Σάββατο 8 Δεκεμβρίου 2007

Ο Μίκης Θεοδωράκης για τους θεσμούς και το έθνος





Τελειώνει η χρονιά, και κλείνουμε μία μία τις εκκρεμότητες με το 2007. Μία από αυτές ήταν και οι δήλώσεις του Μίκη Θεοδωράκη περί έθνους, εκκλησίας και θεσμών, με αφορμή την παρουσίαση του έργου του «Ακολουθία εις κεκοιμημένους» τον Μάρτιο που μας πέρασε, στη Μητρόπολη Αθηνών. Δυστυχώς, δεν βρήκαμε το σύνολο της συνέντευξης τύπου (29/3/2007), και αναγκαστικά συγκολλήσαμε αποσπάσματα που βρήκαμε σε διάφορες ιστοσελίδες, εφημερίδες κλπ. Ξαναζεσταμένο το φαγητό, αλλά και ενδιαφέρον:

"Βέβαια, αν κάνει μία δήλωση ο Μακαριώτατος βγαίνουν και τον χτυπούν, αμφισβητώντας το δικαίωμά του να έχει γνώμη, όπως έχει ο κάθε πολίτης. Και αν διαφωνούν με τη γνώμη του, να την αντιμετωπίσουν με επιχειρήματα. Όχι με κραυγές και αναθέματα λάσπης(...)

Πρέπει να σεβόμαστε το Σύνταγμα, είναι ασυγχώρητο για κάποιον να λέει ότι δεν εφαρμόζεται. Είναι φασιστική άποψη. Και πρέπει να σεβόμαστε τους θεσμούς. Έχουμε δύο μεγάλους θεσμούς στην Ελλάδα. Του Προέδρου της Δημοκρατίας και του αρχηγού της Ελλαδικής Εκκλησίας. Επαναστατώ όταν βλέπω ότι υπάρχουν άνθρωποι, οι οποίοι δεν σέβονται αυτούς τους θεσμούς. Όταν μιλάς για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ή τον αρχηγό της Εκκλησίας, πρέπει πρώτα να πλένεις το στόμα σου. Πρέπει να σέβεσαι τους θεσμούς για τους οποίους πεθάναμε εμείς. Αυτοί σήμερα που δεν σέβονται απολαμβάνουν τους καρπούς των δικών μας θυσιών. Εγώ δεν είμαι κάποιος άγνωστος και έχω το δικαίωμα να κάνω τέτοια κριτική. Ας έρθει ο οποιοσδήποτε να με αντικρούσει. Εχω μιλήσει για αυτά, αλλά δεν τολμά κανείς να μιλήσει σε εμένα. Τι να μου πουν εμένα; Οτι δεν πάλεψα; Οτι δεν είμαι προοδευτικός; Οτι δεν έπιασα τον σφυγμό του λαού; Οτι δεν έδωσα καλή τροφή στον λαό;(...)

Εχει επικρατήσει η αντίληψη ότι αφού τελείωσαν με εμάς τους ζωντανούς, ασχολούνται τώρα και με τους πεθαμένους. Τελειώσαμε με τον Κολοκοτρώνη, τον Καραϊσκάκη, τον Ρήγα Φεραίο, με το Αρκάδι, το Μεσολόγγι, με τα σύμβολα. Τους πειράζει η 25η Μαρτίου. Γιατί όμως; Γιατί οι ελευθερωτές μας ήταν οι φουστανελάδες, τους οποίους κατηγορούν ως αγράμματους. Αυτοί όμως μας απελευθέρωσαν. Είναι μύθος, λένε, ο Παλαιών Πατρών Γερμανός. Δεν κρατούσε, υποστηρίζουν, με το ένα χέρι ο Κολοκοτρώνης την ελληνική σημαία και με το άλλο τον Σταυρό και δεν ευλογούσε η Εκκλησία τη σημαία. Αυτά είναι γι’ αυτούς αντιδραστικά. Και δεν πρέπει να τα ξέρουν τα παιδιά μας. Γι' αυτό πρέπει, κατ’ αυτούς, να φύγει από την εθνική μας μνήμη η 25η Μαρτίου. Ακόμη και ο Βελουχιώτης έβαζε στη σειρά τους αγωνιστές και έμπαιναν στα χωριά με την ελληνική σημαία, και αφού τους μιλούσε για τον αγώνα, τους καλούσε όλους να μπουν μέσα στην Εκκλησία. Και μπροστά σε όλους τους κατοίκους του χωριού και τους αντάρτες, παρακαλούσε τον παπά να ευλογήσει τη σημαία και τον αγώνα τους. Αυτοί ήταν επαναστάτες. Ποιοι είναι αυτοί οι σημερινοί που λένε ότι είναι προοδευτικοί; Τι σχέση έχουν αυτοί με όλα αυτά;(...)

Βρίσκομαι εδώ ενσυνείδητα. Αυτή ήταν η φυσιολογική πορεία της Ελλάδας. Έτσι έπρεπε να γίνει. Έχει συνέχεια ο ελληνισμός. Μόνο με την ανανέωση της μνήμης και της πίστης μπορούμε να γίνουμε κάτι. Πρέπει να έχουμε βάσεις και ρίζες, να είμαστε περήφανοι για τη γενιά μας, για την πατρίδα και το έθνος. Γι' αυτό το καταπληκτικό πάντρεμα της ουσίας της ελληνικότητας με την ουσία του Χριστιανισμού. Δεν ξέρουν όμως όλοι αυτοί τι σημαίνει Ορθοδοξία. Λένε ότι δεν υπήρχε Κρυφό Σχολειό. Μέσα όμως στις εκκλησίες οι παπάδες διάβαζαν τα Ευαγγέλια, τα οποία ήταν γραμμένα στα ελληνικά." (...)
Μίκης Θεοδωράκης

Θα άξιζε πραγματικά να γίνει μια σοβαρή και διεξοδική έρευνα πάνω στο μεγάλο κίνημα του λεγόμενου "έντεχνου" τραγουδιού και στη σχέση έθνους και ιδεολογίας μέσα σε αυτό. Εν συντομία: η στροφή του Θεοδωράκη προς την εκκλησία και το έθνος δεν μπορεί να αποδοθεί μόνο σε τυχαίους παράγοντες (ηλικία, επιθυμία για προβολή του έργου του, αναγνώριση από επίσημους θεσμούς κλπ). Εξάλλου, και άλλοι εκπρόσωποι αυτού του κινήματος, με πρώτο και καλύτερο τον Γιάννη Μαρκόπουλο, ακολούθησαν αυτόν το δρόμο. Η ορμή με την οποία βασικοί εκπρόσωποι του νεοελληνικού "έντεχνου" τραγουδιού στράφηκαν σε μία ελληνοκεντρική θεώρηση της ταυτότητάς τους, παρά την εξωτερικά τουλάχιστον επαναστατίζουσα και αριστερίζουσα αφετηρία τους, υποδηλώνει κάτι βαθύτερο. Ότι δηλαδή, το καλλιτεχνικό αυτό κίνημα εξέφρασε από την αρχή κατεξοχήν εθνοκεντρικές αξίες και οπτικές, οι οποίες όμως αποτελούσαν την εποχή εκείνη (δεκαετίες '60 & '70) κομμάτι ενός ευρύτερου, εναλλακτικού, αριστερού προτάγματος. Όταν το πρόταγμα αυτό παρήκμασε, ως συνέπεια της παρακμής του πολιτικού φορέα που το εξέφρασε (κομμουνιστικό κίνημα, κόμματα της Ελληνικής αριστεράς, κλπ), το εθνοκεντρικό στοιχείο αποστεώθηκε και μεταβλήθηκε σέ καρικατούρα. Αυτή την καρικατούρα εκφράζει σήμερα ο Θεοδωράκης με τους ύμνους του προς την κρατική και εκκλησιαστική εξουσία.

Και το συμπέρασμα; Δεν δημιουργεί ο καλλιτέχνης την εποχή του, αλλά η εποχή τον καλλιτέχνη. Δεν έδωσε δηλαδή μόνο ο Θεοδωράκης τροφή στο λαό, αλλά και ο λαός στον Θεοδωράκη. Σε μια εποχή όπου το εθνικό ζήτημα είχε συνδεθεί με επιτυχία με το κοινωνικό και πολιτικό ζήτημα, αποτέλεσμα της δράσης ενός συλλογικού πολιτικού υποκειμένου, ο Θεοδωράκης έφτιαχνε το Άξιον Εστί και τη Ρωμιοσύνη, έργα κατεξοχήν ελληνοκεντρικά, τα οποία όμως εξέφραζαν μία ευρύτερη απελευθερωτική προβληματική. Σε μια εποχή όμως όπου αυτή η προβληματική έχει αποκαθηλωθεί και υποκατασταθεί από την ιδεολογική σύγχυση και τη συντηρητικοποίηση των κυρίαρχων αξιών, ο Θεοδωράκης ανάγεται σε εκφραστή φοβικών και καθεστωτικών απόψεων. Αυτό φυσικά δεν πρέπει να αφαιρεί τίποτα από το σεβασμό και το θαυμασμό μας προς έναν μεγάλο μουσικό δημιουργό. Επιβεβαιώνει όμως τη βαθιά κρίση και οπισθοδρόμηση μιας ολόκληρης εποχής. Και ποιος να γράψει τα τραγούδια της δικής μας εξορίας;
ηρ.οικ.

2 σχόλια:

Αιολος είπε...

Από το ελληνικό τραγούδι πέρασαν και περνούν σπουδαίοι συνθέτες. Από αυτούς όλους, μέχρι στιγμής έχουν ξεχωρίσει ο Μίκης Θεοδωράκης και ο Μάνος Χατζιδάκις, όχι μόνο για την αισθητική ομορφιά που έχουν τα τραγούδια τους αλλά και για την ουσία σε λόγο μαζί και μελωδία. Μια ουσία που έβαλε βάσεις για μια τεράστια διεύρυνση των μουσικών οριζόντων του έθνους μας στην οποία και οι ίδιοι συμμετείχαν ενεργά ο ένας μέχρι τον θάνατό του και ο άλλος μέχρι πρόσφατα. Δεν μπορώ να πω ποιος είναι πιο σπουδαίος, ωστόσο μπορώ προσωπικά να ξεχωρίσω τον Θεοδωράκη. Κι αυτό γιατί μου έχει χαρίσει καμιά εικοσαριά τραγούδια που αγγίζουν κάθε κύτταρό μου. Προσωπικά και υποκειμενικά πάντα.

Θα σταθώ εδώ, τα πολιτικά τους για την ώρα δεν θα ήθελα να τα θίξω.

Χαιρετισμούς.

Μουσικά Προάστια είπε...

Και ο Χατζιδάκις και ο Θεοδωράκης όπως λες διεύρυναν τους ορίζοντες και την αισθητική μας. Θα χρειαστούν πολλά χρόνια για να ανακαλύψουμε και να καταλάβουμε το έργο τους. Επιμέρους προβληματισμοί όπως αυτός της συγκεκριμένης ανάρτησης σε τίποτα δεν ακυρώνουν την αποδοχή και τον θαυμασμό που δικαιολογημένα εκφράζεις.
Καλές γιορτές