Τετάρτη 15 Οκτωβρίου 2008

Αλέξης Βάκης: "Ο Θεός και οι Καίσαρες"




Ο ΘΕΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΚΑΙΣΑΡΕΣ

Οι συνθέτες, οι τραγουδοποιοί και οι ενδιάμεσοι εμπλεκόμενοι



του Αλέξη Βάκη


(Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Δίφωνο", τεύχος 144, Σεπτέμβριος 2007)


Τα τελευταία χρόνια, όλο και περισσότερο συναντάμε μια συγκεκριμένη αντίληψη στους κύκλους αυτών που ασχολούνται με τη μουσική και το τραγούδι. Η οποία θέλει τους λεγόμενους τραγουδοποιούς να είναι αυτοί κυρίως που εκφράζουν με το έργο τους την εποχή μας. Η αντίληψη αυτή απηχεί σήμερα στην πλειονότητα του μουσικού τύπου, αλλά και του ραδιοφώνου. Και τη συναντάμε συχνά σε νεανικά (όχι όμως αποκλειστκά) ακροατήρια, που αποθεώνουν το Θανάση Παπακωνσταντίνου, το Σωκράτη Μάλαμα, τον Αλκίνοο Ιωαννίδη, τον Ορφέα Περίδη, τον Παντελή Θαλασσινό, τον Γιάννη Αγγελάκα και όλους τους υπόλοιπους που κατά καιρούς -ακόμα και εν αγνοία τους- θεωρήθηκαν ότι ηγούνται της νέας σκηνής, έστω και αν αυτή δεν είχε ποτέ ενιαία αισθητικά χαρακτηριστικά. Κάτι τέτοιο συζητιόταν και παλιότερα, την εποχή που εμφανίστηκε στο προσκήνιο ο Διονύσης Σαββόπουλος. Αλλά και αργότερα, με τραγουδοποιούς όπως ο Παύλος Σιδηρόπουλος, ο Νίκος Παπάζογλου, ο Τζίμης Πανούσης, ο Νίκος Πορτοκάλογλου, ο Αργύρης Μπακιρτζής η και ο Νικόλας Άσιμος. Τότε όμως θεωρούσαμε «εναλλακτικές» αυτές τις περιπτώσεις, μιας και ο κορμός του ελληνικού τραγουδιού ήταν αυτονόητο ότι βασιζόταν ακόμα στους συνθέτες του ’60 (Θεοδωράκη, Χατζιδάκι, Ξαρχάκο, Μούτση, Λοϊζο, Μαρκόπουλο κλπ) και τους επιγόνους αυτών. Θεωρώ λοιπόν πως είναι αναγκαίο να προσπαθήσουμε κάποτε να αποτιμήσουμε αυτή τη νέα κατάσταση, με όλα τα ιδεολογικά χαρακτηριστικά της. Συνυπολογιζομένων των –όποιων- παραμέτρων συνετέλεσαν στην εδραίωσή της.

Εν αρχή ην ο λόγος;

Εκτός της παραπάνω αντίληψης που δίνει το προβάδισμα στους τραγουδοποιούς, και σε συνδυασμό με αυτήν, στις μέρες μας ευδοκιμεί ένα επιπλέον αξίωμα. Το οποίο θεωρεί ότι ο στίχος ενός τραγουδιού είναι αυτός που κυρίως δίνει το στίγμα. Κάτι που σημαίνει ότι η μουσική έχει πια δευτερεύουσα σημασία και αρκείται στο να «ντύσει» με ήχους τις εικόνες που αναδύονται από το κείμενο. Δυσκολεύομαι να παρακολουθήσω αυτό το ιδεολόγημα. Όχι μόνον γιατί δεν είναι δυνατόν ένας κύκλος τραγουδιών να αντιμετωπίζεται σαν να είναι ποιητική συλλογή, ερήμην δηλαδή της μουσικής. Αλλά και γιατί θυμάμαι καλά την εποχή που ήταν κοινός τόπος η μελοποίηση των μεγάλων ποιητών. Όμως δεν έφτανε να πάρει ο οποιοσδήποτε τα λόγια του Σεφέρη, του Ελύτη η του Ρίτσου και να τους βάλει μουσική. Πολλοί το έκαναν, αλλά μόνο κάποια απ’ αυτά τα πονήματα άντεξαν στο χρόνο. Όχι βέβαια με ευθύνη των ποιητών, των οποίων το έργο παραμένει εγνωσμένης αξίας, αλλά ένεκα του γεγονότος ότι δεν ήταν όλοι όσοι επιχείρησαν να τους μελοποιήσουν το ίδιο ταλαντούχοι. Κάτι που δεν φαίνεται να πολυαπασχολεί αυτούς που δίνουν σήμερα το απόλυτο προβάδισμα στο στίχο και αδιαφορούν για το καθαρά μουσικό μέρος, το οποίο αντιμετωπίζουν περίπου ως αναγκαία συνθήκη.

Περί των όρων

Όταν μιλάω για τραγουδοποιούς, εννοώ αυτούς που, με όπλο μια κιθάρα η (σπανιότερα) ένα πιάνο, φτιάχνουν -σχεδόν αποκλειστικά- τραγούδια. Πολύ συχνά, γράφοντας οι ίδιοι και τους στίχους, συνηθέστατα πάνω σε «επί του προσωπικού» θέματα, αλλά και επωμιζόμενοι το ρόλο του ερμηνευτή. Αυτό όμως που κατά τη γνώμη μου τους ορίζει στην πραγματικότητα ως τραγουδοποιούς είναι η απουσία αυτόνομου μουσικού λόγου. Ενός μουσικού λόγου δηλαδή που δεν θα είχε την επιτακτική ανάγκη του στίχου προκειμένου να αρθρωθεί ως αυθύπαρκτη έκφραση. Συνθέτης, αντίθετα, είναι εκείνος που διαθέτει την πλήρη εποπτεία του μουσικού μέσου, δημιουργώντας όχι απλά ένα λόγο συνοδευτικό του στίχου αλλά παράλληλο μ’ αυτόν, ανασύροντας τις αθέατες και ανείπωτες πλευρές του κόσμου που μόνο η Μουσική –με Μ κεφαλαίο- μπορεί να αναδείξει. Στις σημαντικότερες δε περιπτώσεις, έχουμε το συνθέτη που είναι ικανός να δημιουργήσει το απρόβλεπτο και να προτείνει καινοτόμο μουσικό λόγο.

Η μεγάλη ανατροπή

Δεν είναι ανάγκη να είναι κανείς νοσταλγός για να χαρακτηρίσει τη δεκαετία του ’60 ως ευτυχισμένη για την ελληνική μουσική και το τραγούδι. Να το πω και διαφορετικά: είμαι αντίθετος με όλες τις απόπειρες αναβίωσης παλαιότερων εποχών. Το επισημαίνω γιατί το φαινόμενο στις μέρες μας ουδόλως εκλείπει. Και μάλιστα από τους ανθρώπους εκείνους οι οποίοι προτείνουν τους τραγουδοποιούς ως το σύγχρονο πνεύμα της εποχής, όπως επισήμαινα και στην αρχή του κειμένου. Οποία λογική: οι ίδιοι άνθρωποι που «δείχνουν» τη σύγχρονη λύση είναι εκείνοι που χρειάζεται να παλιμπαιδίσουν, σαν να διαισθάνονται ότι η πρότασή τους αδυνατεί να προσφέρει ουσιαστική διέξοδο. Αλλά το κονταροχτύπημα με την ίδια τους την αντίληψη δε σταματάει εδώ. Οι ίδιοι άνθρωποι που ως νοσταλγοί της δεκαετίας του ΄60 αποθεώνουν ουσιαστικά την εποχή των συνθετών (γιατί αυτό υπήρξε η δεκαετία του ΄60), είναι αυτοί που μοιάζουν να τους φοβούνται σήμερα, επιχειρώντας να τους περιθωριοποιήσουν. Για την περίπτωση που δεν είστε ακριβώς σίγουροι σε ποιους αναφέρομαι, θα το πω πολύ άμεσα: σε όλο το μεταπρατικό σύστημα εξουσίας, που, αρχής γενομένης από τις δισκογραφικές εταιρείες, έστω και με αισθητά μειωμένο το ρόλο τους εν σχέσει με παλιότερα (έως και ανύπαρκτο πια), μεταλαμπαδεύτηκε στα ραδιόφωνα και στον τύπο.

Προς τι το μίσος και ο αλληλοσπαραγμός;

Ήταν μια άδολη πράξη εξουσίας; Κατ’ αρχάς, η εξουσία ποτέ δεν είναι άδολη. Το δε πρώτιστο που προσπαθεί να διαφυλάξει είναι το κύρος και η αυθεντία της. Όπερ μεθερμηνευόμενο: δεν είναι δυνατό να επιτρέψεις σε συνθέτες, δηλαδή σε αυτόνομες μουσικές οντότητες, να ορίσουν την εξέλιξη των μουσικών πραγμάτων, γιατί σε περίπτωση που τους αφήσεις θα έχει απολεστεί ο ζωτικός χώρος νομής της εξουσίας. Θα μου πείτε: είναι δυνατόν άνθρωποι που κόπτονται για το τραγούδι (δε λέω για τη μουσική) να μην την αγαπούν τελικά; Μα βέβαια είναι. Αν τους ακούσετε προσεκτικά στα ραδιόφωνα η τους διαβάσετε στα έντυπα, θα διαπιστώσετε ότι δεν προβάλλουν το τραγούδι, αλλά τους εαυτούς τους μέσω αυτού. Και αν κάποιος εξακολουθεί να αναρωτιέται αν πρέπει να περιμένουμε υπό τέτοιες συνθήκες και από τέτοιους ανθρώπους ουσιαστικές προτάσεις, η απάντηση είναι μονολεκτική. Όχι.

Ο ιστός της αράχνης

Τραγουδοποιοί λοιπόν. Σαν να λέμε ερμηνευτές, που στο θαυμαστό κόσμο του τραγουδιού σημαίνει τα προβεβλημένα πρόσωπα. Δηλαδή τα περισσότερα χρήματα. Και όπως λένε συχνά στο χώρο, αυτός που έχει να χάσει τα περισσότερα είναι αυτός που συνήθως ρισκάρει και λιγότερο. Έτσι, οι επαφές με τα κατάλληλα πρόσωπα- κλειδιά οφείλουν να είναι στενές και συστηματικές. Και ποιο είναι το πεδίο ανταλλαγής αυτών των στενών σχέσεων; Εάν, για παράδειγμα, μελοποιήσει ένας τραγουδοποιός στίχους ενός ισχυρού μουσικού παραγωγού, θα εξασφαλίσει ένα σημαντικό air-play της δουλειάς του. Σε άλλες περιπτώσεις πάλι, μπορεί να χρίσει τον ραδιοφωνικό παραγωγό προσωπικό του μάνατζερ. Φροντίζοντας δε ο ίδιος να έχει καλές σχέσεις με τον κριτικό ενός εντύπου, κερδίζει την εγγύηση –ακόμα και για ένα μέτριο ενδεχομένως δίσκο του- ότι θα πέσει στα μαλακά. (Ο ίδιος όμως κριτικός μπορεί να εξαντλήσει την αυστηρότητά του σε εργασίες αγνώστων του, απείρως καλύτερες). Και η διαπλοκή καλά κρατεί.

Τα του Καίσαρος τω Καίσαρι

Με όλα τα παραπάνω αναφέρομαι ουσιαστικά στο μεταπρατικό σύστημα για το οποίο έγινε λόγος. Θα ήταν άδικο να θεωρηθούν ως βασικοί υπαίτιοι οι ίδιοι οι τραγουδοποιοί που προσπαθούν να επιζήσουν σ’ αυτό το αλλόκοτο περιβάλλον και οι οποίοι αρκετά συχνά μας έχουν δώσει πολύ όμορφα τραγούδια. Αν μου το επέτρεπαν, θα τους συνιστούσα να εμπιστευτούν περισσότερο την προσωπική τους αξία, αντλώντας από τη δύναμη της τέχνης τους και συνειδητοποιώντας τις παγίδες των Σειρήνων. Έτσι κι αλλιώς δεν εκλείπουν τα φαινόμενα της αναίτιας καραντίνας που υπέστησαν κάποιοι εξ αυτών από την αιφνίδια μεταστροφή εκείνων που μέχρι πρότινος τους στήριζαν. Γνωρίζουν καλύτερα οι ίδιοι οι τραγουδοποιοί ότι έχουν χρεία λιγότερο των ιδιοτελών φιλοφρονήσεων και περισσότερο της ενδοσκόπησης.

Αδιέξοδο;

Θα μπορούσε με όλα αυτά να σκεφτεί κανείς ότι δεν διαφαίνεται λύση στην άκρη του ορίζοντα. Θα διαφωνήσω. Και αυτό γιατί, όσο στημένο κι αν φαίνεται ένα παιχνίδι, έρχεται η στιγμή που εξαντλούνται οι δυνατότητές του. Νομίζω ότι ουσιαστικά είμαστε σε αυτή τη στιγμή. Άλλωστε, όσο διαμορφωμένη ή παγιωμένη και να είναι μια κατάσταση, δεν μπορεί ποτέ να αποτρέψει έναν πολύ απλό παράγοντα: τη μουσική δημιουργία. Την ίδια την ανάγκη της μουσικής δημιουργίας. Γιατί όσο τερατώδεις και αν γίνονται οι συνθήκες που της επιβάλλονται για να υπάρξει, αυτή, ευτυχώς, περί άλλα τυρβάζει. Στο τέλος των πραγμάτων, ξαναβρίσκεται πάντα η σωτήρια αφετηρία τους.

13 σχόλια:

Μιχάλης Τσαντίλας είπε...

Το άρθρο αυτό παραμένει τόσο ανούσιο όσο ήταν και όταν πρωτοδημοσιεύτηκε.

Μουσικά Προάστια είπε...

Αγαπητέ Μιχάλη, σεβόμαι την άποψή σου αλλά διαφωνώ. Το ζήτημα της σχέσης στίχου-μουσικής, η με μεγάλη ευκολία καθιέρωση ενός κυρίαρχου μοντέλου τραγουδοποιίας, και η ευρύτερη "κοινωνιολογία" του ελληνικού τραγουδιού νομίζω ότι έχουν αρκετή ουσία. Βεβαίως κάποιος μπορεί να συμφωνήσει ή να διαφωνήσει με όσα γράφονται στο άρθρο του Βάκη, αλλά να τον βρει "εκτός θέματος" μου φαίνεται λιγάκι τραβηγμένο. Ηρ.

Μιχάλης Τσαντίλας είπε...

Ανούσιο το βρίσκω το άρθρο και όχι "εκτός θέματος". Πιάνει το πρόβλημα από τελείως λάθος βάση και καταλήγει να μη λέει τίποτα ουσιαστικό.
Το μοντέλο του τραγουδοποιού δεν επιβλήθηκε από κάποια μυστηριώδη δύναμη αλλά από την εποχή (εδώ και 50 χρόνια κυριαρχούν οι τραγουδοποιοί παγκοσμίως). Ο κ. Βάκης είναι βέβαια συνθέτης και έχει και κάποιες "εμμονές" με κάποιους τραγουδοποιούς οπότε "κατανοώ" γιατί γράφει αυτά που γράφει.

alexis_vakis είπε...
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
Μιχάλης Τσαντίλας είπε...

Καλημέρα! Βλέπω αφαιρέθηκε το σχόλιο! Πού θα μπορούσα να απαντήσω; Εκτός αν δεν είναι πια επιθυμητή η απάντηση οπότε οκ.

Μουσικά Προάστια είπε...

Αγαπητέ Μιχάλη,
Το σχόλιο αφαιρεθηκε από τον συγγραφέα, όχι από τον διαχειριστή (κοινώς, αφαιρέθηκε από αυτόν που έγραψε το σχόλιο, και δεν έχω ιδέα ποιος είναι αυτός!). Εγώ δεν έχω πειράξει τίποτα. Και τα τρία σχόλια που έχεις δημοσιεύσει βρίσκονται στη θέση τους. Ψυχραιμία λοιπόν! Οι απαντήσεις σου είναι τόσο επιθυμητές όσο και σεβαστές.
Ηρ.

Μιχάλης Τσαντίλας είπε...

Φίλε Ηρακλή είμαι απόλυτα ψύχραιμος :) και βέβαια δεν αναφέρομαι σε εσένα αλλά στον κ. Βάκη ο οποίος "ανέβασε" ένα σχόλιο το οποίο όμως μετά αφαίρεσε. Βέβαια εμένα μου ήρθε κατευθείαν στο μέιλ μου και έτσι το είδα. Ο κ. Βάκης μου ζητούσε να του απαντήσω σε κάποια θέματα. Μάλλον άλλαξε γνώμη.

Μουσικά Προάστια είπε...

Ωραίο σύστημα αυτό με το email. Επειδή είμαι λίγο άσχετος με τα τεχνολογικά, πες μου πώς μπορείς να ορίσεις να σου έρχονται σε email οι άπαντήσεις σε σχόλιο που βάζεις σε άλλο μπλογκ; Μέχρι τώρα, ήξερα μόνο για email των σχολίων που ανεβαίνουν στο δικό σου μπλογκ. Όπως βλέπεις, μιλάμε για τεχνολογικό αναλφαβητισμό από μέρους μου! Μπορείς να μου στείλεις και ένα email στη διεύθυνση του blog αν θες, για ευχέρεια χώρου.

Για το θέμα των σχολίων - γενικώς - εφόσον οι ερωτήσεις αποσύρθηκαν, νομίζω ότι οι οποιεσδήποτε απαντήσεις μπορούν να δωθούν με ηρεμία κάποια άλλη φορά. Πάντως, σε απάντηση του αρχικού σου σχολίου, επαναλαμβάνω την ένστασή μου ως προς τη χρήση των όρων "ουσιαστικό", "ανούσιο",
"εμμονές", κλπ. Χωρίς να θέλω να σου κάνω υποδείξεις, νομίζω ότι ο διάλογος δυσκολεύεται εξ ορισμού αν τον αρχίζεις σε τέτοια βάση και με τέτοια ορολογία.

Η μετάβαση από το μοντέλο του ξεχωριστού συνθέτη - στιχουργού - ερμηνευτή στο μοντέλο του τραγουδοποιού 'τρία σε ένα' είναι μια αντικειμενική διαδικασία την οποία νομιμοποιείται κάποιος να θίξει και να επισημάνει με τον τρόπο του.

alexis_vakis είπε...

Όντως ανέβασα ένα σχόλιο αργά χτες το βράδυ που απευθυνόταν στον κύριο Τσαντίλα, το οποίο κατόπιν ωριμοτέρας σκέψεως τελικά διέγραψα.
Ελπίζω να μην έχουμε τίποτα εμπλοκές με τις "εμμονές" μου και με τα πράγματα που ο κύριος Τσαντίλας "κατανοεί" για μένα.
Anyway, η παρουσία μου στο blog του αγαπητού Ηρακλή δεν είχε το νόημα να τσακώνομαι με τον καθένα που διαφωνεί μαζί μου και θεωρεί τα κείμενά μου ανούσια. Καλό θα είναι πάντως να μην γίνεται δίκη των προθέσεών μου. Και κάλλιστο, εάν υπάρχει αντίθετη -τεκμηριωμένη και ολοκληρωμένη- άποψη απο τη δική μου (που πιάνει τα πράγματα απο "εντελώς λάθος βάση"), να την ακούσουμε επιτέλους. Χωρίς αποσπασματικότητες και μπηχτές.
Ευχαριστώ προκαταβολικά.

Μουσικά Προάστια είπε...

Αγαπητέ Αλέξη, είμαι σίγουρος ότι δεν υπάρχει καμία εμπλοκή και ότι η παρεξήγηση με τον Μιχάλη έχει λυθεί. Αγαπητέ Μιχάλη, σου θυμίζω ότι οι σελίδες των Μουσικών Προαστίων είναι ανοιχτές για να παρουσιάσεις σε έκταση και σε βάθος (μέσω ενός άρθρου;) τις δικές σου απόψεις για το φαινόμενο των τραγουδοποιών και τις σημερινές τάσεις.

Μιχάλης Τσαντίλας είπε...

Αγαπητέ Ηρακλή, καταρχάς σχετικά με το μέιλ: αν έχεις πρώτα κάνει login στο δικό σου μπλογκ και μετά επισκεφθείς κάποιο άλλο, στη φόρμα των σχολίων υπάρχει επιλογή να σου αποστέλλονται τα επόμενα σχόλια στο λογαριασμό σου.
Φυσικά νομιμοποιείται ο κ. Βάκης να ασχοληθεί με αυτό το θέμα αλλά και με οποιοδήποτε άλλο! Δε νομίζω ότι υπήρξε τέτοιο θέμα! Οι λέξεις που χρησιμοποίησα δε νομίζω ότι ήταν δα και τόσο φοβερές.
Κύριε Βάκη, καταρχάς δεν περίμενα να σας εκνευρίσουν τόσο τα σχόλιά μου ούτε βέβαια και να ασχοληθείτε καν μαζί μου. Δεν «κατανοώ» οτιδήποτε για σας αλλά μόνο για αυτά που γράψατε στο κείμενό σας. Το οποίο χαρακτήρισα «ανούσιο» γιατί κατά την άποψή μου δεν έχει να πει τίποτα που να μην ξέρουμε ήδη και επίσης γιατί θεωρώ ότι υπάρχει «λάθος βάση» στο σκεπτικό σας. Και εξηγώ:
α) «Τα τελευταία χρόνια, όλο και περισσότερο συναντάμε μια συγκεκριμένη αντίληψη στους κύκλους αυτών που ασχολούνται με τη μουσική και το τραγούδι. Η οποία θέλει τους λεγόμενους τραγουδοποιούς να είναι αυτοί κυρίως που εκφράζουν με το έργο τους την εποχή μας.» Δεν νομίζω ότι πρόκειται περί «αντίληψης». Είναι γεγονός ότι το μεγάλο κομμάτι της δισκογραφικής παραγωγής καλύπτεται σήμερα παγκοσμίως από καλλιτέχνες (σόλο ή συγκροτήματα) που γράφουν τη μουσική, το στίχο και ερμηνεύουν τα τραγούδια τους. Αυτούς ακολουθούν κυρίως τα μεγάλα ακροατήρια χωρίς βέβαια αυτό να λέει τίποτα από μόνο του. Αυτό το μοντέλο κυριαρχεί εδώ και 50 περίπου χρόνια, ξεκινώντας από τους Beatles και τον Dylan, οι οποίοι ένιωσαν την ανάγκη να μην εξαρτώνται από την Tin Pan Alley π.χ. για τα τραγούδια τους και να εκφράζονται με τον δικό τους, πολύ προσωπικό τρόπο.
β) «Αυτό όμως που κατά τη γνώμη μου τους ορίζει στην πραγματικότητα ως τραγουδοποιούς είναι η απουσία αυτόνομου μουσικού λόγου. Ενός μουσικού λόγου δηλαδή που δεν θα είχε την επιτακτική ανάγκη του στίχου προκειμένου να αρθρωθεί ως αυθύπαρκτη έκφραση. Συνθέτης, αντίθετα, είναι εκείνος που διαθέτει την πλήρη εποπτεία του μουσικού μέσου [...]». Δηλαδή όλοι οι τραγουδοποιοί δεν μπορούν να φτιάξουν μια μελωδία της προκοπής. Νομίζω ότι δεν χρειάζεται να μπω στον κόπο να ανατρέψω μια τέτοια άποψη.
Όσο για τον όρο «συνθέτης» (συν+θέτω) νομίζω χρησιμοποιείται με έναν «περίεργο» τρόπο από όλους μας. Γιατί αυτός που γράφει μόνο μουσική να λέγεται συνθέτης ενώ αυτός που γράφει και τους στίχους να λέγεται τραγουδοποιός; Δηλαδή, ο Μάλαμας πότε είναι τραγουδοποιός και πότε συνθέτης; Και από πότε κάποιος που γράφει μόνο τη μουσική διαθέτει πλήρη εποπτεία του μουσικού μέσου; Ακόμα κι αν θεωρήσουμε ότι όλοι οι συνθέτες έχουν σπουδάσει και έχουν πάρει και πτυχίο σύνθεσης, αυτό δεν λέει κάτι για το έργο τους καθώς αν ήταν έτσι, όλοι αυτοί θα έπρεπε να φτιάχνουν τα ίδια έργα. Το λέτε άλλωστε κι εσείς: «Πολλοί το έκαναν, αλλά μόνο κάποια απ’ αυτά τα πονήματα άντεξαν στο χρόνο». Άρα ικανοί για το καλύτερο και για το χειρότερο είναι όλοι τους, είτε «τραγουδοποιοί» είτε «συνθέτες».
γ) «[...] δεν είναι δυνατό να επιτρέψεις σε συνθέτες, δηλαδή σε αυτόνομες μουσικές οντότητες, να ορίσουν την εξέλιξη των μουσικών πραγμάτων, γιατί σε περίπτωση που τους αφήσεις θα έχει απολεστεί ο ζωτικός χώρος νομής της εξουσίας.» Γιατί θα πρέπει κάποιος να ορίζει την εξέλιξη των μουσικών πραγμάτων; Τι πάει να πει «αυτόνομες μουσικές οντότητες»; Μιλώντας για τον χώρο του τραγουδιού (για αυτόν μιλάτε και εσείς στο άρθρο σας), πιο αυτόνομος είναι κάποιος που τα κάνει όλα μόνος του παρά αυτός που πρέπει να βγει στο σεργιάνι για να βρει στιχάκια και φωνές για να πουν τα τραγούδια του. Και το απόσπασμα: «Έτσι, οι επαφές με τα κατάλληλα πρόσωπα- κλειδιά οφείλουν να είναι στενές και συστηματικές. Και ποιο είναι το πεδίο ανταλλαγής αυτών των στενών σχέσεων; Εάν, για παράδειγμα, μελοποιήσει ένας τραγουδοποιός στίχους ενός ισχυρού μουσικού παραγωγού, θα εξασφαλίσει ένα σημαντικό air-play της δουλειάς του. Σε άλλες περιπτώσεις πάλι, μπορεί να χρίσει τον ραδιοφωνικό παραγωγό προσωπικό του μάνατζερ. Φροντίζοντας δε ο ίδιος να έχει καλές σχέσεις με τον κριτικό ενός εντύπου, κερδίζει την εγγύηση –ακόμα και για ένα μέτριο ενδεχομένως δίσκο του- ότι θα πέσει στα μαλακά. (Ο ίδιος όμως κριτικός μπορεί να εξαντλήσει την αυστηρότητά του σε εργασίες αγνώστων του, απείρως καλύτερες). Και η διαπλοκή καλά κρατεί.» γιατί αφορά τους τραγουδοποιούς και όχι τους συνθέτες;
Αυτές είναι μερικές από τις διαφωνίες μου. Βέβαια, συμφωνώ απολύτως μαζί σας στο ότι «στις μέρες μας ευδοκιμεί ένα επιπλέον αξίωμα. Το οποίο θεωρεί ότι ο στίχος ενός τραγουδιού είναι αυτός που κυρίως δίνει το στίγμα. Κάτι που σημαίνει ότι η μουσική έχει πια δευτερεύουσα σημασία και αρκείται στο να «ντύσει» με ήχους τις εικόνες που αναδύονται από το κείμενο. Δυσκολεύομαι να παρακολουθήσω αυτό το ιδεολόγημα.» Αυτή η άποψη νομίζω ότι είναι μια «πληγή» για τη μουσική μας και χαίρομαι που το επισημαίνετε.
Όσο για τις «εμμονές» (χρησιμοποιώ τα εισαγωγικά γιατί δεν είναι ακριβώς τέτοιες), αναφερόμουν στη δισκοκριτική σας για τη «Βροχή από κάτω» του Θανάση Παπακωνσταντίνου, όπου μου είχε κάνει ιδιαίτερη εντύπωση ο επιθετικός τόνος και η οξύτητα που είχε. Και αυτό που «κατανοώ» είναι ότι είστε συνθέτης και ίσως νιώθετε μια πικρία που διάφοροι με λιγότερο ταλέντο και γνώσεις (κάποιοι από αυτούς τραγουδοποιοί), τραβούν την προσοχή του κοινού.
Όπως και να ‘χει, δεν ήθελα να σας προσβάλω σε καμία περίπτωση. Συγνώμη κιόλας που σας «έπιασα στο στόμα μου» (μάλλον στο πληκτρολόγιό μου), εγώ ένας «καθένας».

alexis_vakis είπε...

Κϋριε Τσαντίλα, εν πρώτοις απορώ πως ένα ανούσιο άρθρο σαν το δικό μου σας ανάγκασε να γράψετε 868 λέξεις για να το ανατρέψετε, έστω και αν πολλές απ' αυτές τις λέξεις ήταν από το αρχικό μου κείμενο.
Νομίζω λοιπόν οτι δεν "κατανοείτε" αρκετές απο τις θέσεις που εξέφρασα. Και επιτρέψτε μου να γνωρίζω τι έγραψα και τι όχι.
Φυσικά η διαφωνία (ακόμα και σε ένα "ανούσιο" κείμενο) είναι ευλογία.
Αυτό όμως δεν σας νομιμοποιεί να (ξανα)κρίνετε τις προθέσεις μου και να τις ερμηνεύετε ως "πικρία", ζήλια, ή οτιδήποτε τέτοιο.
Αν δε η κριτική μου για τον δίσκο που αναφέρετε σας φάνηκε "οξεία", τι να πω. Ίσως να μην έχετε διαβάσει ποτέ πραγματικά οξείες κριτικές (δικές μου ή τρίτων). Ίσως όμως και να μην σας φαίνεται ανεπίτρεπτο κάποιος να ασχολείται με κριτικό τρόπο με τις όποιες σημερινές "αυθεντίες".
Σας εύχομαι λοιπόν να έχετε μια καλή μέρα, έστω και αν δεν συμπίπτουν οι απόψεις μας. Δεν είστε ο πρώτος που διαφωνεί μαζί μου άλλωστε, ενδεχομένως ούτε και ο τελευταίος.

Μιχάλης Τσαντίλας είπε...

Κύριε Βάκη, έγραψα αυτές τις 868 λέξεις (χαρά στο κουράγιο σας που τις μετρήσατε) γιατί εσείς το ζητήσατε παραπάνω ευχαριστώντας με κιόλας προκαταβολικώς. Πολλές λέξεις ήταν από το δικό σας κείμενο ακριβώς επειδή σε αυτές τις λέξεις εντόπισα εγώ τις ανακολουθίες.
Ίσως πράγματι δεν "κατανοώ" τις θέσεις σας. Η μαμά μου δε με έκανε βλέπετε έξυπνο. Προσπάθησα πάντως.
Όσο για τη δισκοκριτική, πιστέψτε με έχω διαβάσει πολλές. Ο καθένας βέβαια ξέρει να διαβάζει και να κρίνει για τον εαυτό του. Φυσικά και είναι απαραίτητο να αντιμετωπίζουμε με κριτικό τρόπο τις "αυθεντίες", είτε αυτές είναι μουσικοί, είτε μουσικοκριτικοί, είτε και τα δύο. Αυτό νομίζω έκανα κι εγώ.
Καλή μέρα και σε σας και ελπίζω κάποια στιγμή να έχουμε την ευκαιρία να κάνουμε μια κουβέντα και εκ του σύνεγγυς.