Τρίτη 21 Ιουλίου 2009

18 ευρώ και 10 λεπτά. Τα ψάχνατε και δεν τα βρίσκατε;

Πολλές φορές είναι καλύτερο να μιλάς και μετά να σιωπάς εν πλήρη ηρεμία, παρά να σιωπάς και μετά να μιλάς με τις τύψεις σου εν πλήρη τρικυμία . Θα προτιμήσω το πρώτο.

Πέρασα σήμερα από δισκοπωλείο κεντρικής αλυσίδας στο αεροδρόμιο της Αθήνας. Το συμπέρασμα είναι σαφές: πλέον, τα παλιά cd (με τις παλιές τιμές) δεν βρίσκονται ούτε με σφαίρες. Τη θέση τους έχουν πάρει δεκάδες «επανεκδόσεις». Τι σημαίνει επανέκδοση; Βασικά, παίρνουμε το παλιό έργο, του κάνουμε - κάποιες φορές - νέα επεξεργασία ήχου, του αλλάζουμε κουτί, αντί για πλαστικό του βάζουμε «οικολογικό» χαρτονάκι (με ολίγο αναπόφευκτο «οικολογικό» πλαστικό), συνήθως κρατάμε το παλιό εξώφυλλο (άρα μηδέν κόστος) ή βάζουμε άλλο (χωρίς την άδεια των αρχικών συντελεστών), και στο τέλος κολλάμε και μια καινούργια τιμή στο οπισθόφυλλο. Τι τιμή; Ε, ψιλοπράγματα, 18 Ευρώ δηλαδή, και 10 λεπτά! Αυτή είναι τουλάχιστον η τιμή με την οποία πωλούνται όλες οι επανεκδόσεις γνωστού δισκογραφικού ομίλου. Όχι ότι η κατάσταση σε άλλον γνωστό δισκογραφικό όμιλο είναι πολύ διαφορετική… απλά εκεί η επανέκδοση πάει ολίγα Ευρώ φτηνότερα. Η ουσία όμως της εκμετάλλευσης δεν αλλάζει.

Το ότι οι επανεκδόσεις δεν είναι επανεκδόσεις – τουλάχιστον όχι όλες, ούτε καν οι περισσότερες - αποδεικνύεται από μια απλή δειγματοληψία. Την έκανα και σας μεταφέρω τα αποτελέσματα: το «Σαμποτάζ» της Πλάτωνος βρίσκεται στο ράφι στην αρχική του έκδοση, στην τιμή των 13 Ευρώ, και σε «επανέκδοση» στην τιμή των 18 Ευρώ. Ίδια cd, δίπλα-δίπλα το καθένα, ίδια έργα, ίδια εξώφυλλα, αλλά 5 Ευρώ διαφορά. Γιατί; Δεν έχω ιδέα. Προφανώς η έκδοση ενός cd σήμερα κοστίζει πολύ πιο φτηνά σε σχέση με 10-15 χρόνια πριν, δεδομένης της τεχνολογικής εξέλιξης. Άρα, αν η πρώτη έκδοση του «Σαμποτάζ» κοστίζει 13 Ευρώ, η «επανέκδοση» θα έπρεπε να κοστίζει 7-8 Ευρώ. Απλά πράγματα.


Κάποιες επανεκδόσεις πράγματι αφορούν έργα που δεν βρίσκονται πια. Όμως, συνυπεύθυνη για την αρχική εξαφάνιση των έργων είναι συχνά και η ίδια η εταιρεία, μέσα από πρακτικές απόσυρσης που εξυπηρετούν στενά οικονομικά δεδομένα. Πολύ φοβάμαι – δεν έχω όμως στοιχεία για να το υποστηρίξω - ότι για χάρη των επανεκδόσεων θυσιάζεται το στοκ των πρώτων εκδόσεων. Όπως για να κρατηθεί ψηλά η τιμή των φρούτων πετάει η Ελλάδα στις χωματερές τα πορτοκάλια της, έτσι υποψιάζομαι ότι πετιέται και ό,τι υπάρχει στις αποθήκες για να βγει ξανά σε «επανέκδοση». Βεβαίως, κάποιες φορές αυτό δεν γίνεται σωστά, και έτσι βρίσκουμε στο ίδιο ράφι δύο «Σαμποτάζ» με 5 Ευρώ διαφορά. Γενικά όμως, νομίζω ότι η δουλειά γίνεται υποδειγματικά, αλλιώς δεν εξηγείται ότι κάθε φορά που πηγαίνω στο δισκάδικο οι παλιές εκδόσεις εξαφανίζονται ολοένα και ταχύτερα, με ρυθμούς καταιγιστικούς! Ή η αγορά δίσκου πηγαίνει θαυμάσια και ο κόσμος ψωνίζει Λοΐζους και Μούτσηδες και Μαμαγκάκηδες με το κιλό – άρα κάποιος μας κοροϊδεύει σε σχέση με τις πραγματικές πωλήσεις των δίσκων -, ή υπάρχουν αρουραίοι στα δισκάδικα που τσιμπολογάνε παλιές εκδόσεις τη νύχτα. Όπως και να’ χει, το συμπέρασμα είναι ίδιο: σε λίγο δεν θα έχει μείνει παλιά έκδοση ούτε για δείγμα, μόνο και μόνο για να αγοράζουμε cd δύο και τριών δεκαετιών δίνοντας ένα μεροκάματο.

Εκτός από ένα θέμα με την τιμή, θέμα υπάρχει και με κάποιες παράλληλες πρακτικές που ολοένα και πληθαίνουν. Πρακτική πρώτη: η επανέκδοση έργων χωρίς την προηγούμενη ενημέρωση του δημιουργού. Ούτε ένα τηλέφωνο δηλαδή, του στυλ "γεια σου, σου επανεκδίδω το τάδε έργο σου". Πρακτική δεύτερη: η επανέκδοση έργων με διαφορετικό εξώφυλλο, χωρίς την άδεια του δημιουργού, λες και το εξώφυλλο δεν αποτελεί μια ενότητα με το μουσικό περιεχόμενο του έργου. Πρακτική τρίτη, και χειρότερη: η επανέκδοση έργων με διαφορετικό τίτλο από τον αρχικό! Θέλετε παράδειγμα; Το είδα σήμερα με τα ίδια μου τα μάτια, και μου 'ρθε σκοτοδίνη. Ο δίσκος της αείμνηστης Βίκυς Μοσχολιού "Λαϊκά τραγούδια απ' όλο τον κόσμο" του 1978 επανεκδόθηκε (άγνωστο το γιατί... πάντως μέχρι πριν από 2-3 μήνες έβρισκα παλιά αντίτυπα στα ράφια) με τον απίθανο τίτλο "Πέρα στους πέρα κάμπους". Από τον ...κάμπο έρχομαι και στην κορυφή κανέλα.

Από περιέργεια, αφού τελείωσα με τα εγχώρια, έκανα βόλτα και στα ράφια με τα ξένα cd. Εκεί έπαθα πραγματική κατάθλιψη. Το καινούργιο cd του Bob Dylan πωλείται με 9 Ευρώ. Οι επανεκδόσεις των Deep Purple (πήρα τη συλλογή “Purplexed” για να ακούσω την 100η επανεκτέλεση του αγαπημένου μου “Child in Time”) πωλούνται προς 7 Ευρώ και 50 λεπτά. Το ίδιο και όλη η υπόλοιπη αφρόκρεμα της κλασικής ροκ, από Floyd και Dylan μέχρι Led και Stones. Πώς γίνεται ρε παιδιά να αγοράζω τα - εισαγόμενα - cd του Leonard Cohen προς 7 Ευρώ, και οι επανεκδόσεις του Γιώργου Μητσάκη και του Μπάμπη Γκολέ να κοστίζουν 18 Ευρώ; Αλλά και πώς γίνεται οι κανονικοί δίσκοι του Γκολέ να κοστίζουν 15 Ευρώ, και οι «επανεκδόσεις» του 18;

Απάντηση σε αυτή την κατάσταση μπορεί να υπάρξει, αλλά απαιτεί συλλογική οργάνωση και κινητοποίηση, η οποία για την ώρα ...δεν προβλέπεται. Κίνημα πολιτισμού δεν υπάρχει, η Αριστερά ασχολείται με τις καρέκλες και δεν έχει καιρό να πει μια λέξη για μουσική και λαϊκή κουλτούρα, και γενικώς κανένας δεν φαίνεται να καίγεται για το ορίτζιναλ μουσικό έργο στην εποχή του παράνομου downloading και των κλεψίτυπων cd. Πάντως, όσοι επιμένουμε να ψωνίζουμε cd νομίμως - και μπράβο μας! -, μπορούμε να διαμαρτυρηθούμε για την τιμή των «επανεκδόσεων» με την αγοραστική μας δύναμη - όση τέλος πάντων μας έχει μείνει. Εγώ σήμερα δεν ακούμπησα ούτε ένα από τα cd των 18 Ευρώ, όχι μόνο επειδή προφανώς δεν περισσεύουν λεφτά, αλλά και επειδή δεν περισσεύει υπομονή. Αντιγράφω από την απόδειξη: Αρλέτα «Εκτός Έδρας & Μετά Τιμής»-7.50 Ευρώ, Στέλλα Χασκίλ «Η χρυσή εποχή»-6.90 Ευρώ, Ελένη Βιτάλη «Χορέψτε γιατί χανόμαστε»-6.90 Ευρώ, Δημήτης Πουλικάκος «Μεταφοραί Εκδρομαί ο Μήτσος»-6.90 Ευρώ, Βίκυ Μοσχολιού «Τραγούδια της Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου»-8.50 Ευρώ, Μελίνα Τανάγρη «Μελίνα, απ’ το μέλι»-6.90 Ευρώ. Δεν ξέρω αν το καταλαβαίνουμε, αλλά η διαφορά του 6.90 από το 18.10 είναι περίπου 150% πιο πάνω! ΕΚΑΤΟΝ ΠΕΝΗΝΤΑ ΤΟΙΣ ΕΚΑΤΟ!!! Με τη βούλα της υψηλής τέχνης! Ευχαριστώ, αλλά δεν θα πάρω. Κάτι τέτοιο ούτε το έψαχνα, ούτε χαίρομαι που το βρήκα.
ηρ. οικ.

ΥΓ (24/8/2009): Παρόλο που το κείμενο είναι μάλλον ξεκάθαρο ως προς τους υπεύθυνους αυτού του φαινομένου, κάποιοι αναγνώστες - αλλά και κάποιοι φίλοι εκτός blog - παραπονέθηκαν για το αντίθετο. Για να το πούμε λιανά, λοιπόν, πρωτομάστορας στο φαινόμενο των επανεκδόσεων ελληνικού ρεπερτορίου είναι η Εταιρεία Γενικών Εκδόσεων - ΛΥΡΑ που ανήκει στον Όμιλο Γιαννίκου. Από κοντά ακολουθεί και η MINOS-EMI, η οποία όμως παράλληλα με τις επανεκδόσεις διαθέτει σε μάλλον χαμηλές τιμές ένα μέρος του τεράστιου στοκ της. Συγκριτικά πάντως, ο μεγαλύτερος όγκος των επανεκδόσεων αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα βασίζεται στον κατάλογο της ΛΥΡΑ.

7 σχόλια:

Μιχάλης Τσαντίλας είπε...

Καλημέρα Ηρακλή! Πολύ καλά τα γράφεις! Αλλά γιατί δε λες τα ονόματα των εταιρειών; Μη ντρέπεσαι!

Οδυσσέας Ξένος είπε...

ΜΠΡΑΒΟ ΗΡΑΚΛΗ. ΓΡΑΨΕ ΚΑΙ ΤΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΤΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΟΜΩΣ. ΟΙ ΠΙΤΣΙΡΙΚΑΔΕΣ ΤΟΥΣ ΓΥΡΙΣΑΝ ΗΔΗ ΤΗΝ ΠΛΑΤΗ. ΑΝ ΤΟΥΣ ΑΡΧΙΣΟΥΜΕ ΚΑΙ ΕΜΕΙΣ ΣΤΟ ΜΠΟΫΚΟΤΑΖ ΙΣΩΣ "ΠΟΝΕΣΟΥΝ"

Ανώνυμος είπε...

Δώστε τα ονόματα στο λαό κύριε Οικονόμου.

Ο κουμπάρος

Μουσικά Προάστια είπε...

Βαρυσήμαντη παρέμβαση του κουμπάρου! :)

Απ'αυτά που είδα στο δισκοπωλείο, η μία εταιρεία αρχίζει από "Λου" και τελειώνει σε "yra" και η άλλη αρχίζει από "Μου" και τελείωνει σε "inos". Τώρα, αν χτυπάνε κι άλλες εταιρείες επανεκδόσεις με 16 και 18 Ευρώ, θα σας γελάσω, δεν το έψαξα επαρκώς.

exitmusician είπε...

Αν και έχω σταματήσει να αγοράζω CD (εκτός από κλασική μουσική) εδώ και κάτι χρόνια, δε μπορώ παρά να καταγγείλω αυτή τη συμπεριφορά που εκτός των άλλων είναι και ενάντια σε κάθε επιχειρηματική λογική: με το downloading (αποφεύγω τον όρο "παράνομο" γιατί αποτελεί μεγάλο θέμα προς συζήτηση) να κυριαρχεί και να αποτελεί βασική και προπάντων δωρεάν εναλλακτική, οι υψηλές τιμές αποθαρρύνουν ακόμα και εκείνους τους λίγους που θα εξακολουθούσαν να αγοράζουν CD ενισχύοντας τις εταιρείες και κατά συνέπεια το έργο των καλλιτεχνών. Αλλά για σκέψου: πόσα από αυτά τα 18,10 Ευρώ καταλήγουν ατους καλλιτέχνες;

μαριάννα είπε...

Πολλές συζητήσεις κατά καιρούς έχουν γίνει για το σοβαρό αυτό θέμα που σχολιάζεις Ηρακλή και κάποιοι έδωσαν εκδοχές με πολιτικές προεκτάσεις. Φαινομενικά βάσιμες, αν και παράλογες, όπως άλλωστε όλα σ' αυτή τη χώρα.
Υπάρχει λοιπόν ένα σενάριο που λέει πως οι ακριβές τιμές στα cd είναι σχεδιασμένες για να βγάζει η εταιρεία και οι δημιουργοί, με λίγες πωλήσεις, αυτά που τους αναλογούν, απευθυνόμενοι στους λίγους που αγοράζουν, τους συνειδητά μουσικόφιλους, αυτούς που θα το πάρουν ακόμα κι αν κοστίζει 100ευρώ.
Για τους πολλούς τώρα, που δεν μπορούν να το πληρώσουν, υπάρχει το παραεμπόριο, στο οποίο όλοι κάνουν τα στραβά μάτια για να ζήσουν οι μετανάστες. Άτυπη, σιωπηρή ανοχή και καλά για να ζήσουν κάποιες χιλιάδες ανέργων, που αλλιώς ίσως και να ήταν επικίνδυνοι, λένε.
Τέλος όσον αφορά την κατηγορία των μουσικόφιλων που ναι μεν είναι αληθινά μουσικόφιλοι, αλλά έχουν και άποψη και μυαλό, για να μη... σκούζουν, τους αφήνουν να κατεβάζουν ελεύθερα, όσους μπορούν και ξέρουν τις πηγές, ενώ οι άλλοι αγοράζουν σε mp3 σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές από διάφορα φόρα επισημοανεπίσημα.
Δηλαδή, χάος. :)

Καλημέρα!

Μουσικά Προάστια είπε...

Γεια σου Χρηστάρα, δεν είμαι σίγουρος ότι είναι ενάντια στην επιχειρηματική λογική. Υποθέτω ότι η σκέψη του επιχειρηματία είναι η εξής: Όσοι είναι τζαμπατζήδες, θα πάρουν το δίσκο από το ίντερνετ ανεξάρτητα από τιμή. Και όσοι το ψωνίσουν από δισκάδικο, θα το κάνουν ανεξάρτητα από τιμή. Δηλαδή, με την εξέλιξη της τεχνολογίας, οι διακυμάνσεις της τιμής δεν φαίνεται να επηρεάζουν τόσο τη διακύμανση της ζήτησης - τουλάχιστον στο μυαλό του παραγωγού.
Καλή δύναμη στο στράτευμα φίλε.

Γεια σου Μαριάννα, μόλις ξαναδιάβασα το σχόλιό σου και κατάλαβα ότι η απάντησή μου στον exitmusician λέει ό,τι λες εσύ με άλλα λόγια! Και τα cd των πλανόδιων πωλητών να μην υπήρχαν, είναι πλέον γεγονός ότι το μουσικό προϊόν διαχέεται από την τεχνολογία και παύει να ελέγχεται από τον παραγωγό. Δεν με ενοχλεί καθόλου αυτό, αλλά ας λάβουμε υπόψη μας και τον δημιουργό ο οποίος περιμένει να πουλήσει το cd για να αμοιφθεί. Φιλοσοφικά, όλη αυτή η ιστορία με το cd δείχνει το αδιέξοδο του καπιταλισμού, όπου η κοινωνικοποίηση της παραγωγής και της τεχνολογίας βρίσκεται σε άμεση αντίφαση με την ατομική ιδιοποίηση του κερδους, με την ίδια την ατομική ιδιοκτησία στο μέσο παραγωγής. Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.
Καλές διακοπές!