή των χρεών, στα ζητήματα της μεγάλης ανεργίας αλλά και του περιορισμού των κοινωνικών ανισοτήτων. Στην ουσία, η άμεση σύνδεση των κρατικών χρεών με τη σχεδιασμένη ανασυγκρότηση, αναδιανομή και ανακατανομή της παραγωγικής δομής των κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλάζει το κέντρο βάρους της οικονομικής δραστηριότητας και το μεταφέρει από την άπω ανατολή και πάλι στην Ευρώπη. Η εκ πρώτης όψεως ασύμφορη μεταφορά της παραγωγικής δραστηριότητας από την Κίνα για παράδειγμα στις περιφερειακές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να οδηγήσει σε βάθος χρόνου σε πολύ καλύτερα οικονομικά αποτελέσματα το σύνολο των κεφαλαίων των επενδυμένων στη βιομηχανία ενώ την ίδια στιγμή μπορεί να φέρει έναν πιο αποτελεσματικό έλεγχο των δραστηριοτήτων των τραπεζών και γενικότερα του χρηματοπιστωτικού τομέα.

Η μείωση του κόστους παραγωγής, που αποτελεί διαχρονικά την κύρια αιτία για την εμφάνιση του φαινόμενου της αποβιομηχάνισης, είναι ένα έωλο επιχείρημα. Κι’ αυτό γιατί οδηγεί σταδιακά σε μεγάλη ανεργία, διόγκωση των κρατικών ελλειμμάτων και κατά συνέπεια του χρέους, αύξηση των κονδυλίων για τις κοινωνικές παροχές, κατακόρυφη αύξηση των οικονομικής μετανάστευσης, μείωση των φορολογικών εσόδων, απαξίωση του ανθρώπινου δυναμικού, ενίσχυση της ασυδοσίας των κεφαλαίων που διακινούνται στο χρηματοπιστωτικό τομέα και τελικά μείωση στην κερδοφορία των επιχειρήσεων. Εθνικές κοινωνίες καταναλωτών με μικρή εισοδηματική δύναμη και μεγάλη ανεργία προκαλούν μειώσεις στις τιμές λιανικής και πλήττουν καίρια την κερδοφορία. Έτσι η αποβιομηχάνιση ενώ φαίνεται να αντισταθμίζει την πτωτική τάση του ποσοστού του κέρδους στη συνέχεια οδηγεί σε περαιτέρω όξυνσή της. Η μεγάλη ανεργία που προκαλείται από την αποβιομηχάνιση θα αναγκάσει τελικά τις κυβερνήσεις να επιβάλλουν την αντιστροφή του φαινομένου και να ελέγξουν ριζικά τη ροή των κεφαλαίων για επενδύσεις στην υλική παραγωγή. Αυτή είναι η μόνη αντικειμενική βάση για σύναψη συμμαχιών του ΣΥΡΙΖΑ με πολιτικά κόμματα και κοινωνικά κινήματα εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης με στόχο την ανατροπή των πολιτικών της λιτότητας.            

Αν λοιπόν συνδέσουμε την διαπραγμάτευση για το χρέος με τη συμφωνία μέρος ή και το όλον των δανειακών κεφαλαίων, που σήμερα καταβάλλονται για ξεπληρώνουμε τα προηγούμενα δάνεια, να επενδύονται σε στοχευμένες και από κοινού συμφωνημένες και ελεγχόμενες επενδύσεις και σε συνεργασία με παραγωγικές εταιρείες των χωρών των δανειστών μας, στις οποίες θα συμμετέχουν και με δικά τους κεφάλαια οι τελευταίες, μπορούμε βάσιμα να ελπίσουμε ότι μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια θα αρχίσει μια ουσιαστική οικονομική ανάκαμψη για τη χώρα μας. Στις επενδύσεις αυτές θα μπορούν να συμμετέχουν και έλληνες επιχειρηματίες ιδιώτες επενδυτές καθώς και το ελληνικό δημόσιο. Ο μικτός τους χαρακτήρας θα εγγυάται τη σωστή, χρηστή, διαφανή και αποτελεσματική διαχείριση αυτών των κεφαλαίων καθώς και την αποτελεσματική λειτουργία της διοίκησης. Στα επενδυτικά αυτά κεφάλαια μπορεί να προστεθεί  και το επόμενο ΕΣΠΑ αποφεύγοντας έτσι την αλόγιστη, απρογραμμάτιστη και κακής διαχείρισης σπατάλη αυτών των τόσο σημαντικών κεφαλαίων. Όσον αφορά στο ιδιοκτησιακό καθεστώς αυτών των επενδύσεων μπορούν να ακολουθηθούν διαφορετικά μοντέλα που να έχουν όμως ως αρχή την ικανοποίηση των προϋποθέσεων για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, την επίλυση του προβλήματος της ανεργίας, το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα των διαρθρωτικών αλλαγών και την τακτοποίηση του χρέους.

Αυτή η διαπραγματευτική στρατηγική της άμεσης σύνδεσης της παραγωγικής ανασυγκρότησης με το χρέος μπορεί να φανερώσει τις πραγματικές προθέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Αν πρόθεσή τους είναι η μονομερής καταλήστευση της χώρας δεν θα αποδεχθούν αυτήν τη άμεση σύνδεση. Σε αυτήν την περίπτωση ενισχύονται οι δεσμοί του ΣΥΡΙΖΑ με το λαό και η συζήτηση μέσα ή έξω από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ευρώ παίρνει άλλη δυναμική και άλλη κατεύθυνση. Αν η πρόταση αυτή γίνει δεκτή προετοιμάζει τη χώρα σε πολλαπλά επίπεδα και την κάνει πιο ισχυρή και ικανή να αντιμετωπίσει δομικές κρίσεις του καπιταλιστικού συστήματος και δυνητικά την οδηγεί να ανοίξει την πόρτα προς ένα μελλοντικό σοσιαλιστικό μετασχηματισμό.

Γνωρίζουμε όλοι ότι οι μεγάλες εταιρείες καταφεύγουν στην Κίνα και γενικότερα στη Νοτιοανατολική Ασία όπου επενδύουν πακτωλούς δισεκατομμυρίων ευρώ αναπτύσσοντας στην ουσία τον παραγωγικό ιστό αυτών των χωρών στο όνομα του χαμηλότερου κόστους παραγωγής. Αυτή η ροή κεφαλαίων προς τις χώρες αυτές γεννάει το μεγαλύτερο μέρος του σημερινού προβλήματος της ευρωζώνης δηλαδή της εξαιρετικά ψηλής ανεργίας, της πραγματικής πτώσης του ΑΕΠ, της απουσίας επενδύσεων στους πρωτογενείς και δευτερογενείς τομείς της οικονομίας και τέλος στα δομικά προβλήματα του τραπεζικού τομέα. Στην κεφαλαιακή μετανάστευση προς τη Νοτιοανατολική Ασία κεντρικό ρόλο έχουν παίξει οι πολιτικές του Γερμανικού κράτους και των Βρυξελλών. Κατ’ αναλογία, μια αλλαγή των πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και των κρατών που την απαρτίζουν που αφορούν στα κάθε μορφής κίνητρα, που έχουν δοθεί στις μεγάλες εταιρείες της υλικής παραγωγής, προς την κατεύθυνση του επαναπατρισμού της  μπορεί να αναστρέψει την πορεία της αποβιομηχάνισης και των προβλημάτων της. Η άμεση σύνδεση των κρατικών χρεών με την αναδιάρθρωση του παραγωγικού ιστού των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης με κεντρικό άξονα τον επαναπατρισμό της βιομηχανικής παραγωγής πετυχαίνει στη διαπραγμάτευση για το χρέος της δικής μας κυβέρνησης με τους δανειστές μας τα εξής πλεονεκτήματα:

Α. Παύει ουσιαστικά η διαπραγμάτευση να αφορά μόνο στο ελληνικό χρέος.

Β. Δημιουργεί τις προϋποθέσεις στο επίπεδο της οικονομίας και επόμενα και της πολιτικής για συμμαχίες μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση για ριζική αλλαγή κατεύθυνσης που θα αφορά στον ουσιαστικό περιορισμό της ελευθερίας κίνησης των κεφαλαίων όχι όμως μόνο με την επιδίωξη περαιτέρω φορολόγησής τους.

Γ. Δεν αμφισβητείται το χρέος και οι δανειακές υποχρεώσεις της χώρας σε πρώτο πλάνο αλλά αναζητείται ο ουσιαστικός δρόμος αποπληρωμής του που όμως επιλέγεται από κοινού με τους εταίρους.

Δ. Καθιστά τους εταίρους συμμέτοχους των επενδύσεων και επομένως των οικονομικών και άλλων ωφελειών που θα προκύψουν από αυτές.

Ε. Χώρες με μεγάλη βιομηχανική παραγωγή που σήμερα αναγκάζονται από τις πολιτικές του Βερολίνου να αναζητούν εκτός της αγοράς της Ευρωπαϊκής Ένωσης την πώληση των προϊόντων τους, βλέπε Φινλανδία, Ολλανδία, Βέλγιο, και σήμερα αποτελούν το σκληρό πυρήνα ενάντια στη χώρα μας, μπορούν να έλθουν πιο κοντά και να στηρίξουν τις προτάσεις μας για τη διαχείριση του χρέους.

ΣΤ. Οι χώρες του νότου που έχουν αναπτυγμένη βιομηχανία, η οποία αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα προκαλώντας έτσι μεγάλη αύξηση της ανεργίας, βλέπε Ισπανία και Ιταλία, θα έχουν συγκεκριμένα οφέλη από την πρότασή μας με αποτέλεσμα να μπορεί στην πράξη να χαραχτεί κοινή γραμμή αντιπαράθεσης με τις πολιτικές λιτότητας και δημοσιονομικής προσαρμογής που επιβάλλονται από το Βερολίνο.

Ζ. Αναδεικνύεται με πειστικό τρόπο η άποψη ότι η παραχώρηση για εκμετάλλευση σε εταιρείες του εξωτερικού παγίων εγκαταστάσεων όπως αεροδρόμια, λιμάνια, σιδηρόδρομοι, ενέργεια δεν είναι αυτή που θα επιλύσει το δανειακό και κεφαλαιακό πρόβλημα της χώρας.

Η. Το τεράστιο επιστημονικό δυναμικό υψηλής εξειδίκευσης, που με τόσες οικονομικές θυσίες της ελληνικής οικογένειας έχει παραχθεί στις τελευταίες δεκαετίες και σήμερα οδηγείται στη μετανάστευση στερώντας τη χώρα από την πιο σπουδαία πλουτοπαραγωγική της πηγή, θα αποτελέσει τον βασικό άξονα της παραγωγικής ανασυγκρότησης. Με δεδομένο ότι το φαινόμενο της μετανάστευσης προς το βορρά του επιστημονικού δυναμικού παρατηρείται σε όλες τις χώρες του νότου δημιουργείται επιπρόσθετη βάση για την από κοινού διεκδίκηση της άμεσης σύνδεσης των κρατικών χρεών με το συγκεκριμένο τρόπο παραγωγικής ανασυγκρότησης που παρατέθηκε παραπάνω.

Θ. Στο επιχείρημα ότι τα κίνητρα του χαμηλού κόστους και της χαμηλής φορολόγησης  οδηγούν στην μεταφορά της υλικής παραγωγής εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να αντιπαρατεθεί το επιχείρημα ότι το αποτέλεσμα αυτής της μεταφοράς είναι η δημιουργία των μεγάλων κρατικών χρεών και η διόγκωση του δημόσιου τομέα καθώς ο ιδιωτικός τομέας αποτυγχάνει συστηματικά να δημιουργήσει θέσεις εργασίας. Αν λοιπόν αυτά τα χρέη πρόκειται να πληρωθούν μια μέρα στους δανειστές, κράτη και ιδιώτες, πρέπει να αποκατασταθεί η υλική παραγωγή στις χώρες που σήμερα απλά καταναλώνεται. Οι πολιτικοί με τη στήριξη των λαών που τους εκλέγουν μπορούν να υπερνικήσουν τις αντιστάσεις εκείνων των μερίδων της άρχουσας τάξης που τα τελευταία σαράντα χρόνια παράγουν συστηματικά οικονομικές φούσκες και νομίζουν ότι γνωρίζουν τι πρέπει να γίνει.

Η ανάπτυξη του τουρισμού είναι σημαντικός παράγοντας για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας αλλά δεν επαρκεί. Δεν μπορεί να δημιουργήσει ικανοποιητικό αριθμό θέσεων εργασίας ώστε να αντιστρέψει τη συνεχιζόμενη αύξησή της, έχει μικρή προστιθέμενη αξία και  περιορίζει την κατανάλωση εντός των μεγάλων τουριστικών μονάδων μικραίνοντας έτσι τον πολλαπλασιαστή των εισροών του. Επίσης δεν μπορεί να απορροφήσει το επιστημονικό δυναμικό της χώρας αντίθετα το υποβιβάζει καθώς αναγκάζει τους νέους με πολύ περισσότερα προσόντα και δεξιότητες να γίνονται μάγειροι, καμαριέρες και γκαρσόνια. Όσον αφορά στον πρωτογενή τομέα που διαφημίζεται τελευταία σε υπερβολικό βαθμό από τις μνημονιακές κυβερνήσεις και το τραπεζικό σύστημα σχεδόν ως πανάκεια δια πάσα νόσο και πάσα μαλακία της ελληνικής οικονομίας παρά τα εμφανή συγκριτικά πλεονεκτήματα του μικροκλίματος, του εδάφους, της μεγάλης ποικιλίας της χλωρίδας κλπ, αρκεί κανείς να σκεφθεί πόσους τόνους από οποιοδήποτε αγροτικό προϊόν χρειάζεται να εξάγουμε για να αγοράσουμε έστω και μια τηλεόραση. Προφανώς η ανάπτυξη της αγροτικής παραγωγής επιλύει θέματα εισαγωγής από το εξωτερικό προϊόντων που μπορούν να παραχθούν στην Ελλάδα μειώνοντας το έλλειμμα των εμπορικών συναλλαγών αλλά δεν αποτελεί τον βασικό άξονα για τη λύση των δομικών προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας.

Συμπερασματικά η διαπραγμάτευση με τους δανειστές μας για το χρέος πρέπει να ακολουθήσει ως στρατηγικό της άξονα την άμεση σύνδεσή του με την επιστροφή της υλικής παραγωγής στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτή η προσέγγιση θα δημιουργήσει στέρεες συμμαχίες με πολλές πολιτικές δυνάμεις που αναγνωρίζουν τον αφευρωπαϊσμό της υλικής παραγωγής ως θεμελιώδες πρόβλημα. Έτσι επεκτείνει δυνητικά τις συμμαχίες μας και με τις χώρες του βορρά και μπορεί να βρει ευήκοα ώτα και μέσα στη Γερμανία. Η πολιτική των τελευταίων ετών στη Γερμανία μπόρεσε να περιορίσει την αποβιομηχάνιση και κατά συνέπεια την υψηλή ανεργία γιατί ως αντάλλαγμα έδωσε στους γερμανούς βιομηχάνους και τραπεζίτες χαμηλές αμοιβές στην εργασία και έτσι κράτησε μεγάλο μέρος της βιομηχανικής παραγωγής εντός των συνόρων της. Σήμερα αναγνωρίζεται από πολλούς πολιτικούς σχηματισμούς και στη Γερμανία το αδιέξοδο αυτής της πολιτικής.


Οι αόριστες διακηρύξεις για την ανάγκη περιορισμού της πολιτικής της λιτότητας είτε με τη χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής είτε με την αύξηση του ορίου για τους ελλειμματικούς κρατικούς προϋπολογισμούς δεν μπορούν να οδηγήσουν σε λύση του προβλήματος των κρατικών χρεών και της ανεργίας, δεν πείθουν τους ψηφοφόρους, δεν οδηγούν σε συνδικαλιστική οργάνωση τους εργαζόμενους και δεν δημιουργούν αντικειμενικές και χειροπιαστές προϋποθέσεις για την πραγματοποίηση πολιτικών συμμαχιών στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ πρέπει να συνδεθεί με ένα γιγαντιαίο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων στις υποδομές που αφορούν στην ενέργεια, στις μεταφορές, στις τηλεπικοινωνίες, στην πράσινη κατοικία και στις πράσινες πόλεις καθώς και στην έρευνα που θα είναι συμπληρωματικό της ανάπτυξης της υλικής παραγωγής στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η αγορά κρατικών ομολόγων των κρατών μελών της Ένωσης από την ΕΚΤ πρέπει να είναι σε άμεση και υποχρεωτική σύνδεση με τα προγράμματα των δημοσίων επενδύσεων και με τις επενδύσεις δημοσίων και ιδιωτικών κεφαλαίων στην υλική παραγωγή. Ας σημειωθεί ότι όλα τα στοιχεία της λειτουργίας του χρηματοπιστωτικού τομέα σε όλον τον κόσμο δείχνουν ανάγλυφα την ανάγκη για τον άμεσο περιορισμό και έλεγχο των δραστηριοτήτων του καθώς και για τη στροφή του συνόλου της οικονομίας στην υλική παραγωγή ως του βασικού όπλου ενάντια στα φαινόμενα της στασιμότητας  στην ανάπτυξη, της αλματώδους αύξησης του δημόσιου και ιδιωτικού χρέους και της ανεργίας. Γύρω από μια τέτοια προγραμματική θέση με αυτούς τους στρατηγικούς στόχους μπορούν να χτιστούν συμμαχίες σε εθνικό και διεθνικό επίπεδο προκειμένου οι εργαζόμενοι να ανακόψουν τη ραγδαία επιδείνωση της θέσης τους και να οργανωθούν για μια αντεπίθεση που θα ανοίγει το δρόμο για το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας.

2 σχόλια:

ένας στρατολάτης είπε...

Δεν θέλω να συνθηματολογήσω "Δεν χωράει ανάπτυξη εντός των πλαισίων της ΕΕ", αλλά θεωρώ ότι η αναστροφή της ροής κεφαλαίων προς τις χώρες μικρότερου κόστους εργασίας είναι μάλλον απίθανη. Υπάρχει πρόβλημα αποβιομηχάνισης στην Ευρώπη; Δε νομίζω. Υπάρχει μείωση της κερδοφορίας των κολοσσών της ευρωπαϊκής βιομηχανίας λόγω της αύξησης της ανεργίας στην ευρωζώνη; Πάλι δε νομίζω. Τι κάνει η ΕΕ, μπρίκια κολλάει; Ο ρόλος της αυτός ακριβώς δεν είναι, να ασκεί πολιτικό μάρκετινγκ για λογαριασμό της ευρωπαϊκής βιομηχανίας;
Πως είναι δυνατόν να πείσεις με επιχειρήματα τον κεφαλαιοκράτη να δοκιμάσει ένα άλλο μίγμα επενδύσεων, τη στιγμή που το υπάρχων μίγμα του παρέχει: κέρδη, γεωπολιτικά οφέλη και ένα ισχυρό εργαλείο (το ευρώ) που είναι περισσότερο αποθετικό παρά νόμισμα;

Μουσικά Προάστια είπε...

Αγαπητέ Στρατολάτη, μαζί με τις ευχαριστίες για την επικοινωνία σου μεταφέρω και την απάντηση του συγγραφέα στο μήνυμά σου - δεν τα πάει καλά με την φόρμα σχολίων!

"1. Αποβιομηχάνιση υπάρχει και είναι εξακριβωμένη με στοιχεία, 2. Μείωση κερδών των ευρωπαϊκών κολοσσών υπάρχει και είναι εξακριβωμένη, 3. η ανεργία πάνω από το 10% έχει άμεσες επιπτώσεις στα κέρδη, 4. τον κεφαλαιοκράτη δεν τον πείθεις αλλά τον αναγκάζεις και υποτίθεται ότι αυτό θέλουν να κάνουν κυβερνήσεις όπως ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΟΝΤΕΜΟΣ και αναζητούν την αντικειμενική βάση πάνω στην οποία να στηρίξουν μια πολιτική συμμαχία ανατροπής της λιτότητας".